Μετά την Ελλάδα, η Ιταλία έχει το υψηλότερο χρέος στην ευρωζώνη – στο 132% του ΑΕΠ της. Ο Μπέπε Γκρίλο, που την Κυριακή απειλεί τον Ιταλό πρωθυπουργό σε μιαν αναμέτρηση με άδηλο αποτέλεσμα, τάζει το δικό του «κούρεμα». «Θέλουμε να επαναδιαπραγματευτούμε τα δισεκατομμύρια των τόκων που κάθε χρόνο μας τρώνε ζωντανούς», δήλωσε πρόσφατα. Και μπορεί το δημοψήφισμα στη γείτονα να αφορά συνταγματικές μεταρρυθμίσεις – κυρίως το μέλλον της Γερουσίας, την οποία ο Ρέντσι θέλει να περιορίσει ώστε να καταστήσει τη διακυβέρνηση της χώρας λιγότερο δυσκίνητη – όμως οι Ιταλοί προσέρχονται στις κάλπες υπό το δίλλημα της εποχής: Επιλογή «συστημική», ή «αντισυστημική»; Κι αλήθεια, γιατί να δώσει κανείς ψήφο εμπιστοσύνης στο παρόν status;

Βασικοί λόγοι για τους οποίους η Ευρώπη έχει εγκλωβιστεί στην θανάσιμη περιδίνηση της λιτότητας εντοπίζονται στην αγορά ομολόγων. Προς το παρόν, η κατάσταση παραμένει ελεγχόμενη λόγω εκείνου του “whatever it takes” του Μάριο Ντράγκι το 2012. Είναι το QE, που επιτρέπει ως μηχανισμός στα ομόλογα της περιφέρειας να παραμένουν σε επίπεδα απόδοσης συγκρίσιμα με εκείνα των γερμανικών. Δεν αρκεί, όμως, ούτως ώστε να κατευνάζει τις αγορές. Αυτές απαιτούν επίσης πολιτικές λιτότητας ως εγγύηση ότι τα κράτη δεν θα φορτώνονται με ελλείμματα, που αυτομάτως θα βύθιζαν τις αξίες των χρεογράφων τους. Πρόκειται για έναν φαύλο κύκλο, για τον οποίο δύο απαντήσεις προτείνονται στους ψηφοφόρους: Εμπιστοσύνη στις ηγεσίες, ή διάλυση του Ευρώ.

Αξιολογώντας τις έως τώρα πολιτικές τους, οι Ευρωπαίοι ηγέτες κρίνονται ανεπαρκέστατοι. Συντηρητικοί και σοσιαλιστές βρίσκονται συνένοχοι υπό γερμανική αυτουργία και γαλλική συναυτουργία. Η ανικανότητα της Μέρκελ, να προωθήσει καίρια την απαραίτητη δημοσιονομική/τραπεζική ενοποίηση – δηλαδή να σπάσει αυγά κόντρα στα συμφέροντα επενδυτικών ιδρυμάτων – και να συνεπακόλουθα να πείσει τους πληθυσμούς για την ανάγκη πολιτικής εμβάθυνσης, την καθιστά υπεύθυνη για την σημερινή κατάσταση. Κι αν ο Ρέντσι θεωρείται από ορισμένους κάτι σαν «αντάρτης» του ευρωπαϊκού νυμφώνος, για τους μελοθάνατους της μεσαίας τάξης δεν είναι τίποτε άλλο, παρά ένας ακόμα yes-man, απλά λίγο πιο ατίθασος.

Η ειρωνεία είναι, ότι ο Ιταλός πρωθυπουργός θέλει τη νίκη στο δημοψήφισμα ακριβώς για να έχει αυξημένο έρεισμα στην εκστρατεία εναντίον των γερμανικών πολιτικών, που ο σοσιαλιστής ηγέτης αντιλαμβάνεται ότι ευνοούν καίρια την άνοδο της ευρωπαϊκής ακροδεξιάς. Στην πραγματικότητα, μια επικράτησή του την Κυριακή ενδέχεται να δυσχεράνει ακόμα περισσότερο τη θέση του εντός των τειχών. Εφόσον νικήσει και αναγκαστεί στην πορεία να ανακεφαλαιοποιήσει με bail-in την τρίτη μεγαλύτερη ιταλική τράπεζα, το κόστος στις κάλπες του 2018 μπορεί να αποβεί καθοριστικό. Ανάμεσα στις αλλαγές, που προτείνονται στο δημοψήφισμα, είναι και η υιοθέτηση ενός εκλογικού συστήματος δύο γύρων όπως στο γαλλικό μοντέλο. Κι αυτό ίσως σημάνει ήττα των σοσιαλιστών απέναντι σε μιαν ευρέως φάσματος συμπαράταξη λαϊκιστών.

Ο Βέλγος επικεφαλής οικονομολόγος της ΕΚΤ, Πέτερ Πρετ, προειδοποίησε πριν λίγες ημέρες από την Βιέννη, ότι οι καθυστερήσεις στην τραπεζική ενοποίηση, με έμφαση στη δημιουργία ενός ενιαίου μηχανισμού εγγύησης των καταθέσεων, αυξάνουν τον κίνδυνο ενός «ασύμμετρου σοκ». «Θα ήθελα να δω μια ρεαλιστική ημερομηνία. Ίσως σε τέσσερα, ή πέντε χρόνια από τώρα…», είπε, όμως η Γερμανία δεν αναμένεται να κινηθεί πριν από τις εκλογές του επόμενου φθινοπώρου. Κίνδυνο σημαίνει και ο «επιβλέπων μηχανικός» της διεύρυνσης, Ρομάνο Πρόντι. Την Κυριακή, δε, ψηφίζουν επίσης οι Αυστριακοί σε επαναληπτικές εκλογές, που ενδέχεται να φέρουν στην εξουσία ακροδεξιό πρόεδρο υπέρμαχο της εξόδου από το ευρώ.

Η εποχή που ίσχυε η επωδός, πως η Ευρώπη πάντα περνούσε κρίσεις και τις ξεπερνούσε με καρτερικότητα και επιμονή, έχει παρέλθει. Οι δημοκρατίες εκδικούνται τις νομενκλατούρες τους, διότι οι νεόπτωχοι πολίτες έχουν σιχαθεί τους Μπαρόζο, που μεταπηδούν από την δήθεν υπηρεσία των λαών στα επίσημα μισθολόγια τραπεζών τύπου Goldman Sachs. Και δυστυχώς, οι πολιτικές δυνάμεις της υποτιθέμενης υπευθυνότητας εξακολουθούν να στρουθοκαμηλίζουν. Περιμένοντας την γερμανική ατμομηχανή, η Ευρώπη κινδυνεύει να χάσει το τρένο της ιστορίας. Ή, μάλλον, ακόμα χειρότερα, οι ράγες οδηγούν στον γκρεμό και οι ευθύνες αναζητούνται στην αντίδραση των επιβατών – ενώ κανείς δεν τολμά να τα βάλει με τον οδηγό.

ΥΓ – Για όσους έχουμε υπερασπιστεί την ευρωπαϊκή θέση της Ελλάδας με σθένος, η πραγματικότητα είναι διπλά επώδυνη. Παρά ταύτα, ειδικά μετά τα δύο καταστροφικά χρόνια Τσίπρα, η χώρα χρειάζεται έγκαιρα αξιόπιστο plan Β.

Facebook Comments