Παρατηρώντας τη μανία με την οποία οι Έλληνες πολιτικοί, δημοσιογράφοι, διαννοούμενοι και καλλιτέχνες επιτίθενται στον φιλελευθερισμό, τον «νεοφιλελευθερισμό», τον καπιταλισμό, και την αγορά, γίνεται σαφές πως οι υπερασπιστές της οικονομικής ελευθερίας έχουν χάσει παταγωδώς τη μάχη των ιδεών στη χώρα μας.

Το άρθρο αυτό απευθύνεται σε όσους πολίτες κουράστηκαν από την ιδεολογική κυριαρχία της αριστεράς και ενδιαφέρονται να εξετάσουν τρόπους αντιμετώπισής της. Κοινώς, αν πιστεύεις ότι η Ελλάδα χρεοκόπησε επειδή της έφταιξε ο νεοφιλελευθερισμός, ο καπιταλισμός και λοιπά «δαιμόνια», το άρθρο αυτό δεν είναι για σένα. Μπορείς να το προσπεράσεις.

Πριν μερικές δεκαετίες, ο Μίλτον Φρίντμαν, ο διάσημος φιλελεύθερος νομπελίστας οικονομολόγος, είχε πει σε μία διάλεξη πως «για να αλλάξουν τα πράγματα δεν χρειάζεται να αλλάξουν οι κυβερνώντες. Αρκεί να αλλάξουν οι πολίτες το περιεχόμενο αυτών που ζητούν από τους κυβερνώντες».

Ένας άλλος σημαντικός φιλελεύθερος, ο Άντονι Φίσερ (Sir Antony Fisher 1915-1988), ιδρυτής αρκετών δεξαμενών σκέψης μεταξύ των οποίων και το Atlas Network στο οποίο έχω την τιμή να εργάζομαι, το 1945 έβλεπε τη χώρα του, το Ηνωμένο Βασίλειο, να οδεύει προς τον σοσιαλισμό. Μόλις είχε διαβάσει την περίφημη έκδοση του έργου του Φ.Α. Χάγιεκ (Friedrich Hayek 1899-1992) «Ο Δρόμος προς τη Δουλεία» από το περιοδικό Readers’ Digest και είχε πειστεί πως ο ίδιος όφειλε να εμπλακεί με την πολιτική προκειμένου να σώσει τη χώρα του από την προβλεπόμενη καταστροφή. Λίγους μήνες μετά συναντήθηκε στο London School of Economics με τον μετέπειτα νομπελίστα οικονομολόγο και του είπε πως σκοπεύει να συμμετέχει στις εκλογές προκειμένου η χώρα του να αποφύγει όλα τα δεινά που ο Χάγιεκ περιέγραφε στο βιβλίο του. Η απάντηση του Χάγιεκ έμελλε να αλλάξει τη ζωή του Φίσερ, αλλά και τις ζωές αρκετών ανθρώπων, θέλω να πιστεύω προς το καλύτερο.

Ο Χάγιεκ, που ήδη εκείνη την περίοδο είχε ξεκινήσει να γράφει το επιστημονικό του άρθρο «Intellectuals and Socialism», του πρότεινε να μην ασχοληθεί με την πολιτική ως υποψήφιος. «Ήταν για μένα μία μοιραία συνάντηση» ανέφερε ο Φίσερ μετά τη συνάντηση στο LSE. «Ο Χάγιεκ με προειδοποίησε να μην σπαταλήσω το χρόνο μου-όπως τότε σκεπτόμουν-ακολουθώντας πολιτική καριέρα. Μου εξήγησε πως η καθοριστική επιρροή στην μεγάλη μάχη των ιδεών και της πολιτικής ανήκε στους διανοούμενους, τους οποίους αποκάλεσε «μεταπράτες ιδεών» [second-hand dealers in ideas].

Σήμερα στη χώρα μας ένας άνθρωπος που επιθυμεί να ζήσει σε μία φιλελεύθερη κοινωνία δεν έχει και πολλά να ελπίζει. Η νεολαία βρίσκει σταθερά έκφραση στην άκρα αριστερά και την άκρα δεξιά, σε αυτό που οι κλασικοί φιλελεύθεροι ονομάζουν «Ριζοσπαστικό Κολλεκτιβισμό.» Ο αριθμός των πολιτών που πιστεύει σε θεωρίες συνομωσίας είναι ανησυχητικά μεγάλος. Ο οικονομικός αναλφαβητισμός, που αναπαράγεται σε καθημερινή βάση από τα μέσα ενημέρωσης, είναι διάχυτος. Οι πολίτες, οι πολιτικοί, ακόμα και μία μεγάλη πλειοψηφία επιχειρηματιών, εξαρτώνται άμεσα ή έμμεσα από το κράτος ή τις ευρωπαϊκές επιδοτήσεις.

