«Περί Συντάγματος και άλλων δαιμονίων»
Εν έτει 2000, βρίσκομαι στη Θεσσαλονίκη στο πρώτο έτος της Νομικής Σχολής του Α.Π.Θ.
Εν έτει 2000, βρίσκομαι στη Θεσσαλονίκη στο πρώτο έτος της Νομικής Σχολής του Α.Π.Θ.
Εν έτει 2000, βρίσκομαι στη Θεσσαλονίκη στο πρώτο έτος της Νομικής Σχολής του Α.Π.Θ.
Το μεγάλο άγχος των πρωτοετών φοιτητών σε σχέση με τα διδασκόμενα μαθήματα ήταν το Συνταγματικό Δίκαιο, τα οποίο ελπίζαμε άπαντες να το ‘περάσουμε’, έστω και εφαπτόμενοι, με βαθμό 5.
Έκτοτε, εξ’ όσων γνωρίζω, ελάχιστοι εκ των συμφοιτητών, ασχολήθηκαν είτε ακαδημαϊκά είτε επαγγελματικά με το συγκεκριμένο αντικείμενο, και όλων μας οι λιγοστές γνώσεις επάνω στο Συνταγματικό Δίκαιο ανάγονται σε εκείνα τα μακρινά μαθήματα του πρώτου εξαμήνου των σπουδών μας.
Φαντάζομαι δε, ότι ακόμη και εμείς με τις ελαχιστότατες γνώσεις, είμαστε σε απείρως καλύτερη μοίρα, συγκρινόμενοι με την μεγάλη πλειονότητα των μελών της Εθνικής Αντιπροσωπείας, οι οποίοι ενώ εξελέγησαν με σημαία το ‘σκίσιμο των Μνημονίων’ και θέλησαν να αποτελέσουν ‘κάθε λέξη του Συντάγματος’, κατέληξαν να αποτελούν κάθε λέξη των Μνημονίων και να ‘κουρελιάζουν’ συστηματικά το Σύνταγμα της χώρας.
Αφορμή για το άρθρο αυτό αποτέλεσε η Επιτροπή για τη Συνταγματική Αναθεώρηση, που εξήγγειλε προ ολίγων ημερών ο Πρωθυπουργός, στην οποία συμμετέχουν ως επί το πλείστον επιστήμονες και λοιπές προσωπικότητες, οι οποίοι μικρή, ελάχιστη ή και καθόλου σχέση έχουν με το αντικείμενο.
Παρόμοιες επιτροπές κατά τη διάρκεια της ‘επάρατης’ Μεταπολίτευσης ουδέποτε συστάθηκαν, είτε βρισκόταν στην Κυβέρνηση η συντηρητική παράταξη είτε ασκούσε κυβερνητικά καθήκοντα η δημοκρατική παράταξη.
Τόσο κατά την πρώτη αναθεώρηση του Συντάγματος του 1975 από την ΣΤ΄ Αναθεωρητική Βουλή κατά το έτος 1986, όσο και στις μεταγενέστερες αναθεωρήσεις και συγκεκριμένα το 2001 από την Ζ΄ Αναθεωρητική Βουλή και το 2008 από την Η΄ Αναθεωρητική Βουλή, ουδέποτε Κυβέρνηση έθεσε θέμα σύστασης Επιτροπής Διαλόγου για την Συνταγματική Αναθεώρηση.
Μόνο επί Χούντας είχε συσταθεί ανάλογη επιτροπή εκλαΐκευσης και διαλόγου και συγκεκριμένα η λεγόμενη ‘Επιτροπή Μητρέλια’.
Επίσης, μόνο επί Χούντας είχε επιχειρηθεί να ‘νομιμοποιηθούν’ τα ‘Συντάγματα’ του 1968 και 1973 με τα νόθα δημοψηφίσματα των αντίστοιχων ετών.
Το βασικό πρόβλημα της συγκεκριμένης πρωτοβουλίας του Πρωθυπουργού δεν έγκειται στην σύνθεση της Επιτροπής, στην οποία οι περισσότεροι επικεντρώθηκαν, αλλά στην σύσταση αυτής καθ’ εαυτής της Επιτροπής, κατά παράβαση του ίδιου του Συντάγματος, το οποίο δήθεν θέλει να προασπίσει και βελτιώσει.
