Χρηματιστήριο: Η ιστορική αναβάθμιση από τον FTSE Russell και το μεγάλο στοίχημα με τα διεθνή funds


Έπειτα από δώδεκα χρόνια “εξορίας” από το club των ανεπτυγμένων αγορών, το Χρηματιστήριο Αθηνών επιστρέφει δυναμικά στον διεθνή χάρτη. Η αναβάθμιση από τον οίκο FTSE Russell αποτελεί ιστορική στιγμή για την ελληνική κεφαλαιαγορά, σηματοδοτώντας το τέλος μιας δύσκολης περιόδου που ξεκίνησε με την κρίση χρέους και την απώλεια της εμπιστοσύνης των επενδυτών.
Η ελληνική αγορά ήταν το μόνο χρηματιστήριο της Ευρωζώνης που είχε υποβαθμιστεί το 2013, όταν ο κορυφαίος δείκτης MSCI την κατέταξε στις αναδυόμενες αγορές — μια υποβάθμιση που δεν είχε προηγούμενο σε καμία ανεπτυγμένη οικονομία. Δώδεκα χρόνια αργότερα, η επαναφορά στις ανεπτυγμένες αγορές αποτελεί όχι μόνο ψήφο εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία, αλλά και αναγνώριση των μεταρρυθμίσεων και της δημοσιονομικής σταθερότητας που έχει επιτευχθεί τα τελευταία χρόνια.
Η απόφαση του FTSE Russell να κατατάξει την Ελλάδα στην κατηγορία των Developed Markets ανοίγει μια νέα εποχή για το Χ.Α., διευρύνοντας τη δεξαμενή των διεθνών funds που θα μπορούν πλέον να τοποθετηθούν στη χώρα. Οι εισηγμένες εταιρείες αποκτούν πλέον πρόσβαση σε κεφάλαια δεκαπλάσιας ισχύος, καθώς στις ανεπτυγμένες αγορές διακινούνται περίπου 15 τρισ. δολάρια, έναντι μόλις 2 τρισ. στις αναδυόμενες.
Η επιστροφή του Χρηματιστηρίου Αθηνών στους δείκτες των ανεπτυγμένων χωρών θα ενισχύσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών, θα αναβαθμίσει το κύρος της αγοράς και θα δώσει ώθηση στη χρηματοδότηση των ελληνικών επιχειρήσεων μέσω της προσέλκυσης νέων, μακροπρόθεσμων επενδυτών.
Η αναβάθμιση του Χ.Α. αναμένεται να επιφέρει σημαντικές εισροές κεφαλαίων, καθώς πλέον funds που επενδύουν αποκλειστικά σε ανεπτυγμένες αγορές θα έχουν τη δυνατότητα να τοποθετηθούν σε ελληνικές μετοχές. Σύμφωνα με τον CEO του Ομίλου Χρηματιστηρίου Αθηνών, Γιάννη Κοντόπουλο, η κίνηση αυτή έχει ήδη αρχίσει να αποτυπώνεται στη συναλλακτική δραστηριότητα, η οποία βρίσκεται στα υψηλότερα επίπεδα από το 2010.
Η μέση ημερήσια αξία συναλλαγών το 2025 έχει εκτιναχθεί στα 190 εκατ. ευρώ, από 140 εκατ. ευρώ το 2024, σημειώνοντας αύξηση 35%, ενώ σε ορίζοντα τριετίας η άνοδος φτάνει το 167%. Οι αριθμοί αυτοί αντικατοπτρίζουν την προσδοκία αναβάθμισης, αλλά και τη σταθερή παρουσία θεσμικών επενδυτών που προετοιμάζονται για το νέο status της ελληνικής αγοράς.
Παρά τη θετική εξέλιξη από τον FTSE Russell, το MSCI — ο πιο επιδραστικός δείκτης στον κόσμο, με ενεργητικό που υπερβαίνει τα 12 τρισ. δολάρια — δεν έχει ακόμη τοποθετήσει την Ελλάδα στη λίστα παρακολούθησης (watch list) για αναβάθμιση.