Πώς μπορεί λοιπόν να αλλάξει το κλίμα των ιδεών στη χώρα μας προς μία καλύτερη κατεύθυνση που να θυμίζει μία ευνομούμενη αστική δημοκρατία με μεγάλο βαθμό οικονομικής, πολιτικής, και κοινωνικής ελευθερίας;

Αν λάβουμε υπόψη τα λεγόμενα του Φρίντμαν, του Χάγεκ, και του Φίσερ, για να ξεφύγει η χώρα από την μεταπολιτευτική ιδεολογική κυριαρχία της αριστεράς και των συνεπειών της, δηλαδή του κρατισμού και της παντοδυναμίας των συντεχνιακών και άλλων ομάδων συμφερόντων, πρέπει οι υπέρμαχοι της οικονομικής και πολιτικής ελευθερίας να πείσουν τους συμπολίτες τους να αλλάξουν το “περιεχόμενο αυτών που ζητούν από τους κυβερνώντες”. Χρειάζεται ο μεταρρυθμιστικός, φιλελεύθερος (με την ευρεία έννοια) χώρος να αφήσει τις κομματικές διαφορές στην άκρη και να προσπαθήσει με μεθοδικότητα και συνέπεια να εκκινήσει έναν νέο γύρο διαλόγου με την κοινωνία από την οποία έχει απομακρυνθεί.

Οι διανοούμενοι, δηλαδή, οι μεταπράτες των ιδεών, πρέπει να πειστούν μέσω του κοινωνικού διαλόγου να εγκαταλείψουν τις ξεπερασμένες και επικίνδυνες απόψεις που θέλουν τον σοσιαλισμό και τον κρατισμό ως τις βέλτιστες μορφές οργάνωσης της κοινωνίας και να αγκαλιάσουν τις αρχές της ελευθερίας, της ισονομίας, και του κράτους δικαίου.

Αυτός ο διάλογος, συνήθως εκκινείται από δεξαμενές σκέψης, τα γνωστά think tanks, που έχουν ως στόχο την προώθηση ιδεών, πολιτικών προτάσεων, και ερευνητικού έργου, εκτός κομματικών πλαισίων στους μεταπράτες των ιδεών, τους πολιτικούς, τους επιχειρηματίες, και τους πολίτες γενικότερα. Το πεδίο δράσης των δεξαμενών σκέψης είναι εξ ορισμού η κοινωνία των πολιτών, δηλαδή ο χώρος που καλύπτει το κενό ανάμεσα στο κράτος και τους πολίτες.

Η επιτυχία τους βασίζεται σε τρία χαρακτηριστικά: Συνέπεια προς τις αρχές τους, ποιότητα ερευνητικού έργου, αδιαπραγμάτευτη διαφάνεια και οικονομική ανεξαρτησία από κομματικούς μηχανισμούς και ομάδες συμφερόντων.
Η ευθύνη για την αλλαγή της πορείας της χώρας δεν βρίσκεται ούτε στην κυβέρνηση, ούτε στους επίδοξους αρχηγούς της Νέας Δημοκρατίας, ούτε σε κάποιο άλλο πολιτικό κόμμα ή χαρισματικό ηγέτη.

Αντίθετα, βρίσκεται στα χέρια των ανθρώπων που είναι αποφασισμένοι να αποτελέσουν τους «κοινωνικούς επιχειρηματίες» που θα επαναπροσδιορίσουν τον δημόσιο διάλογο και θα αντιστρέψουν το αρνητικό κλίμα που επικρατεί στη μεγάλη μάχη των ιδεών εδώ και δεκαετίες. Αν δεν υπάρξει μία τέτοια προσέγγιση, ενδέχεται να συνεχίσουμε να πορευόμαστε με το «λεφτά υπάρχουν», τα Ζάππεια, τα σκισμένα μνημόνια, τα προγράμματα της Θεσσαλονίκης και οτιδήποτε νέο σκαρφιστεί η πολιτική τάξη, προκειμένου να διαιωνίσει την ισχύ της όπως αυτή εκφράζεται από την άσκηση της εξουσίας.

Facebook Comments