Προεκλογικό ντιμπέιτ χωρίς …δημοσιογράφους στην Αυστρία
Προεκλογικό ντιμπέιτ χωρίς …δημοσιογράφους στην Αυστρία
Προεκλογικό ντιμπέιτ χωρίς …δημοσιογράφους στην Αυστρία
Το σκηνικό θυμίζει υπόγειο αθηναϊκό θέατρο. Στην αρχή σκοτάδι. Ξαφνικά ανάβουν οι προβολείς και το φιλοθεάμον κοινό αντικρίζει το λιτό σκηνικό: ένα τραπέζι και δύο καρέκλες, κουρτίνα στο βάθος της σκηνής. Ο Νόρμπερτ Χόφερ από το ακροδεξιό Κόμμα των Ελευθέρων (FPÖ) και ο Αλεξάντερ φαν ντερ Μπέλεν από το κόμμα των Πρασίνων κάθονται ο ένας απέναντι στον άλλον, σιωπηλοί. Μοιράζονται μία καράφα με νερό. Μία τελευταία ματιά στις σημειώσεις. Μόλις ακουστεί το κουδούνι, ή μάλλον το γκογκ της έναρξης, θα αρχίσει η ρητορική μονομαχία των δύο υποψηφίων χωρίς παρουσιαστή, χωρίς δημοσιογράφους, χωρίς συγκεκριμένες ερωτήσεις, χωρίς έλεος. Μοναδική τους υποχρέωση είναι να τηρήσουν τον συνολικό τηλεοπτικό χρόνο των 45 λεπτών. Η δημόσια τηλεόραση ORF απουσιάζει, το ντιμπέιτ φιλοξενείται στον ιδιωτικό τηλεοπτικό σταθμό ATV.
Το ασυνήθιστο τηλεοπτικό πείραμα θα έδινε το στίγμα αυτών των προεδρικών εκλογών αν δεν υπήρχε ένα ακόμη πιο ασυνήθιστο πολιτικό διακύβευμα: για πρώτη φορά ένας ακροδεξιός υποψήφιος διεκδικεί με αξιώσεις την προεδρία της μεταπολεμικής Αυστρίας, για πρώτη τα παραδοσιακά κόμματα καταρρέουν, για πρώτη φορά ένας «Πράσινος» υποψήφιος προσπαθεί να συνενώσει τις μετριοπαθείς πολιτικές δυνάμεις, υψώνοντας ανάχωμα στην επέλαση των εθνολαϊκιστών. Από τα πρώτα λεπτά η ρητορική μονομαχία θυμίζει αγώνα πυγμαχίας. Ο Χόφερ, πρώην μάνατζερ της Lauda Air και διδάσκαλος της ρητορικής, είναι ο πυγμάχος που ψάχνει το γρήγορο χτύπημα και δουλεύει με τα πόδια, προσπαθεί να εκνευρίσει τον αντίπαλο με την ενεργητικότητά του. Ο φαν ντερ Μπέλεν, καθηγητής πανεπιστημίου, είναι ο μποξέρ που δίνει τον ρυθμό και δουλεύει με τον χρόνο, προσπαθεί να εκνευρίσει τον αντίπαλο με την αυτοκυριαρχία του.
