«Η Γαλλία είναι η νέα περιφέρεια στις αγορές ομολόγων». Αυτή είναι μία φράση που μάλλον κανένας δεν περίμενε πριν μερικά χρονιά ότι θα ακούει και θα διαβάζει σήμερα.

Η χώρα ωστόσο βυθίζεται όλο και περισσότερο σε ένα τέλμα αδύναμης ανάπτυξης, υψηλού κόστους δανεισμού και ενός «βουνού» χρέους που πλέον είναι από τα υψηλότερα στην Ευρώπη. Η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρωζώνης έχει γίνει «το προβληματικό παιδί» ολόκληρης της Ευρώπης για τις αγορές, παίρνοντας τη θέση της Ιταλίας που πριν λίγα χρόνια είχε «διαδεχθεί» την Ελλάδα.

Η εικόνα της αγοράς ομολόγων, της αντίληψης ουσιαστικά των επενδυτών όσον αφορά την κατάσταση και τις προοπτικές των οικονομιών, τα λέει όλα. Η απόδοση του 10ετούς γαλλικού ομολόγου, στο 3,48%, είναι πλέον από τις υψηλότερες στην Ευρωζώνη και έχει ξεπεράσει τις αποδόσεις όλων των ομολόγων της περιφέρειας πλην της Ιταλίας η οποία ωστόσο πλησιάζει. Το γαλλικό spread έναντι της Γερμανίας κινείται κοντά στις 80 μονάδες βάσης και τα γαλλικά ομόλογα είναι 11 μ.β ακριβότερα από τα ελληνικά, 22 μ.β από τα ισπανικά, 38 μ.β ακριβότερα από τα πορτογαλικά και μόλις 3 μ.β φθηνότερα από τα ιταλικά.

Η κύρια οικονομική πρόκληση της Γαλλίας είναι η αντιμετώπιση του υψηλού δημόσιου χρέους, το οποίο έχει «ρίζες» στο μεγάλο δημόσιο έλλειμμα και στις επί χρόνια πολύ υψηλές δαπάνες. Ο διορισμός του νέου πρωθυπουργού Σεμπαστιάν Λεκορνί από τον πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν, του πέμπτου πρωθυπουργού στη χώρα μέσα σε περίπου δύο χρόνια, δεν βελτιώνει τις δημοσιονομικές προοπτικές της Γαλλίας, σύμφωνα με αναλυτές, ενώ το γεγονός ότι αποτελεί σύμμαχο του Μακρόν δεν αλλάζει πολλά στην… αριθμητική του κοινοβουλίου ως προς τη στήριξή του. Το χρέος της Γαλλίας αναμένεται να ξεπεράσει το 116% φέτος και το δημόσιο έλλειμμα το 5,6%. Η ψήφιση ενός προϋπολογισμού παραμένει μια δύσκολη πρόκληση.

Αν και ο Λεκορνί εμφανίστηκε πρόθυμος για λιγότερο αυστηρή λιτότητα από τα μέτρα ύψους 44 δισ. ευρώ που είχε σχεδιάσει ο Μπαϊρού, αναλυτές εκτιμούν πως ακόμη και σε ένα ευνοϊκό πολιτικό αποτέλεσμα, το έλλειμμα της Γαλλίας θα παραμείνει υψηλό στο 5%, διατηρώντας τον δείκτη χρέους σε σταθερή ανοδική τροχιά, επομένως οι αποδόσεις των γαλλικών ομολόγων θα παραμένουν σε υψηλά επίπεδα.

Η Γαλλία σπάνια έχει βιώσει τόσο βαθιά πολιτική κρίση από την ίδρυση της Πέμπτης Δημοκρατίας το 1958, του σημερινού συστήματος διακυβέρνησης. Το σύνταγμα του 1958 σχεδιάστηκε για να διασφαλίσει σταθερή διακυβέρνηση δημιουργώντας έναν ισχυρό και εξαιρετικά συγκεντρωτικό πρόεδρο με ισχυρή πλειοψηφία στο κοινοβούλιο, και για να αποφύγει την αστάθεια των περιόδων αμέσως πριν και μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.

Αντίθετα, ο Μακρόν – ο οποίος κατά την άνοδό του στην εξουσία το 2017 αναδιαμόρφωσε το πολιτικό τοπίο – βρέθηκε να παλεύει με ένα κατακερματισμένο κοινοβούλιο όπου το κέντρο δεν κρατάει πλέον την ισορροπία και η ακροδεξιά και η ακροαριστερά έχουν την κυριαρχία. Η Γαλλία δεν έχει συνηθίσει να χτίζει συνασπισμούς και να επιτυγχάνει συναίνεση.