Μα, θα αναρωτηθεί οποιοδήποτε καλόπιστος πολίτης, είναι κακό ή αθέμιτο να υπάρξει μια Επιτροπή Διαλόγου για την Συνταγματική Αναθεώρηση, μια κίνηση διαλόγου και συμμετοχής των πολιτών στην διαδικασία που ξεκινά, μια προσπάθεια εκλαΐκευσης των προτάσεων που θα τεθούν στο τραπέζι του διαλόγου ;;;
Η απάντηση στο εν λόγω ερώτημα δεν είναι οι λέξεις ‘κακό’ ή ‘καλό’, ‘θεμιτό’ ή ‘αθέμιτο’ αλλά είναι μία, απόλυτη και μονολεκτική: είναι αντισυνταγματικό !!!
Η διαδικασία αναθεώρησης του Συντάγματος προβλέπεται διεξοδικά στο ίδιο το Σύνταγμα και συγκεκριμένα στα άρθρα 110 παρ. 2-6 και ακολουθεί ένα ορισμένο τυπικό, από το οποίο δεν δικαιούται κανείς να ‘αποδράσει’.
Ας μην λησμονούμε τον χαρακτήρα του Συντάγματός μας ως τυπικού-αυστηρού Συντάγματος.
Καταρχήν η διαδικασία αναθεώρησης του Συντάγματος («αναθεωρητική λειτουργία» ως δευτερογενής και παράγωγη Συντακτική εξουσία) αποτελεί αποκλειστική προνομία και αρμοδιότητα της Βουλής, την οποία απονέμει το ίδιο το Σύνταγμα.
Μάλιστα, η σχετική αρμοδιότητα απονέμεται στη Βουλή σε όλα τα στάδια της διαδικασίας και κορυφώνεται με τη δημοσίευση Ψηφίσματος που θέτει σε ισχύ τις αναθεωρημένες διατάξεις με εντολή του Προέδρου της Βουλής και όχι του Προέδρου της Δημοκρατίας.
Δεν είναι η Κυβέρνηση, δεν είναι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, δεν είναι άλλοι θεσμοί και φορείς δημόσιας εξουσίας, δεν είναι η Δικαιοσύνη, ούτε λογής λογής Επιτροπές και συνάξεις.
Και να αποκλείσουμε το λαό, την κοινωνία, τους απλούς πολίτες από αυτή την κορυφαία διαδικασία της Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας ;;;
Η απάντηση είναι συγκεκριμένη και δίδεται και πάλι από τον ίδιο τον Καταστατικό Χάρτη της Πολιτείας μας: καμία αναθεώρηση χωρίς την συμμετοχή του λαού, χωρίς την επιδοκιμασία των πολιτών, χωρίς τη σύμφωνη γνώμη του κυρίαρχου λαού.
Ο λαός συμμετέχει και εκφράζεται στη διαδικασία αυτή και μάλιστα μέσω της κορυφαίας κοινοβουλευτικής πράξης, με τις ΕΚΛΟΓΕΣ.
Σοφά ποιώντας ο συνταγματικός νομοθέτης προβλέπει τη διαδικασία αναθεώρησης σε δύο φάσεις (δύο ‘Βουλές’), μεταξύ των οποίων μεσολαβούν υποχρεωτικά ΕΚΛΟΓΕΣ, μέσω των οποίων εκφράζεται ο κυρίαρχος λαός.
Είναι άλλωστε τόση η σημασία που αποδίδει ο συνταγματικός νομοθέτης στη συμμετοχή του λαού, ώστε η Βουλή που προκύπτει μετά τις εκλογές (η λεγόμενη και αναθεωρητική Βουλή) δύναται να προχωρήσει τη διαδικασία αναθεώρησης μόνο κατά την πρώτη Σύνοδό της, ακριβώς γιατί απαιτείται νωπή λαϊκή εντολή.
Σε τούτο εδώ τον μικρό τόπο, ειδικά τούτες εδώ τις δύσκολες ώρες που περνάμε, οφείλουμε να συνεννοηθούμε για τα αυτονόητα· και μια σταθερά ενός κράτους δικαίου, μιας ευνομούμενης πολιτείας ήταν, είναι και θα είναι ότι το θεμέλιο του πολιτεύματος μας, η λαϊκή κυριαρχία, ενσαρκώνεται και μετουσιώνεται σε πράξη μέσω των θεσμών της πολιτείας.