Η σημασία του MSCI είναι καθοριστική, καθώς το 70% των παγκόσμιων funds ακολουθούν τους δείκτες του. Μια ενδεχόμενη αναβάθμιση από τον MSCI θα λειτουργούσε ως πολλαπλασιαστής εισροών, ανοίγοντας τον δρόμο για ευρύτερη συμμετοχή διεθνών επενδυτών, ιδιαίτερα των indexed funds και ETF που παρακολουθούν μηχανικά τους δείκτες ανεπτυγμένων οικονομιών.
Την ώρα που το επενδυτικό κλίμα εμφανίζεται έντονα θετικό, η JP Morgan τάραξε τα νερά, υποστηρίζοντας ότι η Ελλάδα ίσως θα ήταν καλύτερα να παραμείνει στις αναδυόμενες αγορές. Όπως σημειώνει η έκθεση, η ελληνική αγορά διαθέτει μόλις τρεις μετοχές (Εθνική, Eurobank, ΟΠΑΠ) που πληρούν τα ποιοτικά κριτήρια για ένταξη στον δείκτη MSCI Europe, ενώ σε περίπτωση αναβάθμισης, το Χρηματιστήριο Αθηνών θα είναι η μικρότερη αγορά του δείκτη, πίσω ακόμη και από την Πορτογαλία και την Αυστρία.
Παράλληλα, η JP Morgan εκτιμά πως το ισοζύγιο ροών από μια πιθανή μετάταξη θα είναι ελαφρώς αρνητικό: θα υπάρξουν εκροές 1,83 δισ. δολαρίων λόγω εξόδου από τους δείκτες FTSE Emerging Markets και εισροές 1,75 δισ. από τα funds των ανεπτυγμένων, οδηγώντας σε καθαρή εκροή περίπου 75 εκατ. ευρώ.
Παρόλα αυτά, η αναβάθμιση θεωρείται στρατηγικής σημασίας, καθώς ενισχύει τη μακροπρόθεσμη επενδυτική αξιοπιστία της χώρας και προετοιμάζει το έδαφος για μελλοντικές αναβαθμίσεις από τον MSCI.
Σύμφωνα με την Axia Research, η αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας (Investment Grade) παραμένει πιο καθοριστικός παράγοντας για την προσέλκυση ενεργών επενδυτικών κεφαλαίων, σε σχέση με το στάτους των ανεπτυγμένων αγορών. Τα indexed funds που επενδύουν αποκλειστικά βάσει δεικτών αποτελούν μόλις το 14% των συνολικών κεφαλαίων στην ΕΕ, ενώ η πλειονότητα (62%) των ενεργών funds μπορεί ήδη να επενδύσει στην Ελλάδα μετά την επιστροφή της επενδυτικής βαθμίδας.
Επομένως, η επενδυτική βαθμίδα είναι αυτή που έφερε τη μεγάλη εισροή κεφαλαίων, ενώ η αναβάθμιση του χρηματιστηρίου λειτουργεί ως ποιοτικό “σήμα” που ενισχύει τη διεθνή εικόνα της χώρας.
Με χαρακτηριστική μεταφορά, ο Γιάννης Κοντόπουλος περιέγραψε την πορεία του Χρηματιστηρίου Αθηνών: «Μια ομάδα της Super League 2 που βρίσκεται στις πρώτες θέσεις έχει στόχο να ανέβει στη Super League 1. Αυτό κάνουμε τώρα. Δεν αρκεί να είμαστε πρώτοι στο χωριό, θέλουμε να είμαστε ανταγωνιστικοί στην πόλη».
Η επιστροφή στις ανεπτυγμένες αγορές είναι ένα στοίχημα κύρους, αξιοπιστίας και προοπτικής, που αναμένεται να αναδείξει ξανά την Ελλάδα ως ελκυστικό επενδυτικό προορισμό στη διεθνή σκηνή.
Facebook Comments