Η υπόθεση του Πάνου Ρούτσι, που παραμένει έξω από τη Βουλή συνεχίζοντας την απεργία πείνας για τη διερεύνηση του θανάτου του γιου του στα Τέμπη, έχει συγκινήσει την κοινή γνώμη.

Κάθε γονιός μπορεί να κατανοήσει τον σπαραγμό ενός πατέρα που ζητά απαντήσεις. Όμως, το όριο ανάμεσα στη δικαιοσύνη και στην πολιτική εκμετάλλευση δείχνει να έχει ξεπεραστεί – και υπεύθυνη γι’ αυτό είναι η Ζωή Κωνσταντοπούλου.

Η πρόεδρος της «Πλεύσης Ελευθερίας» έχει επιλέξει να μετατρέψει ένα προσωπικό δράμα σε πολιτικό θέαμα, με συνεχείς δηλώσεις, κατηγορίες και συγκρούσεις που θυμίζουν περισσότερο πολιτική εκστρατεία παρά υπεράσπιση ενός θύματος. Αντί να σεβαστεί την οδύνη μιας οικογένειας, η Κωνσταντοπούλου φαίνεται να χρησιμοποιεί την υπόθεση του Πάνου Ρούτσι ως όχημα για να επανέλθει στο προσκήνιο, αναζητώντας τηλεοπτικό χρόνο και πολιτική αναγνωρισιμότητα.


Από την υπεράσπιση στην πολιτική εκστρατεία

Η νομική της παρέμβαση έχει ξεπεράσει προ πολλού τα όρια της θεσμικής διαδικασίας. Αντί να περιοριστεί στην υποστήριξη των αιτημάτων για τοξικολογικές και βιοχημικές εξετάσεις, η Ζωή Κωνσταντοπούλου έχει επιλέξει ρητορική έντασης, κατηγορώντας «το κράτος», «τους θεσμούς» και «την κυβέρνηση» για απόπειρα συγκάλυψης. Η γλώσσα της, γεμάτη θεατρικότητα, θυμίζει περισσότερο προεκλογική συγκέντρωση παρά νομική επιχειρηματολογία.

Η ίδια εμφανίζεται σχεδόν καθημερινά στα μέσα ενημέρωσης, χρησιμοποιώντας τον Πάνο Ρούτσι ως σύμβολο αδικίας και ταυτόχρονα ως εργαλείο αντιπαράθεσης με την εξουσία. Όμως, η διαρκής αυτή πολιτικοποίηση του πόνου δεν βοηθά ούτε τον ίδιο τον Ρούτσι ούτε την αλήθεια που αναζητά. Αντίθετα, αποδυναμώνει την αξιοπιστία του αιτήματος, μετατρέποντάς το σε μέρος μιας πολιτικής σύγκρουσης με πρόδηλο προσωπικό όφελος.


Η αθέμιτη στοχοποίηση των θεσμών

Η Κωνσταντοπούλου έχει αποδείξει πολλές φορές πως προτιμά τη σύγκρουση από τον διάλογο. Από τα χρόνια της Προεδρίας της Βουλής έως σήμερα, κινείται σε μια σταθερή γραμμή αμφισβήτησης των θεσμών και επιθετικότητας απέναντι σε οποιονδήποτε δεν συμμερίζεται τη ρητορική της. Στην περίπτωση του Πάνου Ρούτσι, επιλέγει να αντιπαρατεθεί με υπουργούς, εισαγγελείς και επιστήμονες, διαμορφώνοντας την εντύπωση πως μόνο η ίδια γνωρίζει την αλήθεια.

Η ακραία της στάση, με φράσεις όπως «η κυβέρνηση ποδοπατά τον αγώνα ενός πατέρα», δεν συνιστά υπεράσπιση· είναι πολιτική εργαλειοποίηση του ανθρώπινου πόνου. Ένας γονιός που πενθεί χρειάζεται αλήθεια, όχι μικρόφωνο. Και η Κωνσταντοπούλου, γνωστή για τον ναρκισσισμό της δημόσιας παρουσίας της, έχει μετατρέψει τη Βουλή σε τηλεοπτικό σκηνικό όπου εκείνη παίζει τον ρόλο της ηρωίδας ενάντια στο «σύστημα».


Η κοινωνία κουράστηκε από την υπερβολή

Η κοινή γνώμη αρχίζει πλέον να αντιλαμβάνεται τη διαφορά ανάμεσα στη δίκαιη διεκδίκηση και στην πολιτική σκηνοθεσία. Ο Πάνος Ρούτσι δικαιούται να ζητά έρευνα και απαντήσεις — αλλά όταν δίπλα του βρίσκεται η Ζωή Κωνσταντοπούλου, το αίτημα χάνει τη σοβαρότητά του και μετατρέπεται σε κομματική καταγγελία. Η παρουσία της, αντί να ενισχύει τη νομιμότητα της διαδικασίας, την επισκιάζει με φωνασκίες, ψευτο-ηρωισμό και υπερβολές.

Η στάση της προκαλεί δυσαρέσκεια ακόμη και σε ανθρώπους που αρχικά στήριζαν τον αγώνα του Ρούτσι. Όλο και περισσότεροι βλέπουν πως πίσω από το «ανθρώπινο ενδιαφέρον» της Κωνσταντοπούλου κρύβεται μια πολιτική στρατηγική: η προσπάθεια να αναστήσει τον εαυτό της μέσα από μια υπόθεση που συγκινεί και διχάζει.


Το τέλος της αξιοπιστίας

Η υπόθεση αυτή δείχνει, για ακόμη μια φορά, πως όταν ο πολιτικός λόγος υποκαθιστά τον θεσμικό, η δικαιοσύνη χάνει την αξιοπιστία της. Ο Πάνος Ρούτσι αξίζει απαντήσεις. Όχι όμως μέσα από συνεντεύξεις Τύπου και κάμερες, αλλά μέσα από ιατροδικαστικά στοιχεία, επιστημονικές διαδικασίες και σεβασμό προς τον νόμο.

Η Ζωή Κωνσταντοπούλου έχει καταφέρει να κάνει αυτό που γνωρίζει καλύτερα: να στρέψει όλη την προσοχή πάνω της. Μόνο που αυτή τη φορά, η υπερβολή της δεν πλήττει απλώς την εικόνα της ίδιας — πληγώνει την αξιοπρέπεια ενός ανθρώπου που πενθεί.

Facebook Comments