Οι ελληνικές τράπεζες βρίσκονται μπροστά σε μια νέα πραγματικότητα. Με τη συνεχιζόμενη μείωση των επιτοκίων της ΕΚΤ –που χτυπά κατευθείαν τον πυρήνα της κερδοφορίας τους– η ενίσχυση της πιστωτικής επέκτασης αποτελεί πλέον μονόδρομο.

Το 2025 εξελίσσεται σε χρονιά καμπής: οι τέσσερις συστημικές τράπεζες έχουν ήδη διοχετεύσει πάνω από 10,5 δισ. ευρώ σε νέα ενήμερα δάνεια στο εννεάμηνο, ενεργοποιώντας μια στρατηγική σαφή και επιθετική: μεγαλύτερα χαρτοφυλάκια δανείων, μεγαλύτερη βάση εσόδων.

Σύμφωνα με αναλυτές που παρακολουθούν στενά τις εξελίξεις, η πιστωτική επέκταση είναι σήμερα ο βασικός μοχλός διατήρησης της κερδοφορίας. Και οι αριθμοί το επιβεβαιώνουν: η Eurobank εμφανίζει καθαρή επέκταση 3,3 δισ. ευρώ, η Εθνική περίπου 1,8 δισ. ευρώ, η Πειραιώς 3,2 δισ. ευρώ, ενώ η Alpha Bank κινείται στα 2,2 δισ. ευρώ. Στο σύνολο, οι νέες χορηγήσεις στο εννεάμηνο «ακουμπούν» ήδη το 88% του αρχικού ετήσιου στόχου των 12 δισ. ευρώ, οδηγώντας τις τράπεζες στην αναβάθμιση των προβλέψεών τους για το 2025.

Η τάση αυτή δεν είναι νέα. Το 2024 αποτέλεσε χρονιά ρεκόρ, με τις συστημικές τράπεζες να αυξάνουν τα ενήμερα δάνειά τους κατά 13,8 δισ. ευρώ –την ισχυρότερη επίδοση των τελευταίων 15 ετών– έναντι μόλις 5,8 δισ. ευρώ το 2023. Η Eurobank ανέβηκε στα 3,9 δισ. ευρώ από 1,8 δισ., η Εθνική στα 3,1 δισ. ευρώ, η Πειραιώς στα 3,6 δισ. ευρώ, ενώ η Alpha σκαρφάλωσε στα 3,2 δισ. ευρώ.

Το 2025 φαίνεται να συνεχίζει στο ίδιο μοτίβο: οι χορηγήσεις στο τρίτο τρίμηνο προσέθεσαν άλλα 3 δισ. ευρώ, οδηγώντας το συνολικό νούμερο στα 10,5 δισ. ευρώ. Η προσαρμογή των στόχων προς τα πάνω δεν αποτελεί έκπληξη – οι τραπεζίτες είχαν μιλήσει ήδη από το 2024 για τουλάχιστον 10 δισ. ευρώ νέων δανείων μέσα στο 2025, αλλά η δυναμική της αγοράς μεταθέτει τον πήχη ψηλότερα, πάνω από τα 13,8 δισ. ευρώ.

Την ίδια στιγμή, η κερδοφορία των τραπεζών παραμένει ισχυρή, παρά τη φυσιολογική υποχώρηση των επιτοκιακών εσόδων. Τα καθαρά κέρδη του εννεαμήνου 2025 ανήλθαν σε 3,509 δισ. ευρώ, πτώση μόλις 6,3% από το πολύ υψηλό 2024. Το γ΄ τρίμηνο, με κέρδη 1,06 δισ. ευρώ, δείχνει σαφή σταθεροποίηση, με την αγορά να εκτιμά ότι οι τέσσερις συστημικές θα ξεπεράσουν με άνεση τα 4 δισ. ευρώ για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά. Αυτό σημαίνει μερίσματα, αλλά και ενισχυμένα κεφάλαια που θα στηρίξουν την επόμενη φάση πιστωτικής επέκτασης.

Στο μέτωπο των τόκων, τα συνολικά έσοδα από NII στο εννεάμηνο υποχώρησαν στα 6,131 δισ. ευρώ, καταγράφοντας πτώση 4,6%. Η μείωση είναι αναμενόμενη, καθώς το φθηνότερο χρήμα συμπιέζει τα οφέλη από υψηλά επιτόκια δανείων. Ωστόσο, η ανακοπή της πτωτικής πορείας αναμένεται μέσα στο δ’ τρίμηνο, χάρη στη σταθεροποίηση του επιτοκίου της ΕΚΤ και την ταχεία αύξηση των υπολοίπων στις χορηγήσεις.

Οι διεθνείς οίκοι βλέπουν ξεκάθαρα την εικόνα. Η S&P προβλέπει ότι η ελληνική οικονομία θα «τρέξει» με ΑΕΠ 2,4% την περίοδο 2024-2027, σημαντικά υψηλότερο από την Ευρωζώνη, ενισχύοντας τη ζήτηση για νέα εταιρικά δάνεια. Η DBRS προειδοποιεί ότι τα χαμηλότερα επιτόκια θα πιέσουν τα NII, ωστόσο εκτιμά ότι η Ελλάδα υπεραποδίδει σε νέες ροές δανείων έναντι της Ευρώπης, αντισταθμίζοντας μέρος της πίεσης.

Την ίδια ώρα, η Τράπεζα της Ελλάδος καταγράφει μια ανατροπή ιστορικής σημασίας: για πρώτη φορά μετά από 15 χρόνια, η χρηματοδότηση των νοικοκυριών πέρασε σε θετικό έδαφος (0,8% τον Αύγουστο του 2025), ενώ η πιστωτική επέκταση προς τις επιχειρήσεις «εκτοξεύτηκε» στο 17,4%, στο υψηλότερο επίπεδο από το 2009.

Το μήνυμα είναι σαφές: η ελληνική οικονομία έχει περάσει σε φάση ενεργητικής χρηματοδότησης, με τις τράπεζες να στηρίζουν τη ζήτηση για επενδύσεις και κατανάλωση, παρά τη συμπίεση των επιτοκιακών περιθωρίων. Το 2025 διαμορφώνεται ως χρονιά όπου ο τραπεζικός κλάδος αλλάζει μοντέλο, περνώντας από τα «εύκολα κέρδη επιτοκίων» σε μια πιο παραγωγική και αναπτυξιακή τραπεζική, στηριγμένη στην πραγματική οικονομία.

Πηγή: ΑΠΕ/ΜΠΕ

Facebook Comments