Συζήτηση χωρίς περιεχόμενο
Επί 45 λεπτά οι δύο υποψήφιοι μιλούσαν περισσότερο επί προσωπικού και λιγότερο για τις πολιτικές θέσεις τους. Ο φαν ντερ Μπέλεν κατηγόρησε τον αντίπαλό του ότι «δεν έχει ιδέα από οικονομική πολιτική» για να πάρει την απάντηση ότι εκείνος «δεν έχει δουλέψει ποτέ στην ελεύθερη οικονομία». Ο Χόφερ θεωρεί ότι ο αντίπαλός του «ψεύδεται» γιατί αυτοπροβάλλεται ως ανεξάρτητος υποψήφιος. Ο φαν ντερ Μπέλεν επιμένει ότι έχει μπροστά του την προσωποποίηση του αυταρχισμού. «Εγώ κοιτάω την Αυστρία, εσείς όχι» αντιτείνει ο Χόφερ, επισείοντας την απειλή μίας αόρατης συνομωσίας κατά των Αυστριακών, στην οποία πρωταγωνιστούν τα παραδοσιακά πολιτικά κόμματα και- ακόμα χειρότερα- οι Βρυξέλλες. Αλλά ο καθηγητής φαν ντερ Μπέλεν δεν παραλείπει και τα «βελούδινα χτυπήματα» λέγοντας ότι προφανώς ο εθνολαϊκιστής υποψήφιος «δεν έχει μελετήσει επαρκώς το σύνταγμα της χώρας». Ποιος επικράτησε τελικά στην απευθείας τηλεοπτική μονομαχία;
«Και οι δύο ρεζιλεύτηκαν, το προεδρικό αξίωμα ζημιώθηκε» υποστηρίζει ο πολιτικός αναλυτής Τόμας Χόφερ, επισημαίνοντας ότι η ανταλλαγή απόψεων έγινε «σε επίπεδο νηπιαγωγείου». «Οι δύο υποψήφιοι απλώς ξεμπροστιάστηκαν» συμπληρώνει ο δημοσιογράφος της εφημερίδας Der Standard Τόμας Μάγερ. «Και οι δύο κάνουν ό,τι μπορούν για να πέσει κάτω από το 20% το ποσοστό συμμετοχής στον δεύτερο γύρο» σχολιάζουν κάποιοι μέσω Twitter. Για τον πολιτικό επιστήμονα Χούμπερτ Ζίκινγκερ είναι ξεκάθαρο πλέον ότι «μία τέτοια συζήτηση δεν μπορεί να λειτουργήσει χωρίς συγκεκριμένο πλαίσιο» και χωρίς τον δημοσιογράφο ως διαμεσολαβητή. «Ήταν ένα πείραμα που απέτυχε» σχολιάζει η αυστριακή εφημερίδα Kurier.
Το ντιμπέιτ ως τηλεοπτικό προϊόν
Κι όμως, δεν ήταν η πρώτη φορά που οι Αυστριακοί έβλεπαν ντιμπέιτ-μονόπρακτο. Τον Ιανουάριο του 1970 ο καγκελάριος Γιόζεφ Κλάους είχε συμμετάσχει σε παρόμοια τηλεοπτική αναμέτρηση στο πλατό της κρατικής τηλεόρασης, με αντίπαλο τον επικεφαλής της σοσιαλδημοκρατικής αντιπολίτευσης Μπρούνο Κράισκι. Δύο υποψήφιοι χωρίς παρουσιαστή, λιτό σκηνικό, ασπρόμαυρη οθόνη, συζήτηση επί της ουσίας. Τελικά ο Κράισκι μάλλον κέρδισε τις εντυπώσεις. 46 χρόνια αργότερα το τηλεοπτικό αποτέλεσμα δεν ήταν ανάλογο. Πάντως το ιδιωτικό κανάλι ATV έκανε ό,τι μπορούσε για να μεγιστοποιήσει την τηλεοπτική εμπειρία. Αν στην τηλεοπτική συζήτηση του 1970 ο πρόλογος περιοριζόταν στην ανάγνωση του βιογραφικού των υποψηφίων, η τηλεοπτική εμπειρία του 2016 άρχισε με τα πλάνα των δύο μονομάχων να φτάνουν στο στούντιο, ενώ ακολούθησε εκτεταμένη ανάλυση στην οποία συμμετείχαν πολιτικοί επιστήμονες αλλά και οι σύμβουλοι επικοινωνίας των δύο υποψηφίων. Κι όμως, το πείραμα απέτυχε. Μήπως λόγω «ατελείας των οργάνων», δηλαδή του πολιτικού προσωπικού;
Facebook Comments