Ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς έδωσε μία συνέντευξη εφ όλης της ύλης στον Αλέξη Παπαχελά και την εκπομπή “Ιστορίες” του τηλεοπτικού σταθμού ΣΚΑΪ. Αναφέρθηκε στις διαρκείς προκλήσεις της Τουρκίας στο χώρο του Αιγαίου, το Κυπριακό, τη δυνατότητα εύρεσης λύσης για τις δύο χώρες μέσω του Διεθνούς Δικαστηρίου και τις “κόκκινες γραμμές” της ελληνικής πλευράς προσθέτοντας ότι υπάρχει η πιθανότητα απάντησης της Ελλάδας στην τουρκική προκλητικότητα. 

Χαρακτήρισε την Τουρκία ως “νευρική δύναμη” κάνοντας την αναλογία με τη μετά-Μπισμαρκική Γερμανία το 19ο αιώνα που αδυνατούσε να διατηρήσει ισορροπίες με το περιβάλλον της προσθέτοντας ότι κάποιοι στην Τουρκία νομίζουν ότι η Ελλάδα θα μπορούσε να αποτελούσε μία Συρία ή ένα Ιράκ. Σχετικά με το επεισόδιο στο Φαρμακονήσι είπε χαρακτηριστικά: “Το παιχνίδι, που έγινε στο Φαρμακονήσι δεν είναι παιχνίδι, παρά μόνο σε εισαγωγικά. Είναι μία σοβαρή παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου και νομίζω πρέπει να ξέρουν ότι δεν θα είμαστε πάντοτε ανεχτικοί και η απάντησή μας δεν θα είναι μόνο αυτή που δώσαμε, θα είναι πολύ πιο σκληρή.”, υπονοώντας αντίποινα στους γείτονες. 
 
Επέλεξε να τονίσει την ετοιμότητα της χώρας και τη δυνατότητα αντίδρασης της Ελλάδας απέναντι στις προκλητικές ενέργειες της Τουρκίας: 
“Έχουμε κάνει συνεννοήσεις με όλες τις ισχυρές δυνάμεις στον πλανήτη μας, έχουμε ενημερώσει όλους τους διεθνείς οργανισμούς και βέβαια έχουμε κάνει και τα απαραίτητα διαβήματα απέναντι στην Τουρκία για τις παραβιάσεις των χωρικών μας υδάτων και τη συμπεριφορά τους. Το διεθνές περιβάλλον και ο διεθνής νόμος είναι υπέρ των συμφερόντων μας, είναι εργαλεία που δεν θα τα εγκαταλείψουμε. Αλλά θέλω να το ξαναπώ και από εδώ, από την συνέντευξή μου σε εσάς κύριε Παπαχελά, δεν είναι τα μόνα εργαλεία που διαθέτουμε. Δεν είμαστε ούτε Συρία κατεστραμμένη, ούτε Ιράκ αποδιοργανωμένο (…)Κάνει ένα λάθος η Τουρκία, νομίζει ότι επειδή έχουμε την οικονομική κρίση είμαστε αδύναμοι όσον αφορά την προστασία της ασφάλειας της χώρας. Κάνουν μεγάλο λάθος. Επειδή έχουμε οικονομικά προβλήματα, η φροντίδα μας για την ασφάλεια της χώρας και της κυριαρχίας μας είναι μεγαλύτερη από ό,τι στο παρελθόν”. 
 
Σημείωσε ότι οι “κόκκινες γραμμές” της χώρας απέναντι στη γείτονα είναι σαφείς ενώ αναφορικά με την ερώτηση που του έγινε από το δημοσιογράφο για την πιθανότητα επίλυσης των ελληνοτουρκικών διαφορών με προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο απήντησε: “Αν ήταν να επιλέξω ανάμεσα σε δικαστήριο και σε πόλεμο, θα επέλεγα το δικαστήριο. Αν ήταν να επιλέξω ανάμεσα στο δικαστήριο και μια διμερή, ουσιαστική, πραγματική συμφωνία και διαδικασία συμφωνίας, θα επέλεγα το δεύτερο. Και προς το παρόν είμαστε σε αυτό το δεύτερο. Με τις δυσκολίες που έχει λόγω της κατάστασης της Τουρκίας.”. 
 
