Lengo (Ελλάδα)
Το 2008 είχα μία ανησυχία για τα οικονομικά μου
Το 2008 είχα μία ανησυχία για τα οικονομικά μου
Το 2008 είχα μία ανησυχία για τα οικονομικά μου.
Η δουλειά δεν πήγαινε τόσο καλά, ενώ τα έξοδα αυξάνονταν.
Βλέπετε, μεγάλωναν τα παιδιά και είχαν περισσότερες απαιτήσεις. Σπουδές, χαρτζιλίκι …
Αλλά και η γυναίκα μου, με έτρωγε συνεχώς να αλλάξουμε αυτοκίνητο, που δεν είχε παλιώσει αλλά ήταν μικρό, και να πάμε διακοπές στο Μπαλί. Νέο σπίτι είχαμε, με στεγαστικό δάνειο για 30 χρόνια, νέα γειτονιά, νέοι γείτονες, νέα στάνταρ …
Το 2009 έφαγα το πρώτο στραπάτσο, όταν συνειδητοποίησα ότι με ετήσια έξοδα και έσοδα 80.000 50.000, δεν βγαίνουμε. Κάτι έπρεπε να γίνει, αλλά το «οικογενειακό συμβούλιο» τελείωσε με γκρίνιες:
Τα παιδιά δεν άκουγαν κουβέντα για μειώσεις στο χαρτζιλίκι. Ο πιο μικρός, ο χαϊδεμένος μου, αυτός που ποτέ δεν μου έλεγε όχι, με κοίταζε με μισό μάτι. Και η μεγάλη, ζωγράφισε στην πόρτα του δωματίου της μία κρεμάλα, με έναν κρεμασμένο που είχε γένια σαν τα δικά μου … Τα άλλα δύο παιδιά ήταν πιο ήρεμα, ίσως καταλάβαιναν το πρόβλημα, αλλά δεν μίλησαν. Ενώ η γυναίκα μου γκρίνιαζε που δεν πήραμε το αυτοκίνητο και δεν πήγαμε στο Μπαλί.
Γιατί αποφάσισα να κάνω περικοπές. Α, όλα κι όλα. Θα έκοβα και σε όποιον άρεσε.
Στα 3 μεγαλύτερα παιδιά, έκοψα το χατζιλίκι 30%. Και διακοπές πήγαμε στην Κέρκυρα. Με το παλιό αυτοκίνητο. Στον μικρό έκοψα το 10%, είπαμε, ήταν ο χαϊδεμένος μου.
Αλλά το πρόβλημα δεν λύθηκε. Η Τράπεζα έστελνε συνεχώς επιστολές για το στεγαστικό που άφηνα απλήρωτο, και όλες οι κάρτες είχαν φτάσει στο κόκκινο.
Γιατί τα έξοδα εξακολουθούσαν να είναι πιο μεγάλα από τα έσοδα.
Ζήτησα δανεικά από ένα φίλο. Μου έδωσε. Πολύ μεγάλο ποσό, γύρω στα 80.000 ευρώ.
Αλλά με δύο όρους:
Πάρτα μου είχε πει η γυναίκα μου, πάρτα να σωθούμε και βλέπουμε. Μήπως θα ψάχνει ο Άγγελος Μ. (Έτσι λέγανε το φίλο, δεν θα αποκαλύψω το επώνυμό του) να δει πού πάει κάθε ευρώ που χαλάμε?
Τα πήρα, αλλά τα πράγματα πήγανε χειρότερα.
Παρ όλο που έκοψα κι άλλο τα χαρτζιλίκια και τα έξοδα, είχαν μειωθεί τα έσοδα από τη δουλειά μου, και έτσι ήμουν πάλι στο μείον.
Και πώς να μη μειωθούν? Από τα δανεικά που πήρα, τα 20.000 που ήταν για να τα ρίξω στη δουλειά μου, πήγανε στα χαρτζιλίκια.
Ιδίως, σε εκείνο τον μικρό, που ήταν η αδυναμία μου …
Το 2012, έχασα τον έλεγχο εντελώς.
Ο μεγάλος γιος ξεσηκώθηκε, και έπεισε ταυς άλλους να αναλάβει αυτός το μαγαζί.
Με έβαλαν στην άκρη, και δεν μπορούσα και να παραπονεθώ, αφού τα είχα κάνει θάλασσα.
