ὕβρις → ἄτη → νέμεσις

Όταν η πολιτική ζωή μιας χώρας μοιάζει περισσότερο με κακογραμμένη σάτιρα παρά με οργανωμένο δημοκρατικό σύστημα, τότε δεν τίθεται ζήτημα «κινδύνου» αλλά ζήτημα πραγματικότητας. Και η σημερινή ελληνική πραγματικότητα είναι αυτή ακριβώς: μια χώρα που κυβερνιέται μέτρια, αντιπολιτεύεται κάκιστα και ψηφοφορεί με μια μόνιμη διάθεση αποστροφής προς όλους.
Όταν η κυβέρνηση εμφανίζεται συχνά ανεπαρκής, αλλά η αντιπολίτευση προκαλεί μεγαλύτερη αποστροφή, το εκλογικό σώμα ωθείται σε ένα ιδιότυπο πολιτικό κενό. Εκεί γεννιέται το φαινόμενο «Κανένας», δηλαδή η ανομολόγητη επιθυμία να μην ηγείται κανείς — γιατί κανείς δεν πείθει, κανείς δεν εμπνέει, κανείς δεν φαίνεται ικανός να παραδώσει κάτι καλύτερο. Σε ένα σκληρά πρωθυπουργοκεντρικό σύστημα, όπου η δύναμη συγκεντρώνεται αδιαπραγμάτευτα στο ανώτατο πολιτικό πρόσωπο, το γεγονός ότι προηγείται στις δημοσκοπήσεις… η ανυπαρξία, δείχνει πόσο βαθιά ριζωμένη είναι η κρίση εμπιστοσύνης.
Και ενώ η χώρα διαθέτει Βουλή οκτώ κομμάτων —εννέα μέχρι πρότινος— το πολιτικό μας σύστημα αντί να ωριμάζει, θρυμματίζεται. Αντί για συγχωνεύσεις, συνεργασίες και εξορθολογισμό, ετοιμαζόμαστε για άλλους τρεις ή τέσσερις σχηματισμούς. Μοιάζει με πολιτικό σουπερμάρκετ όπου όλοι θέλουν να ανοίξουν δικό τους περίπτερο, είτε έχουν προϊόν είτε όχι. Κι ας ξέρουν όλοι πως ο εκλογικός νόμος καθιστά την αυτοδυναμία σχεδόν αδύνατη. Κι ας γνωρίζουν ότι οι κυβερνήσεις συνεργασίας είναι μαθηματικά αναπόφευκτες. Το παραδοξολογικό: κανείς δεν τολμά να το παραδεχτεί.
Σε όλα αυτά προσθέστε έναν λαό που προτιμά να σκέφτεται με το θυμικό παρά με τη λογική. Που θεωρεί εαυτόν αδικημένο αλλά και εξυπνότερο από όλους. Που γκρινιάζει, αυτομαστιγώνεται και ταυτόχρονα υπερτιμά τις δυνατότητές του. Πώς συνδυάζεται αυτή η αντίφαση με έναν κόσμο που λειτουργεί ψυχρά, τεχνοκρατικά και ανταγωνιστικά; Με δυσκολία. Και συνήθως, εις βάρος μας.
Η πολιτική ηγεσία δεν πάει πίσω. Έχουμε έναν πρωθυπουργό που κυριαρχεί δημοσκοπικά, αλλά δέχεται διαρκείς υπονομεύσεις από το ίδιο του το κόμμα. Κι έναν πρώην πρωθυπουργό που μετά από αλλεπάλληλες εκλογικές πανωλεθρίες επανεμφανίζεται ως «σωτήρας», λες και η συλλογική μας μνήμη επαναφέρει επιλεκτικά μόνο τις φωτογραφίες και όχι τα γεγονότα.
Παράλληλα, ακούγονται τοποθετήσεις για μαζική οπλοκατοχή. Πολιτικοί αρχηγοί ικετεύουν διασπαστές να τους δεχτούν σε κόμματα που… δεν υπάρχουν καν. Η δημόσια σφαίρα μοιάζει με αυτοσχέδιο θεατρικό όπου όλοι αυτοσχεδιάζουν χωρίς σενάριο.
Και σαν να μην έφτανε αυτό, βλέπουμε βουλευτές να παρατάσσουν νέους «μέγα συντελεστές» επικοινωνίας, άλλοτε να τσακώνονται σε live μετάδοση, άλλοτε να λασπολογούν με τρόπο που ξεπερνά ακόμη και τα όρια του διαδικτυακού εξευτελισμού. Από τον Πολάκη και τον Βαξεβάνη μέχρι τον Καμμένο και τους χαρακτηρισμούς του, από το reality της εσωκομματικής κατινιάς μέχρι την εναλλαγή συμβούλων τύπου Καρυστιανού–Καραχάλιου, το θέαμα θυμίζει περισσότερο καρικατούρα παρά Δημοκρατία.
Και πού οδηγεί αυτό; Στο αναπόφευκτο τρίπτυχο της ελληνικής πολιτικής: Ύβρις – Άτη – Νέμεση. Σήμερα βρισκόμαστε στην ύβρη. Την απολαμβάνουμε, τη διασκεδάζουμε, την αναπαράγουμε. Όταν έρθει η Νέμεση —και έρχεται πάντα— θα δηλώσουμε πάλι έκπληκτοι. Πάλι αμέτοχοι. Πάλι θα φταίνε κάποιοι άλλοι. Η αυτογνωσία δεν είναι ποτέ το δυνατό μας σημείο. Ίσως γι’ αυτό και η Νέμεση έχει πάντα δουλειά σε αυτόν τον τόπο.
Facebook Comments