Η πλούσια arte povera του Γιάννη Κουνέλλη
Πλήθος άρθρων και σχολίων για τη ζωή και κυρίως το έργο του έλληνα εικαστικού Γιάννη Κουνέλλη
Πλήθος άρθρων και σχολίων για τη ζωή και κυρίως το έργο του έλληνα εικαστικού Γιάννη Κουνέλλη
Πλήθος άρθρων και σχολίων για τη ζωή και κυρίως το έργο του έλληνα εικαστικού Γιάννη Κουνέλλη, που γεννήθηκε στον Πειραιά και έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στη Ρώμη, διαβάζουμε στον γερμανικό τύπο. Άλλωστε δίδαξε στο Ντίσελντορφ και παρουσίασε έργα του επανειλημμένα στη Γερμανία. Το πέρασμά του σίγουρα δεν έμεινε απαρατήρητο. Το αντίθετο. «Ήταν ο εικαστικός που δούλευε με ταπεινά υλικά (…) και προκαλούσε θαυμασμό γιατί κατάφερε με την τεχνοτροπία του να αποτελέσει το αντίπαλο δέος στην pop art του 60 και την αμερικανική ηγεμονία στον χώρο των τεχνών. Η arte povera (σσ: την οποία θεμελίωσε) ήταν ένα εικαστικό ρεύμα που προκαλούσε το status quo, γεννήθηκε στην Ιταλία το 1960, σε μια περίοδο κοινωνικής αφύπνισης. Ονομάστηκε φτωχή τέχνη σα μια διαμαρτυρία κατά του ελιτισμού, βάζοντας την Ιταλία στην πρωτοπορία της διεθνούς καλλιτεχνικής σκηνής» γράφει η Deutsche Welle.
Σε σχόλιό της αναφέρει επίσης: «Ο μικροσκοπικός άνθρωπος με το άγριο μουστάκι και το ψηλό μέτωπο πάνω από τα κουρασμένα μάτια είναι ένας από τους κορυφαίους της παγκόσμιας τέχνης. Στη Γερμανία τον γνωρίσαμε αργά λόγω της συμμετοχής του στη documenta του 1982. (…) H ειδικότητα του Κουνέλλη ήταν η μνήμη. Ίσως αυτό να εξηγεί γιατί χρησιμοποιούσε σε μνημειώδη έργα του πέτρες, κάρβουνο, ξύλα. Αλλά ακόμη και σακιά με πατάτες, παλιοσίδερα, στάχτες δεν τον φόβιζαν, ήταν σαν η γνώση να συρρικνώνεται εκεί».
«Ένας φιλόσοφος των υλικών»
Aυτόν τον τίτλο επέλεξε η Süddeutsche Zeitung του Μονάχου για το δικό της αφιέρωμα στον Γιάννη Κουνέλλη. «Ήταν ένας από τους σημαντικότερους καλλιτέχνες της εποχής του» γράφει η γερμανική εφημερίδα, που ήταν δύσκολο να καταταγεί σε κάποιο ρεύμα ή κατηγορία. Ήταν ένα ρεύμα από μόνος του. Η εφημερίδα θυμίζει ότι ο ίδιος είχε πει κάποτε ότι «φτιάχνει εικόνες, όχι περίκλειστες εικόνες για να κορνιζαριστούν στον τοίχο, αλλά ανοιχτές, τρισδιάστατες εικόνες, που ξεδιπλώνονται στο χώρο, που απλώνονται μπροστά στον θεατή για να τις συναρμολογήσει αυτός».
Όπως επισημαίνει η SZ εάν παρακολουθήσει κανείς το έργο του Κουνέλλη από την αρχή ως το τέλος, καταλαβαίνει ότι αυτό διέπεται από τη δική του λογική, ότι η εικόνα μετατρέπεται από κάτι στατικό στον τοίχο σε εικόνα του χώρου, η οποία συναποτελείται από νέα υλικά. Υπό αυτή την έννοια η εφημερίδα τον αποκαλεί «φιλόσοφο των υλικών», γιατί έδωσε υπόσταση σε ασήμαντα φαινομενικά υλικά και τον συγκρίνει με τον γερμανό Γιόζεφ Μπόις. «Η σύγκριση με τον Μπόις και τις αλχημείες που έκανε κι αυτός στη χρήση των υλικών τοποθετεί τους δύο εικαστικούς κοντά. Όπως ο Μπόις έτσι κι ο Κουνέλλης είχε την τύχη να γνωρίσει εν ζωή την αναγνώριση ως ένας από τους σημαντικότερους καλλιτέχνες της εποχής του».
Αγάπη για την απλότητα
Kαι η Frankfurter Rundschau επιγράφει άρθρο της με τον τίτλο «Γιάννης Κουνέλλης. Η αγάπη για τα απλά πράγματα» εκθειάζοντας το «ουσιώδες, ποιητικό, ελεύθερο πνεύμα του», το οποίο τον καθιστούσε έναν «ουτοπιστή με μια καρδιά όμως που αγαπούσε τα απλά πράγματα», όπως τις πρώτες ύλες, τους θησαυρούς της επιβίωσης, οι οποίοι δεν είναι αυτονόητοι παντού στη γη. «Ήταν βαθιά θρησκευόμενος, αλλά δεν πίστευε ούτε στον Θεό ούτε στο ελληνικό δωδεκάθεο, μόνο στο ευεργετικό και καθαρτικό στοιχείο της τέχνης».
«Έκανε από τα τιποτένια υλικά, πλούσια τέχνη», σημειώνει από την πλευρά του το Spiegel Onlineγια τον έλληνα εικαστικό που δήλωνε «Ιταλός από επιλογή». Σύμφωνα με το Spiegel «για να κατανοήσει κανείς το υπαρξιακό νόημα της τέχνης του Κουνέλλη πρέπει να το δει σε αντιπαραβολή με την βιογραφία του. Γεννήθηκε στη μεταπολεμική Ελλάδα, σε μια κοινωνία του μίσους, που ήταν διχασμένη από έναν εμφύλιο μεταξύ κομμουνιστών και εθνικόφρονων. Ο πατέρας του, που ήταν στην πλευρά των ηττημένων της Αριστεράς, απαγχονίστηκε. Οι νικητές του εμφυλίου, οι συντηρητικοί, καταδίωκαν τότε όλους όσους είχαν επαφές με τους ηττημένους». Τα χρόνια του Κουνέλλη στην Ελλάδα ήταν σκοτεινά. «Το ίδιο σκοτεινή ήταν η τέχνη του, το μαύρο ήταν το κεντρικό μοτίβο του». Σε όλη τη ζωή αλλά και στην τέχνη του το διακύβευμα ήταν ένα: η ελευθερία.
Facebook Comments