Ο μεγάλος, έπεισε το φίλο μου να μας δανείσει ξανά. Και υπέγραψε και χαρτιά μαζί του, για το πώς θα τα χρησιμοποιούσε τα δανεικά αυτά. Πήραμε όλοι βαθιά ανάσα. Αλλά όταν μας είπε ότι σκέπτεται να πουλήσει ένα από τα 3 εξοχικά που είχαμε, πέσαν όλοι να τον φάνε. Με πρώτη τη γυναίκα μου, που έλεγε ότι αυτό ήταν από την προίκα της και της θύμιζε τα παιδικά της χρόνια.
Τι κι αν είχαμε να πάμε 10 χρόνια στο εξοχικό αυτό, τι κι αν είχε ρημάξει, τι κι αν ήταν μόνο έξοδο, τι κι αν μπορούσε ακόμη να πουληθεί σε καλή τιμή .
Ανένδοτη η γυναίκα μου.
Ως κατακεκλιμένα 2014 , κάτι πήγε να μαζέψει ο μεγάλος … Αν μη τι άλλο, είχα μια ελπίδα ότι μπορεί και να τα καταφέρει .
Αλλά τότε, άρχισε η γυναίκα μου ένα πόλεμο συστηματικό.
Και άρχισε να μοιράζει υποσχέσεις σε όλους μας, ότι αν αναλάμβανε αυτή την αρχηγία, είχε τις λύσεις στο τσεπάκι της. Έταζε ότι είχε τρόπο να ανεβάσει τα έσοδα, χωρίς να χρειαστεί να πουλήσουμε τίποτα, και ΚΥΡΙΩΣ χωρίς να χρειαστεί να αλλάξουμε τίποτα ή να δουλέψουμε περισσότερο.
Ο μικρός, η αδυναμία μου, την άκουγε και κρεμόταν από το στόμα της.
Τα άλλα δύο παιδιά, που ποτέ δεν φώναζαν και πολύ, απελπισμένα που δεν βλέπανε φως, συμφώνησαν και αυτά. Όχι επειδή την πίστεψαν, αλλά επειδή δεν έβλεπαν και καμία λύση. Ο μεγάλος δεν φρόντισε ποτέ να τους εξηγήσει τι κάνει και ποιο είναι το σχέδιό του, αν είχε κι αυτός κάποιο σχέδιο.
Απογοητευμένος κι αυτός (ο μεγάλος), τα παράτησε και ανέλαβε η γυναίκα μου.
Από την πρώτη στιγμή στο μαγαζί, όλα πήγαιναν στραβά. Οι υπάλληλοι που μας είχαν μείνει κορόιδευαν, και οι προμηθευτές μας έκοψαν κάθε πίστωση.
Αυτή συνέχισε να τάζει και αύξησε και το χαρτζιλίκι στο μικρό , στον χαϊδεμένο μου …
Αυτόν, που ούτε το πιάτο από το τραπέζι δεν σήκωνε , όταν έτρωγε. Και στην κόρη μας είπε ότι δεν χρειάζεται να ξαναπάει στο μαγαζί για δουλειά . Επειδή η δουλειά είχε πέσει, της είπε να κάθεται σπίτι και θα της έδινε και χαρτζιλίκι …
Ο φίλος που μας είχε δανείσει, τα είχε κι αυτός χαμένα με την οικογένειά μου.
Η γυναίκα μου, παρά την ανάγκη που συνεχίσαμε να έχουμε για δανεικά, τον έβριζε, λες και έφταιγε αυτός για το χάλι μας. Και από κοντά τον έβριζε και ο μικρός … ο χαϊδεμένος μου …
Το 2015 , εκεί που όσα παιδιά δεν είχαν ακόμη καταλάβει την καταστροφή που έρχεται , συζητούσαν για το πού θα πάμε διακοπές, η γυναίκα μου είχε άλλη έμπνευση:
Θα μας έβαζε λέει όλους να ψηφίσουμε, δημοψήφισμα.
Για το αν έπρεπε να κόψουμε λίγο τα έξοδα για διακοπές, όπως είχε σκεφτεί ο μεγάλος όταν ήταν αρχηγός ή όχι.
Η απάντηση ήταν φυσικά ένα ΠΕΡΗΦΑΝΟ ΟΧΙ !!!
