Η ελληνική οικονομία παραμένει, με οδηγό τις καλές δημοσιονομικές επιδόσεις, νησίδα σταθερότητας σε ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο διεθνές περιβάλλον.

Η προσήλωση στην ταχεία εφαρμογή μεταρρυθμίσεων και η τόνωση των παραγωγικών επενδύσεων είναι κρίσιμης σημασίας παράγοντες προκειμένου ο ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας να επιταχυνθεί στο μέλλον.

Αυτά επισημαίνει, ως βασικά συμπεράσματα, το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, στην τριμηνιαία έκθεσή του που δημοσιοποίησε σήμερα. Κρούοντας, ωστόσο, καμπανάκι για τον πληθωρισμό, αναφέροντας ότι οι προσπάθειες ενίσχυσης του ανταγωνισμού, όπως και η ανίχνευση και αποτροπή τιμολόγησης σε συνθήκες ολιγοπωλιακής αγοράς, θα πρέπει να εντατικοποιηθούν.

Ενώ, θέτει ως πρώτη προτεραιότητα την ταχεία μείωση του δημοσίου χρέους, καθώς υπάρχουν ευνοϊκές προϋποθέσεις μέσω της ανάπτυξης, της συνεχιζόμενης διεύρυνσης της φορολογικής βάσης και της δυνατότητας πρόωρης αποπληρωμής των ακριβότερων δανείων του επίσημου τομέα.

Σύμφωνα με την έκθεση, μέσα σε συνθήκες εμπορικής και οικονομικής αβεβαιότητας και με γεωπολιτικές εντάσεις να εξακολουθούν να ταλανίζουν την παγκόσμια οικονομία, η Ευρωπαϊκή Ένωση καλείται να πάρει γρήγορες και γενναίες αποφάσεις προκειμένου να εξασφαλίσει την στρατηγική αυτονομία και την ενεργειακή ασφάλεια της και ταυτόχρονα να ισχυροποιήσει την παραγωγική δυναμική της. Η ελληνική οικονομία παραμένει, με οδηγό τις καλές δημοσιονομικές επιδόσεις, νησίδα σταθερότητας σε ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο διεθνές περιβάλλον. Η ανάπτυξη εξακολουθεί να υπερβαίνει τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο συμβάλλοντας στην σύγκλιση των εισοδημάτων. Η προσήλωση στην ταχεία εφαρμογή μεταρρυθμίσεων και η τόνωση των παραγωγικών επενδύσεων είναι κρίσιμης σημασίας παράγοντες προκειμένου ο ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας να επιταχυνθεί στο μέλλον.

Το Γραφείο θέτει ως πρώτη προτεραιότητα την ταχεία μείωση του δημοσίου χρέους καθώς υπάρχουν ευνοϊκές προϋποθέσεις μέσω της ανάπτυξης, της συνεχιζόμενης διεύρυνσης της φορολογικής βάσης και της δυνατότητας πρόωρης αποπληρωμής των ακριβότερων δανείων του επίσημου τομέα. Η μείωση του λόγου χρέους προς ΑΕΠ, που είναι ο μεγαλύτερος στην ευρωζώνη και αποτελεί παράγοντα που δυσχεραίνει την αναπτυξιακή δυναμική της οικονομίας, θα οδηγήσει σε ταχύτερες αναβαθμίσεις του αξιόχρεου του ελληνικού δημοσίου και δύναται να απελευθερώσει στο μέλλον δημοσιονομικό χώρο για νέες παρεμβάσεις που θα ενισχύουν την παραγωγική δυναμική της εθνικής οικονομίας.

Το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) παρουσίασε αύξηση 1,7% το δεύτερο τρίμηνο του 2025 σε σχέση με το δεύτερο τρίμηνο του 2024 σύμφωνα με τα προσωρινά στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, ενώ το αντίστοιχο μέγεθος στην ευρωζώνη είναι 1,5%. Σε αυτήν την επίδοση συνετέλεσαν η αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης (1,1%), η αύξηση των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών (1,9% συνολικά, 3,9% για υπηρεσίες και -1,1% για αγαθά) και η αύξηση της δημόσιας κατανάλωσης (0,7%). Οι επενδύσεις παγίου κεφαλαίου αυξήθηκαν κατά 6,5% με αύξηση σε όλες τις συνιστώσες. Θετική για τον ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ ήταν η συμβολή της μείωσης των εισαγωγών αγαθών και υπηρεσιών (μείωση 3,2% συνολικά, 1,5% για υπηρεσίες και -4,8% για αγαθά). Η βασική εκτίμηση του Γραφείου για τον ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ του έτους 2025 παραμένει στο 2,2%.

Με βάση την έκθεση, ο πληθωρισμός (ετήσια ποσοστιαία μεταβολή του Εναρμονισμένου Δείκτη Τιμών Καταναλωτή) ανήλθε τον Αύγουστο 2025 στο 3,1% και εξακολουθεί να βρίσκεται αρκετά πάνω από τον μέσο πληθωρισμό στην ευρωζώνη (2%). Ο υψηλότερος πληθωρισμός στη χώρα μας σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο δυσχεραίνει την διεθνή ανταγωνιστικότητα έναντι των εταίρων μας.

Facebook Comments