Στη συζήτηση τέθηκε και το ζήτημα της Συμφωνίας του Ελσίνκι με τον υπουργό να λέει: 
«Καλό ήταν να είχανε παραμείνει οι συμφωνίες του Ελσίνκι. Σε αυτό ξέρετε έχω μία άποψη. Οι συμφωνίες του Ελσίνκι είχαν υποχρεώσει την Τουρκία να δεχτεί ότι για όποιο ζήτημα είχε, θα πηγαίναμε στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Η Συμφωνία του Ελσίνκι, τους διευκολύναμε να αποσυρθούνε από τις δεσμεύσεις που είχανε, διότι άλλες πολιτικές δυνάμεις θεώρησαν ότι είναι κακό να υπάρχουν τέτοιου είδους συμφωνίες για το διεθνές δικαστήριο της Χάγης (…) Εγώ δεν βλέπω άλλο δρόμο που μπορούμε να λύσουμε τις διαφορές μας, από τη διπλωματία και από το Δίκαιο, και κατά προέκταση, και εάν χρειαστεί να χρησιμοποιηθούν όλα τα νομικά πλαίσια που υπάρχουν στη διεθνή κοινωνία. Αυτό δε σημαίνει καθόλου ότι πάμε αυτήν την εποχή γιατί κάποιος με ρώτησε στα δικαστήρια ή οτιδήποτε άλλο. Εμείς αυτό που έχουμε δύναμη, και ως νοοτροπία και ως μέγεθος δύναμης, είναι το διεθνές δίκαιο. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν στηριζόμαστε και σε άλλους είδους ισχύ”.
 
Η επίλυση του Κυπριακού για ακόμη μία φορά μοιάζει αδύνατη. Οι συνομιλίες έχουν σχεδόν παγώσει. Ο υπουργός δήλωσε ως προς τη διακόσια που βαλτώνει και το δικό του ρόλο σε αυτή: 
“Είναι κακό όταν βαλτώνει η διαδικασία και πρέπει να την κρατήσουμε ζωντανή. Για αυτό συμφώνησα και για μία δεύτερη διεθνή διάσκεψη “Γενεύη ΙΙ”. που πρότειναν οι δύο συνομιλητές στην Κύπρο, δηλαδή ο κ. Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας και ο κ. Ακιντζί, εκπρόσωπος της τουρκοκυπριακής κοινότητας, παρόλο που πιστεύω ότι μέχρι να γίνει το Δημοψήφισμα θα είναι δύσκολο για την Τουρκία να καταλήξει εάν θέλει να κάνει συμβιβασμό ή όχι (…) Το ζήτημα της παρουσίας κατοχικών στρατευμάτων και του συστήματος των εγγυήσεων [είναι για την Τουρκία] το πιο αδύναμο της σημείο για την Κύπρο. Και είναι ένα σημείο – το οποίο ή θα κάνει έναν ουσιαστικό, πραγματικό συμβιβασμό και παραχωρήσεις ή θα της βγει ως το σημείο που θα σπάσει η διαπραγμάτευση. Η Τουρκία λοιπόν επειδή δεν έχει καταλήξει –τουλάχιστον μέχρι το δημοψήφισμά της πώς θα χειριστεί πραγματικά το θέμα των εγγυήσεων και της ασφάλειας, αν πραγματικά θα συμφωνήσει να καταργηθεί το ζήτημα των εγγυήσεων και της ασφάλειας, προσπαθεί να βάζει ενδιάμεσα ζητήματα ώστε να αποπροσανατολίζει την κουβέντα. (…) Έφυγε ο κ. Τσαβούσογλου, πήγε στην Άγκυρα, άρχισε να με κατηγορεί ότι δεν είμαι στην διαπραγμάτευση και εγώ του έστειλα την απάντηση “Είμαι εδώ στην Γενεύη ακόμη και συζητάμε το Κυπριακό”. Έχουν μία δυσκολία. Έβαλαν λοιπόν ξαφνικά ένα καινούργιο θέμα, τις τέσσερις ελευθερίες για τους Τούρκους. Αυτό το θέμα δεν το είχαν ξαναβάλει ποτέ με αυτήν τη διατύπωση. Γιατί το έβαλαν; Με την ελπίδα ότι είτε ο Αναστασιάδης θα αναγκαστεί να μην το δεχθεί και να σπάσει η διαπραγμάτευση σε αυτό το σημείο, άρα να μην σπάσει εκεί που φοβούνται και που είναι πολύ αδύναμη η επιχειρηματολογία, στις εγγυήσεις και την ασφάλεια, είτε να γίνει αποδεκτό και να μας βάλει Κύπριους και Ελλάδα να τσακωνόμαστε με την Ευρωπαϊκή Ένωση, που η κα Μέρκελ είναι γνωστό ότι δε μπορεί να το δεχθεί αυτό το θέμα.”
 
Είναι γνωστό, επίσης, ότι η Τουρκία μπορεί να αθετήσει τη συμφωνία για το προσφυγικό. Ερωτώμενος ο Νίκος Κοτζιάς απήντησε: “Η Τουρκία υπενθυμίζει ότι έχει την κάνουλα πολύ συχνά. Η Ευρώπη πρέπει να υπενθυμίζει πολύ συχνά την οικονομική εξάρτηση της Τουρκίας, που έχει από την Ε.Ε. Δεν το κάνουμε. Αν διαβάσεις π.χ. και τις ελληνικές ακόμα εφημερίδες, συχνά θα διαβάσει κανείς για τις δυνατότητες της Τουρκίας να μας πιέσει, να μας εκβιάσει, να αφήσει πρόσφυγες. Πολύ σπάνια θα διαβάσει την ανάγκη που έχει η Τουρκία π.χ. για την τελωνιακή ένωση που κουβεντιάσαμε πριν και την οικονομική εξάρτηση που έχει από αυτήν, ιδιαίτερα σε μια εποχή που η οικονομία της βρίσκεται σε μια πτώση, με πολλά κοινωνικά προβλήματα”. 
 
