Η προδιαγεγραμμένη κρίση της Σοσιαλδημοκρατίας
Ο αυστριακός σοσιαλδημοκράτης καγκελάριος παραιτήθηκε επειδή ο υποψήφιος του κόμματός του ηττήθηκε οικτρά στον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών
Ο αυστριακός σοσιαλδημοκράτης καγκελάριος παραιτήθηκε επειδή ο υποψήφιος του κόμματός του ηττήθηκε οικτρά στον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών
Ο αυστριακός σοσιαλδημοκράτης καγκελάριος παραιτήθηκε επειδή ο υποψήφιος του κόμματός του ηττήθηκε οικτρά στον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών, στον οποίο επικράτησε ο υποψήφιος της άκρας δεξιάς. Ένα παρόμοιο σενάριο μπορεί να αποκλειστεί στη Γερμανία καθότι ο καγκελάριος δεν εκλέγεται απευθείας από τους πολίτες. Ως εκ τούτου δεν θα μπορούσαν να προκύψουν και αντίστοιχες αλυσιδωτές αντιδράσεις.
Παρά ταύτα υπάρχουν διάφοροι παραλληλισμοί που αφορούν κυρίως στην εξέλιξη των κομμάτων. Σε αμφότερες χώρες οι Σοσιαλδημοκράτες και οι Συντηρητικοί χάνουν συνεχώς έδαφος.
Αν και στη Γερμανία είναι κάτι το καινούργιο, είναι γεγονός ότι παρόμοιες τάσεις παρατηρούνται σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες εδώ και χρόνια. Στην Αυστρία το ακροδεξιό Κόμμα των Ελευθέρων FPÖ συμπρωταγωνιστεί στην πολιτική σκηνή της χώρας τα τελευταία 15 χρόνια.
Το ίδιο ισχύει και για το Εθνικό Μέτωπο στη Γαλλία, με τον πρώην πρόεδρο του κόμματος Ζαν Μαρί Λεπέν να συγκεντρώνει στις προεδρικές εκλογές του 2002 μεγαλύτερα ποσοστά από τον υποψήφιο των Σοσιαλιστών Λιονέλ Ζοσπέν. Στη δε Αυστρία το FPÖ είχε καταφέρει νωρίτερα να συμμετάσχει και στην κυβέρνηση του τότε καγκελαρίου Βόλφγκανγκ Σούσελ. Μια εξέλιξη την οποία οι Βρυξέλλες είχαν «τιμωρήσει» με πολύμηνες κυρώσεις σε διπλωματικό επίπεδο.
Σε αναζήτηση υποψηφίου
Εντούτοις η πολιτική αυτή δεν κατάφερε να ανακόψει την ανοδική πορεία κομμάτων του ακροδεξιού χώρου σε βάρος των παραδοσιακών κομμάτων. Το ότι η περιθωριοποίηση και ο αποκλεισμός από τον πολιτικό διάλογο φέρνει συχνά τα αντίθετα από τα επιθυμητά αποτελέσματα, καταδεικνύει και το πρόσφατο παράδειγμα της Γερμανίας.
Η Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD), που ξεκίνησε ως αμιγώς ευρωσκεπτικιστικό, έχοντας κάνει σημαία του την έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ και που εξελίχθηκε, με αφορμή την προσφυγική κρίση, στον απόλυτο εκφραστή ξενοφοβικών τάσεων, έχει καταφέρει να εκπροσωπείται στο μεταξύ σε οκτώ περιφερειακά κοινοβούλια της χώρας. Διεκδικεί πλέον με αξιώσεις και την εκπροσώπησή του στο ομοσπονδιακό κοινοβούλιο στις εκλογές του 2017, με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις να προβλέπουν για το κόμμα διψήφιο ποσοστό.
