Στο Περού τελικά ξεκαθάρισε το τοπίο. Βγήκαν στη φόρα τα στρατόπεδα και τα… μαχαίρια και ήχησαν οι πρώτες σειρήνες του… πολέμου. Όσες… διεθνείς καμπάνιες και αν κάνει ο Αλέξης Τσίπρας για το ελληνικό χρέος και την επιτακτική ανάγκη αναδιάρθρωσής του, όσα ραντεβού και αν κλείσει ο Ευκλείδης Τσακαλώτος με τους δανειστές αλλά και αμερικανούς αξιωματούχους, κανείς δεν διαπραγματεύεται με την ελληνική κυβέρνηση για το ζήτημα του χρέους. Οι διαπραγματεύσεις γίνονται μεταξύ Ευρώπης και ΔΝΤ, και εκεί τα πράγματα κάθε άλλο παρά… ειρηνικά είναι.

Η ειρωνική δήλωση του εκπροσώπου του Σόιμπλε, σχετικά με τα ραντεβού στη Λίμα, λέει πολλά για την σημαντικότητα της ελληνικής πλευράς – ή μάλλον την ασημαντότητά της – σε ότι συζητιέται για αυτήν, χωρίς αυτήν.  Ερωτηθείς ο Μάρτιν Γιέγκερ, εάν ο Σόιμπλε είχε συνάντηση με τον Τσακαλώτο, ο Γιέγκερ απάντησε: «Δεν μπορώ να θυμηθώ καν ότι ο κ. Τσακαλώτος ήταν εκεί. Από αυτό μπορείτε να συμπεράνετε ότι δεν τον είδαμε». 

Από τη μία, το προκλητικό σχόλιο του γερμανικού ΥΠΟΙΚ δείχνει την προφανή δυσαρέσκεια του Βερολίνου για τις διμερείς συναντήσεις του Τσακαλώτου με Λαγκάρντ και Τόμσεν, αφετέρου υπογραμμίζει το ότι κανείς αυτή τη στιγμή δεν διαπραγματεύεται με την Ελλάδα. Η ελληνική κυβέρνηση έχει υπογράψει ότι θα εφαρμόσει συγκεκριμένες μεταρρυθμίσεις με συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα και αφού ολοκληρωθούν η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και η πρώτη αξιολόγηση, θα τεθεί στο τραπέζι το ζήτημα του χρέους. Αλλά και αυτό θα το αποφασίσουν οι δανειστές και θα το ανακοινώσουν στην Ελλάδα.

Και εδώ είναι που τα πράγματα αρχίζουν και δυσκολεύουν πολύ.

Το τετραήμερο που πέρασε, οι δηλώσεις από τη Λίμα έβαλαν τα χαρτιά όλων στο τραπέζι. Ο Ντάισελμπλουμ και το Βερολίνο είναι από τη μία μεριά και απέναντί τους έχουν την Λαγκάρντ και τον Τόμσεν αλλά και τον Μάριο Ντράγκι.

Η Κριστίν Λαγκάρντ, επιβεβαίωσε τη θέση του Ταμείου για τη μη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους. Αν και επανέλαβε ότι η περαιτέρω μείωση των δαπανών ήταν αναγκαία από την ελληνική κυβέρνηση, ειδικά για τις συντάξεις, επιβεβαίωσε επίσης ότι το ΔΝΤ δεν θα συμμετάσχει στο ελληνικό πρόγραμμα χωρίς ουσιαστική ελάφρυνση του χρέους από τους πιστωτές της Ευρωζώνης. 

Η επικεφαλής του ΔΝΤ απέρριψε την «πρόταση» του Γερούν Ντάισελμπλουμ ( μία άποψη που ψηφίζει τόσο το Βερολίνο όσο και οESM ) ότι ένα πλαφόν της τάξεως του 15% σε σχέση με το ΑΕΠ της χώρας θα μπορούσε να καταστήσει βιώσιμο το ελληνικό χρέος. «Είναι ένα από τα πολλά συστατικά που εξετάζουμε», είπε, αλλά «σε καμία περίπτωση δεν είναι το μοναδικό».