Αναλύοντας το «φαινόμενο Μακρόν» στη Γαλλία η Berenberg περιγράφει πώς ο ίδιος έδωσε πρόωρο τέλος σε μια χρυσή δεκαετία της χώρας. Ως υπουργός Οικονομικών στην κυβέρνηση Ολάντ από το 2014 έως το 2016, ο Μακρόν είχε ήδη συμβάλλει στη διαμόρφωση του πρώτου κύματος μεταρρυθμίσεων στην αγορά εργασίας, οι οποίες τερμάτισαν την περίοδο της υποαπόδοσης της Γαλλίας σε σχέση με τη Γερμανία. Κυρίως χάρη στις περαιτέρω μεταρρυθμίσεις στις οποίες πρωτοστάτησε ως πρόεδρος κατά την πρώτη του θητεία από το 2017 έως το 2022, η Γαλλία δημιούργησε σημαντικά περισσότερες θέσεις εργασίας από τη Γερμανία μέχρι το φθινόπωρο του 2024.

Ωστόσο όλα… στράβωσαν αφότου ο Μακρόν προκήρυξε πρόωρες βουλευτικές εκλογές τον Ιούνιο του περασμένου έτους, σε απάντηση στην συντριπτική ήττα του κόμματός του στις ευρωεκλογές. Η γαλλική ψήφος είχε ως αποτέλεσμα ένα βαθιά διχασμένο κοινοβούλιο, χωρίς πλειοψηφία για κανένα από τα τρία στρατόπεδα (αριστερά, κέντρο ή δεξιά).

Αυτό σημαίνει πως δεν υπάρχει καμία συνεννόηση στο πολιτικό μέτωπο για το «νοικοκύρεμα» των δημοσιονομικών της χώρας.

Η οικονομία της Γαλλίας υποαποδίδει έναντι όλης της υπόλοιπης Ευρώπης με σωρευτική αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ μόλις 0,35% τα τελευταία τρία τρίμηνα. Η αργή ανάπτυξη είναι ιδιαίτερα προβληματική για μια χώρα με υψηλό χρέος όπως η Γαλλία, το οποίο έφτασε τα 3,3 τρισ. ευρώ τον Ιούνιο.

Επομένως, η κύρια οικονομική πρόκληση της Γαλλίας είναι η σταθεροποίηση του δημόσιου χρέους. Ο γαλλικός δείκτης χρέους έχει αυξηθεί σταθερά από τη δεκαετία του 1970, φτάνοντας το 114% του ΑΕΠ στις αρχές του 2025, με οικονομολόγους να προβλέπουν περαιτέρω αύξηση στο 120% έως το 2030, και πλέον είναι ο τρίτος υψηλότερος στην Ευρωζώνη, μετά το 153% της Ελλάδας (2024) και το 138% της Ιταλίας. Όπως επισημαίνει το Reuters, το ελεγκτικό συνέδριο της χώρας έχει προειδοποιήσει πως οι πληρωμές τόκων αναμένεται να φτάσουν τα 100 δισ. ευρώ έως το 2029 – από 59 δισ. ευρώ το 2024 – και να γίνουν η μεγαλύτερη δαπάνη του προϋπολογισμού εάν η ανάπτυξη επιβραδυνθεί ή η μείωση του ελλείμματος χαλαρώσει.

Ο λόγος πίσω από την αύξηση του χρέους είναι το μεγάλο δημόσιο έλλειμμα. Η Γαλλία έχει ιστορικό μεγάλων ελλειμμάτων του προϋπολογισμού. Εκτός του ότι πέρσι κατέγραψε το μεγαλύτερο στην Ευρωζώνη – στο 5,4% του ΑΕΠ -, η Γαλλία μαζί με την Ιταλία και τη Σλοβακία είναι οι μόνες που καταγράφουν επίμονα ελλείμματα από το 1999. Μάλιστα, το τελευταίο πλεόνασμα προϋπολογισμού στη Γαλλία ήταν το 1974. Επίσης, σε έντονη αντίθεση με την Ιταλία, η οποία μέχρι το 2019 (με εξαίρεση το 2009) και ξανά το 2024 κατέγραψε πρωτογενή πλεονάσματα, η Γαλλία κατέγραψε το τελευταίο πρωτογενές πλεόνασμα το 2001.

Η ασθενέστερη δημοσιονομική θέση της Γαλλίας αντανακλά τις πολύ υψηλές δαπάνες, οι οποίες, στο 57,1% του ΑΕΠ το 2024, ήταν οι δεύτερες υψηλότερες στην Ευρωζώνη μετά τη Φινλανδία, ενώ τα έσοδα, στο 51,3%, ήταν τα τρίτα υψηλότερα μετά τη Φινλανδία και την Αυστρία.

Όλα τα παραπάνω, συνεπώς, πρέπει να διορθωθούν αν θέλει η Γαλλία να πάψει να «ανήκει» στην περιφέρεια της Ευρωζώνης, στην οποία μόλις την έβαλαν οι αγορές. Αλλιώς, όπως εκτιμούν οι αναλυτές, ο δείκτης χρέους θα συνεχίζει να ανεβαίνει και το ίδιο θα κάνουν και οι αποδόσεις των ομολόγων της.

Facebook Comments