Μεγάλωσα στην Ελλάδα του ’90, όταν κάθε αναφορά στον όρο «έθνος» ήταν απαγορευμένη σχεδόν από την επικρατούσα ηθική – είχαν φροντίσει για αυτό η χούντα και η μεταπολιτευτική ιδεολογική κυριαρχία της αριστεράς. Κι ενώ όσοι διαπαιδαγωγηθήκαμε με το ρίγος της πατρίδας είχαμε συνηθίσει σχεδόν να συγκαλύπτουμε την «ευαισθησία» μας, χρειάστηκαν επτά χρόνια οικονομικής καταστροφής, για να φθάσουμε σήμερα στο αντίθετο σημείο: Ο κάθε τυχοδιώκτης να καταφεύγει στην έννοια του έθνους για να αντλήσει πολιτική, ή προσωπική νομιμοποίηση.

Όχι, το έθνος δεν είναι ιδιοκτησία κανενός. Απ’την άλλη, όμως, είναι να αγανακτεί κανείς, όταν βλέπει αριστεριστές των καταλήψεων να διαγωνίζονται στον πατριωτισμό με τον σύντροφο Καμμένο. Είναι να οργίζεται κανείς, όταν προσπαθούν να μας πείσουν αυτοί που γαλουχήθηκαν σιγοντάροντας το κάψιμο της σημαίας, πως έγιναν ξαφνικά εθναμύντορες. Είναι, δε, ακόμα αποκρουστικότερο, να βλέπει κανείς τους έως πρότινος απάτριδες καριέρας, να ανακατεύουν κομμουνισμό, πατριωτισμό και antifa χαϊμαλιά υπό μιαν επίφαση εθνικής υπερηφάνειας.

Σήμερα, 28η Οκτωβρίου 2016, στον Άη Στράτη ο πρωθυπουργός έπαιξε τον σκληρό στον Ερντογάν και μετά μας έκανε μάθημα για το ποιος ολοκληρωτισμός είναι καλύτερος. Αντί να αντλήσει από το απύθμενο θησαυροφυλάκιο της επετείου, αναφέρθηκε στις (κατά τον ίδιο) ειδοποιούς διαφορές μεταξύ φασισμού και κομμουνισμού. Από τη μία, είναι μια ανακούφιση, ότι δεν έφτασε έως του σημείου να αναγνωρίσει την υπηρεσία του Μεταξά ενώπιον της Ιστορίας (αν το έκανε, θα μας αποτελείωνε). Από την άλλη, κάπου αυτή η καπήλευση του πατριωτισμού των Ελλήνων – εν προκειμένω και των θυσιών των κομμουνιστών – πρέπει να τελειώνει.

Προσοχή: Δεν αμφισβητείται ο πατριωτισμός των κομμουνιστών του ’40, πολλοί από τους οποίους (σε όσους επετράπη) πολέμησαν στα βουνά της Αλβανίας. Ούτε είναι σκόπιμο να τεθούν τώρα ζητήματα εξέτασης των κινήτρων των κινημάτων στο στράτευμα της Μέσης Ανατολής, ή της στρατηγικής του ΕΑΜ κατά τη διάρκεια της κατοχής. Τότε είχαμε όντως πόλεμο και οι άνθρωποι αυτοί υπερασπίστηκαν την πατρίδα όπως αντιλαμβάνονταν καλύτερα. Αμφισβητείται η αλήθεια της νεόκοπης πατριωτικής πρόσοψης καρπών μιας σχολής τρυφηλής αντιδραστικότητας.

Εκείνοι που θυμήθηκαν όψιμα, επιφανειακά, επιδερμικά, στρεβλωτικά και υστερόβουλα τους ήρωες του έθνους, εκείνοι που ανακάλυψαν την εθνική αναφορά εντός ενός συγκειμένου ψευδοαντιστασιακής παρόλας εναντίον φαντασιακών εχθρών τύπου «τρόικας» και «δανειστών», εκείνοι που κάποτε στοιχήθηκαν ιδεολογικά με ολετήρες της πατρίδας και με αναίδεια κατόπιν επεχείρησαν να προβάλουν εαυτούς ως πατριώτες, μέρες σαν τη σημερινή ας κουρνιάζουν στην ντροπή της κωλοτούμπας τους και ας σιωπούν. Είναι η καλύτερη υπηρεσία που μπορούν να προσφέρουν.

Για ακόμα έναν λόγο: Διαφθείροντας και ευτελίζοντας την αναφορά στο «έθνος» ανοίγουν δρόμο ακριβώς στον φασιστικό εθνολαϊκισμό, που τρέφουν λόγω και έργω, δημιουργώντας με την καταστροφική πολιτική τους συνθήκες πολιτικής του ακμής.

Υποδυόμενος επί χρόνια τον αντάρτη ενάντια σε Γερμανούς πολιτικούς, στους οποίους ο ίδιος είχε φορέσει χιτλερικό μουστάκι, ο Αλέξης Τσίπρας πέτυχε τελικά την απομείωση της ισχύος της χώρας, δυναμιτίζοντας την όποια οικονομική ανάκαμψη. Κατά τη διακυβέρνησή του, η απώλεια γεωπολιτικής επιρροής είναι τέτοια, που η Τουρκία, η Αλβανία και τα Σκόπια έχουν αποθρασυνθεί. Κατά τα άλλα, ο προπαγανδιστικός βραχίονας των οπορτουνιστών σήμερα έχει γεμίσει τις οθόνες μας με πιλότους (που πετούν με εφεδρικά καύσιμα) και εθνοπατριωτικές φανφάρες.

Ντροπή.

Facebook Comments