Οι διεθνείς κεφαλαιαγορές έμοιαζαν αναστατωμένες μετά την απόφαση της Βρετανίας στο δημοψήφισμα της 23ης Ιουνίου να εγκαταλείψει την Ευρωπαϊκή Ενωση (Brexit). Εκτοτε σταθεροποιούνται ομαλά και κάποια στιγμή σε ορίζοντα τριών ή τεσσάρων μηνών από σήμερα θα διεκπεραιώνουν τις συναλλαγές τους ακόμα καλύτερα, έως ότου ξεσπάσει η επόμενη κρίση. Και σε αυτήν την περίπτωση η Ιστορία δεν μας καθησυχάζει και πολύ.

Εξαιρουμένης μιας οξείας παγκόσμιας ύφεσης, η οποία δεν φαίνεται να επίκειται, η πτώση των χρηματιστηριακών δεικτών σε τέτοια κλίμακα συνήθως αντιστρέφεται σε διάστημα τριών ή τεσσάρων μηνών. Κι αυτό επειδή η ταχεία και δραματική πτώση ενσωματώνει πανικό, δηλαδή την επείγουσα επιθυμία να μειωθούν οι ζημίες πριν εμπεδωθεί το ευρύτερο νόημα ενός σοκ της αγοράς. Ορισμένες φορές παρατηρείται γρήγορη ανάκαμψη, όπως συνέβη μετά τις αρχικές πτώσεις ως απότοκο του δημοψηφίσματος. Στη συνέχεια ακολούθησαν δραστικότερες απώλειες, μέχρις ότου οι αγορές ξαναβρούν την ισορροπία τους.

Την περασμένη εβδομάδα ο Τζέφρι Κλάιντοπ, επικεφαλής διεθνούς επενδυτικής στρατηγικής της Charles Schwab, απαρίθμησε τρία επεισόδια από το 2009 και μετά, τα οποία ξεκίνησαν με σημαντική πτώση δεικτών και ολοκληρώθηκαν ομαλά με ανάκαμψή τους. Το πρώτο ξεκίνησε στις 11 Μαρτίου 2001 με σεισμό, τσουνάμι και πυρηνικό ατύχημα στην Ιαπωνία και αρχικά οι αγορές, όπως είχα τότε γράψει, δεν ήταν σε θέση να αντιληφθούν τις διαστάσεις της κρίσης με τον Nikkei να καταβαραθρώνεται 6%. Σε τέσσερις μήνες επανήλθε στα επίπεδα από όπου ξεκίνησε.

Την 1η Αυγούστου 2011 στις ΗΠΑ, όταν το Κογκρέσο δεν ήταν σε θέση να καταλήξει σε συμφωνία για την αύξηση του ορίου δανεισμού της χώρας, ο δείκτης S&P 500 υποχώρησε 3%, εν μέρει ανέκαμψε και μετά στις 3 Οκτωβρίου είχε πτώση 14%. Το τρίμηνο που ακολούθησε ανέκαμψε. Τρίτη περίπτωση είναι αυτή της 27ης Μαρτίου 2012, όταν η ευρωπαϊκή κρίση χρέους εξώθησε την Ισπανία σε προϋπολογισμό λιτότητας, προκάλεσε τις αντιδράσεις των εργαζομένων, που διοργάνωσαν απεργίες και οδήγησε τον πανευρωπαϊκό δείκτη Stoxx Europe 600 σε απώλειες 3% σε μία μέρα και 11% συνολικά. Σε τρεις μήνες μόνο υπήρξε ανάκαμψη, ακόμα κι αν μεσολάβησε ύφεση.

Βέβαια, η μετά το 2009 περίοδος είναι πολύ βραχεία να εξαχθούν συμπεράσματα για τη μακροπρόθεσμη επίδοση των αγορών, οπότε μία διεισδυτικότερη προσέγγιση δίνει και μία χρησιμότερη προοπτική. Ο Πολ Χίκεϊ, συνιδρυτής του επενδυτικού ομίλου Bespoke Investment Group, χρησιμοποίησε έναν τεχνικό δείκτη –τον κινούμενο μέσο όρο 50 ημερών του S&P 500– και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι προ δημοψηφίσματος οι επενδυτές είχαν ωθήσει τις τιμές των μετοχών σε επίπεδα πολύ υψηλότερα των σημερινών. Αυτό θα ήταν καλό, εάν η πλειονότητα των ψηφοφόρων είχε ταχθεί υπέρ της παραμονής της Βρετανίας στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Τελικώς, αυτή η ανοδική τάση προ της ψήφου του Brexit διαμόρφωσε ένα δυσάρεστο καθοδικό κλίμα.

Ο συνδυασμός των υπερβολικών αγορών αμέσως πριν από τις υπερβολικές πωλήσεις ήταν τόσο ασυνήθιστο, όπως τόνισε ο κ. Χίκεϊ, ώστε «η διατύπωση του εξαιρετικού συμβάντος να το υποβαθμίζει, δεδομένου ότι αυτές οι ακραίες αντιθέσεις ήταν οι μεγαλύτερες από το 1928». Σχετικά παρόμοια γεγονότα είχαν σημειωθεί: πρώτον, τον Οκτώβριο του 1989, όταν δεν κατέστη εφικτή η εξαγορά με μόχλευση της United Airlines και η αγορά ομολόγων σκουπιδιών κατέρρευσε για να επανακάμψει ένα τρίμηνο αργότερα, και, δεύτερον, στις 10 Μαΐου 1940, όταν παραιτήθηκε ο Βρετανός πρωθυπουργός Νέβιλ Τσάμπερλεν, τον αντικατέστησε ο Ουίνστον Τσόρτσιλ, η Γερμανία εισέβαλε στο Βέλγιο και την Ολλανδία και άρχισε να κάνει επιδρομή στη Γαλλία. Οι αγορές ήταν εντελώς απροετοίμαστες, μέσα σε δύο ημέρες ο S&P 500 υποχώρησε 8,3%, τα επόμενα δύο χρόνια ο πόλεμος εξαπλώθηκε, εκατομμύρια πέθαναν και ως παράπλευρη απώλεια ο εν λόγω δείκτης απώλεσε 33% της αξίας του – επανήλθε μετά τρία χρόνια. Σήμερα τα προβλήματα είναι διαχειρίσιμα και τα δεδομένα δείχνουν ταχεία ανάκαμψη των αγορών.

Facebook Comments