Η Morgan Stanley χαρτογραφεί το επενδυτικό και δημοσιονομικό τοπίο της Ελλάδας για την επόμενη τριετία, σκιαγραφώντας μια εικόνα σταθερά ισχυρής ανάπτυξης, με ρυθμό 2% το 2025, 2,2% το 2026 και 1,7% το 2027 – επιδόσεις που θα ξεπεράσουν κατά πολύ τον μέσο όρο της Ευρωζώνης.

Η εκτίμηση αυτή έρχεται σε μια περίοδο όπου η ελληνική οικονομία καλείται να διατηρήσει την ορμή της, ενώ ταυτόχρονα αντιμετωπίζει τις προκλήσεις της σταδιακής δημοσιονομικής χαλάρωσης.

Σύμφωνα με την αμερικανική επενδυτική τράπεζα, η εγχώρια ζήτηση αποτελεί τον βασικό πυλώνα της ανάπτυξης. Η ιδιωτική κατανάλωση κινήθηκε με αξιοσημείωτη δυναμική στο πρώτο μισό του 2025 (+1,1%), ενισχυμένη από τις σημαντικές αυξήσεις στον κατώτατο μισθό, ο οποίος αυξήθηκε πάνω από 6% μόνο μέσα στη χρονιά. Η βελτίωση του διαθέσιμου εισοδήματος έχει λειτουργήσει ως «κόφτης» στις πληθωριστικές πιέσεις, στηρίζοντας παράλληλα το λιανεμπόριο και τις υπηρεσίες.

Ιδιαίτερης σημασίας είναι και η άνοδος των επενδύσεων, η οποία κατά τη Morgan Stanley οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στη συμβολή του Ταμείου Ανάκαμψης. Από το συνολικό πακέτο που αντιστοιχεί στο 16% του ΑΕΠ, η Ελλάδα έχει ήδη λάβει κονδύλια ύψους 10% του ΑΕΠ (21 δισ. ευρώ). Παρότι δεν υπάρχει πλήρης εικόνα του βαθμού απορρόφησης, η τράπεζα εκτιμά ότι η αύξηση 22% των ιδιωτικών επενδύσεων από τις αρχές του 2022 έως το β’ τρίμηνο του 2025 συνδέεται άμεσα με τη χρηματοδότηση μέσω RRF. Τα στοιχεία επιβεβαιώνουν ότι η ελληνική οικονομία βρίσκεται στον πυρήνα ενός επενδυτικού κύκλου που δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί.

Παράλληλα, η Morgan Stanley στέκεται ιδιαίτερα στις επιδόσεις της χώρας στο δημοσιονομικό μέτωπο. Η Ελλάδα πέτυχε το 2024 πρωτογενές πλεόνασμα 4,8%, το υψηλότερο από την περίοδο πριν την οικονομική κρίση. Την ίδια στιγμή, ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ έχει μειωθεί κατά 55 ποσοστιαίες μονάδες από το 2020, με την αμερικανική τράπεζα να προβλέπει περαιτέρω μείωση στο 131,8% μέχρι το 2027 – επίπεδα που επαναφέρουν την ελληνική οικονομία σε ευρωπαϊκά standards βιωσιμότητας.

Ωστόσο, η τράπεζα επισημαίνει ότι το προσεχές διάστημα θα υπάρξει ήπια επιδείνωση των δημοσιονομικών δεικτών. Οι μόνιμες ελαφρύνσεις που ανακοίνωσε η κυβέρνηση στη ΔΕΘ –μειώσεις φόρων, ενισχύσεις για τη μεσαία τάξη, μειώσεις ΦΠΑ και αυξήσεις συντάξεων και δημοσίων μισθών– θα επιβαρύνουν το ισοζύγιο. Έτσι, το πρωτογενές αποτέλεσμα αναμένεται να μειωθεί από 1,3% το 2025 σε έλλειμμα 0,1% το 2026 και -0,3% το 2027. Παρά τη μεταβολή, τα πρωτογενή πλεονάσματα θα παραμείνουν ισχυρά, άνω του 2,5%, εξασφαλίζοντας σταθερή τροχιά αποκλιμάκωσης του χρέους.

Στο πολιτικό σκηνικό, η Morgan Stanley τονίζει ότι η πολιτική σταθερότητα της τελευταίας εξαετίας αποτελεί καταλύτη για τις θετικές οικονομικές επιδόσεις. Οι επενδυτές παρακολουθούν με ιδιαίτερο ενδιαφέρον τον ορίζοντα των εκλογών του 2027, με τις δημοσκοπήσεις να δείχνουν πιθανή συνέχιση της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας, αλλά και το ενδεχόμενο πιο περιορισμένης αυτοδυναμίας. Σε περίπτωση απώλειας της απόλυτης πλειοψηφίας, η χώρα θα κληθεί να κινηθεί είτε προς κυβερνητική συνεργασία είτε προς επαναληπτικές εκλογές – ένα σενάριο που η αγορά θα αξιολογήσει με προσοχή.

Συνολικά, το μήνυμα της Morgan Stanley είναι σαφές: η Ελλάδα εισέρχεται σε μια τριετία σταθερής ανάπτυξης, με ισχυρό επενδυτικό υπόβαθρο, θετική δημοσιονομική πορεία και διατηρήσιμη εμπιστοσύνη των αγορών. Η πρόκληση πλέον βρίσκεται στο να διατηρηθεί η ισορροπία ανάμεσα στις αναπτυξιακές παρεμβάσεις και στη δημοσιονομική πειθαρχία — ένα ισοζύγιο που θα καθορίσει την οικονομική πορεία έως το 2027.

Ελευθερία Κούρταλη

Facebook Comments