Σιγά που δεν θα πηγαίναμε διακοπές …
Αλλά με τι λεφτά θα πηγαίναμε διακοπές? Ούτε για το ρεύμα στο μαγαζί δεν είχαμε λεφτά πια.
Η γυναίκα μου όμως, νοιώθοντας δυνατή με το ΟΧΙ μας, έβαλε τα καλά της και πήγε στις Βρυξέλλες (εκεί που έμενε ο φίλος μου ο Άγγελος ο Μ. – Επώνυμα δεν λέμε).
Του είπε ότι η συντριπτική πλειοψηφία των μελών της οικογένειας, όχι μόνο δεν είχε σκοπό να κόψει τις διακοπές, αλλά ότι ΑΠΟΦΑΣΙΣΕ να πάει φέτος περισσότερες ημέρες!
Αυτός την κοίταζε σαν να έβλεπε τρελή.
Η λογίστριά του, ας την λέμε Β.Σ. (Γιατί ονόματα δεν λέμε) τον έβλεπε να το συζητάει και αγρίευε. Διώξ τους να πάνε στο καλό του έλεγε. Ξέχνα και τα δανεικά που τους έδωσες, γιατί αυτοί μια ζωή θα ζητάνε περισσότερα.
Απελπισμένος ο φίλος, με πήρε τηλέφωνο να ακούσει τη γνώμη μου.
Δεν ήξερα τι να του πω, γιατί κι εγώ τον είχα κοροϊδέψει.
Λένε ότι μιλούσε μαζί της 17 ώρες …
Χαρά στην αντοχή του … Τελικά την έπεισε (ή μήπως τον έπεισε αυτή, για να του πάρει κι άλλα δανεικά?) Να τον ακούσει και να σταματήσει να λέει χαζομάρες .
Ότι και να συνέβη, γύρισε πίσω στην Αθήνα, και ενώ ήταν σαν βρεγμένη γάτα, είπε στα παιδιά ότι νίκησε και να μην ανησυχούν. Και ότι θα πουλούσε και το παλιό εξοχικό, αλλά και άλλα … Μόνο που δεν υπήρχε πια αγοραστής, αλλά ούτε και έψαχνε.
Κάτι πήγε να πει ο μικρός, αλλά ξαναπροσέλαβε την καθαρίστρια που καθάριζε τη γκαρσονιέρα του και το βούλωσε.
Και όταν πήγε να διαμαρτυρηθεί, άρχισε να διαμαρτύρεται κι αυτή μαζί του !!!
Δεν άντεξε κι αυτός το δούλεμα, σταμάτησε τη γκρίνια …
Αντίθετα η μεγάλη κόρη, έλεγε ότι κακώς πήραμε ξανά δανεικά. Η δική της συνταγή ήταν να ξοφλήσουμε τα χρέη μας, δίνοντας επιταγές μεταχρονολογημένες!
Και επειδή ούτε μπλοκ επιταγών δεν είχαμε, θα τυπώναμε λέει δικό μας μπλοκ. Και δεν θα τις λέγαμε επιταγές αλλά ΙΟΥ. Έτσι την είχε συμβουλέψει ένας απατεώνας φίλος της που παρίστανε τον σοφό καθηγητή …
Τον πίστευε και η γυναίκα μου αυτόν στην αρχή, μέχρι που κατάλαβε κι αυτή τι κουμάσι ήταν. Κι ότι αυτός νοιαζόταν μόνο για τη δική του κονόμα …
Και φτάσαμε στο 2016 .
Η γυναίκα μου, για να αυξήσει τα έσοδα, έβαλε φόρο στο χαρτζιλίκι που έδινε στα παιδιά.
Και σαν να μην έφτανε αυτό, έβαλε φόρο και στα πιο μεγάλα, που δεν έπαιρναν χαρτζιλίκι.
Τώρα, θέλει να κλείσει και την τηλεόραση, να μη μαθαίνουμε τι γίνεται σε άλλα σπίτια …
Αυτά συμβαίνουν στο σπίτι μας, και αν σας θυμίζει κάτι, είναι απλή σύμπτωση.
Και αν αναρωτιέστε για τον τίτλο, ακούστε ένα τραγουδάκι, μήπως σας θυμίσει κι αυτό κάτι …
Facebook Comments