Αξιοσημείωτο είναι ότι με το πέρασμα του χρόνου η απόσταση που τους χωρίζει δημοσκοπικά από τους Σοσιαλδημοκράτες γίνεται ολοένα μικρότερη. Ένα παραδοσιακό κόμμα εξουσίας, όπως το SPD, που συγκεντρώνει μόλις το 20% της εκλογικής προτίμησης, και μάλιστα μετά βίας, έχει αναμφίβολα ένα σοβαρό πρόβλημα. Και δεν πρόκειται να το λύσει όσο δεν αποσαφηνίζεται η διαδικασία και κυρίως το πρόσωπο που θα αναλάβει το δύσκολο έργο να αναμετρηθεί με την Άγκελα Μέρκελ για την καγκελαρία την ερχόμενη χρονιά.
Τα βαθύτερα αίτια της κατάρρευσης των ποσοστών του SPD και της αποδοχής του από το εκλογικό σώμα είναι πολλά και διαφορετικά.
Καταλυτικό ρόλο διαδραμάτισε αναμφίβολα η ριζική αλλαγή πορείας στην οικονομική και κοινωνική πολιτική που δρομολόγησε το 2002 ο τότε σοσιαλδημοκράτης καγκελάριος Γκέρχαρντ Σρέντερ. Μπορεί η αποδόμηση του κοινωνικού κράτους να ήταν η αναπόφευκτη και δέουσα απάντηση στην παγκοσμιοποίηση, εντούτοις για τους παραδοσιακούς ψηφοφόρους του κόμματος ισοδυναμεί με την κατάρρευση του κοινωνικού κράτους με την υπογραφή του SPD. Και όσο οι Χριστιανοδημοκράτες άρχισαν να προσανατολίζονται περισσότερο προς το πολιτικό κέντρο, τόσο πιο δύσκολα γίνονταν τα πράγματα για τους Σοσιαλδημοκράτες.
Προς συγκυβέρνηση CDU και Πρασίνων;
Και οι συντηρητικοί της καγκελαρίου Μέρκελ όμως πληρώνουν ένα αρκετά υψηλό τίμημα για την αλλαγή πλεύσης σε μείζονος σημασίας πολιτικά πεδία. Η εγκατάλειψη συντηρητικών αξιών στο πεδίο της πολιτικής για την οικογένεια ή η πορεία στο προσφυγικό ωφέλησαν αναμφίβολα το AfD. Και όσο οι Σοσιαλδημοκράτες είναι αναποφάσιστοι αναφορικά με τον υποψήφιο καγκελάριο, άλλο τόσο διστακτικοί είναι και οι Χριστιανοδημοκράτες όσον αφορά τη μεταχείριση και αντιμετώπιση του αδελφού κόμματος των Χριστιανοκοινωνιστών της Βαυαρίας.
Οι τελευταίοι κινούνται συχνά στα επίπεδα του ξενοφοβικού AfD για να υπερασπιστούν το στάτους του κόμματος εξουσίας. Μπροστά σε αυτό η Άγκελα Μέρκελ κάνει τα στραβά μάτια, γνωρίζοντας ότι εάν θέλει να παραμείνει στην καγκελαρία και μετά το 2017, χρειάζεται οπωσδήποτε μια ισχυρή CSU. Το πιο πιθανό σενάριο βέβαια, τουλάχιστον στην παρούσα φάση, είναι η συνέχιση της κυβερνητικής συμμαχίας με το SPD.
Σε περιφερειακό επίπεδο όμως η εικόνα αλλάζει άρδην και γίνεται πιο πολύχρωμη. Στη Ρηνανία-Παλατινάτο συγκυβερνούν πλέον SPD, Φιλελεύθεροι και Πράσινοι. Στην Σαξονία-Άνχαλτ Χριστιανοδημοκράτες, Σοσιαλδημοκράτες και Πράσινοι. Και όσο συνεχίζεται η καθοδική πορεία των Σοσιαλδημοκρατών και οι ακροδεξιοί κερδίζουν έδαφος, δεν αποκλείεται να προκύψει και σε ομοσπονδιακό επίπεδο ένα νέο κυβερνητικό σχήμα. Μια συγκυβέρνηση Χριστιανοδημοκρατών και Πρασίνων, για παράδειγμα, που θεωρείτο αδιανόητη μέχρι πριν από λίγα χρόνια, φαντάζει πλέον ως άκρως ρεαλιστικό σενάριο.
Facebook Comments