O Μάριο Ντράγκι τόνισε και αυτός, σε συνέντευξή του στην Καθημερινή, ότι «θα πρέπει να υπάρξει ένα στοιχείο ελάφρυνσης του χρέους» για να γίνει βιώσιμο.

Ευρωπαίος αξιωματούχος επεσήμανε σε γερμανική εφημερίδα την διάσταση απόψεων μεταξύ των δανειστών, σημειώνοντας ότι το ΔΝΤ ζητά χρόνους αποπληρωμής τριάντα ετών ενώ οι Ευρωπαίοι προτείνουν σημαντικά λιγότερο χρόνο και προτείνουν την μεταφορά στην Αθήνα των 7,7 δισ. ευρώ που είναι τα κέρδη της ΕΚΤ και των εθνικών κεντρικών τραπεζών από ελληνικά ομόλογα με τα οποία η Ελλάδα θα μπορούσε κυρίως να πληρώσει τα ακριβά δάνεια του ΔΝΤ.

Αν και όποιος ευρωπαίος αξιωματούχος έχει ερωτηθεί , είτε αυτός λέγεται  Σόιμπλε, είτε λέγεται Μέρκελ, είτε λέγεται Μοσκοβισί, Ντάισελμπουλ ή Ρέγκλινγκ, τονίζει τη βεβαιότητά του ότι το ΔΝΤ τελικά θα συμμετέχει στο ελληνικό πρόγραμμα, τίποτα δεν οδηγεί σε αυτό το συμπέρασμα. Το συμπέρασμα που βγαίνει είναι ότι έχει αρχίσει (ξανά) ένας πόλεμος ανάμεσα στους πιστωτές της Ελλάδας και ανάλογα με τον… νικητή θα εξαρτηθεί αν τελικά η Ελλάδα θα αναγκαστεί να πάρει και άλλα, περαιτέρω μέτρα, πλέον αυτών που έχουν συμφωνηθεί στο τρίτο μνημόνιο.

Ποιος θα επικρατήσει στο τέλος; Το γεγονός είναι πως εάν περάσει η άποψη των Ευρωπαίων και το ελληνικό χρέος κριθεί – κάλπικα – βιώσιμο, αυτό σημαίνει πως η Ελλάδα θα πρέπει να πάρει νέα μέτρα. Γιατί; Αν επικρατήσει η «ψήφος» της Ευρώπης για ήπιες παρεμβάσεις στο χρέος, χωρίς περίοδο χάριτος και με οριακή επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής του, η συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα χλομιάζει επικίνδυνα, πράγμα που σημαίνει ότι τα 22 δισ. ευρώ που κανονικά θα έδινε το Ταμείο, θα πρέπει να καλυφθούν από την Ευρώπη.

Αυτό θέτει σε άμεσο κίνδυνο το πρόγραμμα και αυξάνει έντονα την πιθανότητα για  την ανάγκη λήψης πρόσθετων δημοσιονομικών μέτρων. 

Από την άλλη αν επικρατήσει η άποψη του ΔΝΤ που σε αυτήν φαίνεται να πατά και ο Τσίπρας όταν μιλά για αναδιάρθρωση του χρέους, σημαίνει ότι η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να εφαρμόσει τις επώδυνες απαιτήσεις του Ταμείου σε ασφαλιστικό και εργασιακά, όπως οι μεγάλες και οριζόντιες περικοπές σε μισθούς και συντάξεις, η πλήρη απελευθέρωση της αγοράς εργασίας και οι μαζικές απολύσεις.

Αυτό θα θέσει και πάλι σε κίνδυνο τη συνοχή της κυβέρνησης οδηγώντας πολύ γρήγορα σε νέες εκλογές. 

Μήπως αυτό είναι τελικά το πλάνο;

Facebook Comments