Οι κανόνες διαφάνειας σε σχέση με τις αποδοχές εργαζομένων σε υψηλές θέσεις σε χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων λειτουργούν αποτελεσματικά στο να αποθαρρύνουν τις συμπεριφορές ανάληψης υπερβολικών κινδύνων, ωστόσο θα πρέπει να υπάρξουν κάποιες αλλαγές προς την κατεύθυνση της μείωσης της γραφειοκρατίας.

Αυτό επισημαίνει η Κομισιόν σε έκθεση σχετικά με τη λειτουργία των κανόνων που αποφασίστηκαν σε κοινοτικό επίπεδο, βάζοντας φρένο σε ανεξέλεγκτα μπόνους απόδοσης, που ωθούσαν τα υψηλόβαθμα στελέχη των επιχειρήσεων στην ανάληψη μεγάλων επενδυτικών κινδύνων.

 

Με βάση κυρίως τις εργασίες της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών, δύο δημόσιες διαβουλεύσεις και μία εξωτερική μελέτη, η έκθεση καταλήγει στο συμπέρασμα ότι σε ορισμένες περιπτώσεις μερικοί κανόνες μπορεί να είναι πολύ δαπανηροί και δυσεφάρμοστοι σε σύγκριση με τα οφέλη προληπτικού χαρακτήρα που αποφέρουν. Αυτό συμβαίνει ιδίως όταν οι κανόνες για την αναβολή πληρωμών και τις πληρωμές σε τίτλους εφαρμόζονται σε μικρά και μη σύνθετα ιδρύματα ή σε μέλη του προσωπικού με χαμηλά επίπεδα μεταβλητών αποδοχών. Αυτό συμβαίνει επίσης όταν τα ιδρύματα που είναι εισηγμένα στο χρηματιστήριο υποχρεούνται να χρησιμοποιούν μετοχές ως αμοιβή του προσωπικού τους.

Όσον αφορά τον κανόνα που ορίζει μέγιστη αναλογία μεταξύ των μεταβλητών και των σταθερών αποδοχών, στην έκθεση δεν ήταν δυνατό να εξαχθούν οριστικά συμπεράσματα σχετικά με τις επιπτώσεις του, γιατί ο εν λόγω κανόνας εισήχθη πρόσφατα και δεν έχει ακόμη επιδείξει πλήρως τα αποτελέσματά του. Επιπλέον, η εφαρμογή των κανόνων περί αποδοχών σε όλες τις επιχειρήσεις επενδύσεων ενδέχεται να χρειαστεί να επανεξεταστεί, μόλις η Επιτροπή ολοκληρώσει την αναθεώρηση του καθεστώτος προληπτικής εποπτείας που ισχύει για τις επιχειρήσεις επενδύσεων.

Υπό το πρίσμα των πορισμάτων αυτών, η Επιτροπή θα προβεί σε εκτίμηση επιπτώσεων η οποία θα εξετάσει τη δυνατότητα αποσαφήνισης αυτών των κανόνων και της εφαρμογής τους στα πιο μικρά και λιγότερο σύνθετα ιδρύματα. Αυτό θα αποτελέσει μέρος της ευρύτερης αναθεώρησης της οδηγίας για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις (ΟΚΑ) και του κανονισμού για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις (ΚΚΑ).

Η οδηγία για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις (ΟΚΑ) και ο κανονισμός για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις (ΚΚΑ) ρυθμίζουν τις πολιτικές των αποδοχών και τις πρακτικές στα πιστωτικά ιδρύματα και στις επιχειρήσεις επενδύσεων. Στον απόηχο της χρηματοπιστωτικής κρίσης αναγνωρίστηκε ευρέως σε διεθνές επίπεδο ότι οι ελλιπώς σχεδιασμένες πολιτικές αποδοχών μπορεί να οδηγήσουν σε υπερβολική ανάληψη κινδύνων από το προσωπικό και σε έμφαση στα βραχυπρόθεσμα κέρδη.

Προκειμένου να προστατευτεί η χρηματοοικονομική σταθερότητα, η ΟΚΑ και ο ΚΚΑ εισήγαγαν κανόνες περί αποδοχών για μέλη προσωπικού σε κομβικές θέσεις που μπορεί να επηρεάσουν το προφίλ κινδύνου των ιδρυμάτων. Οι εν λόγω κανόνες έχουν σκοπό να περιορίσουν την ανάληψη υπερβολικών κινδύνων και να ευθυγραμμίσουν τα κίνητρα του προσωπικού με τους μακροπρόθεσμους στόχους των εταιρειών

Facebook Comments