Ο υπουργός Εξωτερικών απήντησε και για τον υπουργό Εθνικής Αμύνης Πάνο Καμμένο σχετικά με τις προσωπικές επιθέσεις που δέχθηκε από τους Τούρκους και υπογραμμίζοντας ότι τέτοιες κινήσεις δε συνηθίζονται στη διεθνή διπλωματία.
“Το θετικό που είχαμε την προηγούμενη εβδομάδα πριν πάω για τα τελευταία μου ταξίδια ήταν ότι η ελληνική πλευρά και ο Έλληνας υπουργός Άμυνας δεν απάντησε σε αυτές τις προσωπικές επιθέσεις που του έγιναν από τη σκοπιά της Τουρκίας. Γιατί πρέπει να καταλάβουν οι Τούρκοι παράγοντες ότι οι προσωπικές επιθέσεις και η προσπάθεια υποτίμησης ενός υπουργού της κυβέρνησης της άλλης πλευράς, μόνο στα σοβαρά δεν μπορεί να τα λάβει κανείς, παρά περισσότερο ως εκτόνωση θα τα διαβάσει και η ίδια κοινή τους γνώμη. Δεν μιλάνε με αυτόν τον τρόπο στις Διεθνείς Σχέσεις με τον οποίο μιλάνε οι Τούρκοι για τον Έλληνα υπουργό Εθνικής Άμυνας. Και καλά έκανε ο υπουργός Εθνικής Άμυνας και δεν τους απάντησε. Θέλω να το καταγράψουμε στα πολύ θετικά της προηγούμενης εβδομάδας.”
 
Επιπλέον, μίλησε και για την πολύκροτη υπόθεση των οκτώ Τούρκων αξιωματικών που κατηγορούνται για το τουρκικό πραξικόπημα του Ιουλίου κατά του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. 
“Οι αρμόδιες Υπηρεσίες στην περιοχή της Βορείου Ελλάδος που πέρασε το ελικόπτερο αν ήξεραν τι είχε μέσα το ελικόπτερο και ποια θα ήταν η συνέχεια δεν θα το άφηναν να περάσει. Αλλά φαντάζομαι ότι αιφνιδιάστηκαν από το ότι κατέβηκε ένα ελικόπτερο στην ελληνική γη και είχε μέσα τους οκτώ αξιωματικούς, οι οποίοι θεωρούν τον εαυτό τους διωκόμενο από την τουρκική πολιτεία κι έτσι έκριναν και τα ελληνικά δικαστήρια, ενώ η τουρκική πολιτεία λέει ότι είναι εμπλεκόμενοι στο ίδιο το πραξικόπημα. Εμείς να είμαστε σαφείς, έχουμε δύο αρχές: Πολιτικά καταγγέλλουμε κάθε είδους πραξικόπημα και θα ήμασταν και η τελευταία χώρα και ιδιαίτερα η ελληνική Αριστερά που θα μπορούσε να αποδεχθεί ή να ανεχθεί ένα στρατιωτικό πραξικόπημα. Από την άλλη, το ποιος είναι πραξικοπηματίας ή όχι και αν έχει και θα έχει δίκαιη δίκη στην Τουρκία ή όχι και έχει καταφύγει στην Ελλάδα, το κρίνουν τα ελληνικά δικαστήρια. Η πολιτική καταδίκη του πραξικοπήματος δε συνεπάγεται ότι κάθε Τούρκος πολίτης που κατηγορείται από την Άγκυρα ως πραξικοπηματίας κρίνεται ως τέτοιος από τα ελληνικά δικαστήρια. Είναι δύο διαφορετικές εξουσίες, η πολιτική και η δικαιοσύνη και ελπίζω κάποια στιγμή να γίνει περισσότερο και καλύτερα αντιληπτό από την άλλη πλευρά.”
 
Εντέλει, διευκρίνισε ότι παρά τις πιέσεις της Τουρκίας “Οι Τούρκοι, όπως δικαιούται κάθε πλευρά που κατηγορεί την άλλη, χρησιμοποιούν και αξιοποιούν όλα τα νομικά μέσα προκειμένου να συνεχίσει η κρίση γύρω από αυτούς τους ανθρώπους. Και νομίζω η ελληνική δικαιοσύνη ό,τι νέο στοιχείο της δώσει η τουρκική πλευρά, θα το λάβει υπόψη της και θα κρίνει ανάλογα”. 

Facebook Comments