Όχι, λοιπόν, η λογική του ‘δεν υπάρχουν θεσμοί, μόνο ο κυρίαρχος λαός’, από όπου κι αν προέρχεται, δεν αποτελεί αριστερή, προοδευτική απάντηση στην κρίση, όσο όμορφα κι αν ακούγεται στα ώτα των πολιτών.
Η κρίση, την οποία βιώνουμε, αποτελεί, κατά την ταπεινότατη άποψη του γράφοντος, πρωτίστως θεσμική και δευτερευόντως οικονομική κρίση.
Και η εξαγγελθείσα Επιτροπή για την Συνταγματική Αναθεώρηση αποτελεί μία ακόμη μικρή συμβολή του Πρωθυπουργού και της κυβερνητικής πλειοψηφίας προς την κατεύθυνση της περαιτέρω αποδυνάμωσης των θεσμών.
Άλλωστε, η πρακτική τους αυτή δεν είναι καινούρια.
Ας θυμηθούμε ότι μετά τις πρώτες εκλογές του 2012, οπότε και ο ΣΥΡΙΖΑ αναδείχθηκε δεύτερο κόμμα και έλαβε την δεύτερη εντολή σχηματισμού κυβέρνησης, μετά την αποτυχημένη προσπάθεια της Νέας Δημοκρατίας κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 37 του Συντάγματος, περιέφερε επί τρεις ημέρες την εντολή, σε συναντήσεις με κοινωνικούς φορείς, συνδικαλιστικές οργανώσεις και εκπροσώπους της κοινωνίας των πολιτών, οι οποίοι εκ του Συντάγματος δεν μετέχουν στη διαδικασία για το σχηματισμό κυβέρνησης. Επικοινωνιακά για μία ακόμη φορά, ο σκοπός επετεύχθη, αλλά οι θεσμοί δέχθηκαν μία ακόμη πισώπλατη μαχαιριά.
Εν συνεχεία η προκήρυξη ενός προδήλως αντισυνταγματικού δημοψηφίσματος, με ό,τι τελικά ακολούθησε και η μετατροπή του ‘ΟΧΙ’ σε ένα μεγαλειώδες ΤσιπροΚαμμενικό ‘ΝΑΙ’.
Ακολούθως, η φαρσοκωμωδία με τον διαγωνισμό των τηλεοπτικών αδειών, η παράκαμψη και κατάργηση του ΕΣΡ, ο εγκλεισμός επί 3 ημέρες των συμμετεχόντων, ο τραγέλαφος με τον έλεγχο των ‘πόθεν έσχες’, τα βοσκοτόπια και οι ‘λαγοί’.
Αλλά και τώρα, η από την πίσω πόρτα προσπάθεια παραβίασης του Συντάγματος για την αλλαγή των ορίων συνταξιοδότησης των δικαστικών λειτουργών και κατά συνέπεια και της ηγεσίας της Δικαιοσύνης (και μάλιστα με τις ευλογίες της !!!).
Αυτά και τόσο άλλα…. Ακούγονται ενδεχομένως ευχάριστα, δημιουργούν ευμενείς εντυπώσεις στον ανυποψίαστο πολίτη, μα εντέλει διαιωνίζουν και επιτείνουν την κρίση, επιτελώντας μια αρνητική διδακτική λειτουργία για την κοινή γνώμη.
Και κάπως έτσι ο αξιότιμος Πρόεδρος του ΣτΕ δεν μπορεί να δικάσει λόγω κλίματος και περιρρέουσας ατμόσφαιρας….
Έξω χειμώνιασε για τα καλά……
Υ.Γ: «Αναθεώρηση του Συντάγματος είναι η τροποποίηση ή κατάργηση ή αντικατάσταση ή προσθήκη ή αυθεντική ερμηνεία συνταγματικών διατάξεων, η οποία ενεργείται στο πλαίσιο του ισχύοντος Συντάγματος και με τρόπο που αυτό προβλέπει» (Αριστόβουλος Μάνεσης)
Facebook Comments