Η Γερμανία θα συνεχίσει να πιέζει για τεχνικές λύσεις και όχι για «πολιτικές» που θέλει η Ελλάδα
Η ελληνική κυβέρνηση θα έρθει αντιμέτωπη με πολύ δύσκολη οικονομική κατάσταση τις επόμενες εβδομάδες
Η ελληνική κυβέρνηση θα έρθει αντιμέτωπη με πολύ δύσκολη οικονομική κατάσταση τις επόμενες εβδομάδες
Η Γερμανίδα καγκελάριος Αγκελα Μέρκελ είναι απίθανο να αλλάξει την προτίμησή της για τεχνικές λύσεις που βασίζονται στην εφαρμογή κανόνων. Γι’ αυτό ο κίνδυνος μιας εσωτερικής χρεοκοπίας εξαιτίας της αδυναμίας να πληρωθούν μισθοί και συντάξεις δεν είναι αμελητέος. Πέρα από τη χρηματική στενότητα η εθνικιστική στρατηγική της κυβέρνησης προλειαίνει το έδαφος για μια περίοδο έντονων αναταράξεων και αβεβαιότητας.
Τις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου κέρδισε μια ευρεία εθνικιστική-λαϊκίστικη συμμαχία και όχι απλώς ένα αριστερίστικο κόμμα. Η συμμαχία μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ βασίζεται σε δύο τουλάχιστον κοινά στοιχεία: ένα αφήγημα περί αντίστασης κατά ενός εχθρού (της τρόικας και των ντόπιων υπηρετών της) και περί μιας λύσης (τερματισμός της λιτότητας μέσω της μη αναγνώρισης της συμφωνίας διάσωσης). Το αποτέλεσμα είναι για την κρίση να κατηγορούνται η συμφωνία διάσωσης και η τρόικα, και να απονομιμοποιούνται όσοι υποστηρίζουν ότι ήταν αναγκαία η λιτότητα και οι μεταρρυθμίσεις προκειμένου να αντιμετωπιστεί η οικτρή οικονομική κατάσταση της χώρας.
Αντιθέτως, οι πρώτες κινήσεις του ΣΥΡΙΖΑ είναι όλες σύμφωνες με την κλασική πελατειακή προσέγγιση της πολιτικής. Ο κ. Τσίπρας δεν δίστασε να αντιταχθεί στους πιστωτές της Ελλάδας, κυρίως μέσω της επαναφοράς του ζητήματος των πολεμικών επανορθώσεων από τη Γερμανία, αλλά και επιτιθέμενος κατά της Ισπανίας για την υποτιθέμενη στάση της κατά του ΣΥΡΙΖΑ. Εξάλλου, είναι προσεκτικός με τις φράξιες στο εσωτερικό του κόμματος, ενώ χειρίζεται εξίσου προσεκτικά τους υπουργούς του παρά το γεγονός ότι πολλοί εξ αυτών έχουν προβεί σε αντιφατικές και προκλητικές δηλώσεις.
Ο ΣΥΡΙΖΑ πληρώνει και το τίμημα της έλλειψης εμπειρίας αλλά και της μικρής έκθεσης στον έξω κόσμο πριν από την εκλογική νίκη. Το αποτέλεσμα όλων αυτών είναι ότι από το ξέσπασμα της κρίσης και μετά η Ελλάδα ποτέ δεν έχει βρεθεί τόσο μόνη της. Ακόμη και αν ο ΣΥΡΙΖΑ ξεπεράσει τις βραχυπρόθεσμες χρηματοδοτικές προκλήσεις, ο Ιούνιος θα αποτελέσει κρίσιμο ορόσημο. Στην καλύτερη περίπτωση, η ελληνική κυβέρνηση θα έχει εφαρμόσει μέχρι τότε μόνο τις πιο εύκολες μεταρρυθμίσεις. Οι πιστωτές πιθανώς θα πιέσουν για πιο δύσκολες μεταρρυθμίσεις και μέτρα, κάτι που θα μπορούσε να δημιουργήσει τριβές στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, που ο πρωθυπουργός θα είναι πολύ πιο δύσκολο να αντιμετωπίσει. Η μοναδική διέξοδος του κ. Τσίπρα θα μπορούσε να είναι ένα δημοψήφισμα μέσω του οποίου θα κερδίσει νέα εντολή εξασφαλίζοντας τη λαϊκή υποστήριξη για μια νέα συμφωνία.
Ωστόσο, η κυβέρνηση θα πρέπει να υπερβεί τρεις μεγάλες δυσκολίες. Πρώτον, το ελληνικό Σύνταγμα απαγορεύει τη διενέργεια δημοψηφίσματος για δημοσιονομικούς λόγους. Δεύτερον, ίσως θα χρειαστεί να επιβληθούν έλεγχοι στην κίνηση κεφαλαίων, καθώς είναι πιθανό να υπάρξει σημαντική εκροή τους. Τρίτον, το δημοψήφισμα θα πρέπει να διοργανωθεί πριν από τις 20 Ιουλίου, οπότε και θα πρέπει να αποπληρωθεί το πρώτο από τα δύο ομόλογα που κατέχει η ΕΚΤ. Λιγότερο πιθανή είναι η προκήρυξη νέων εκλογών αφού η έκβασή τους δεν θα είναι τόσο σίγουρη για τον κ. Τσίπρα. Παρά τη δύσκολη προοπτική, η έξοδος από το ευρώ εξακολουθεί να είναι απίθανη (20% πιθανότητα).
Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν διαθέτει την εντολή να βγάλει τη χώρα εκτός ευρώ και η κυβέρνηση θα κατέρρεε προτού καν διεξαχθούν ουσιαστικές συζητήσεις επί του ζητήματος. Επιπλέον, λόγο επί μιας τέτοιας απόφασης έχουν οι Βρυξέλλες, η Φρανκφούρτη και το Βερολίνο, όχι μόνο η Ελλάδα. Παρά την πρόσφατη σκληρή ρητορική, αυτοί οι παράγοντες θέλουν την παραμονή της Ελλάδας στο ευρώ. Ομως θα εξακολουθήσουν να πιέζουν, ιδίως η Γερμανία, για τεχνικές λύσεις και όχι για «πολιτικές» που θέλει ο κ. Τσίπρας.
* Ο κ. Piccoli είναι διευθυντής της εταιρείας αναλύσεων της Teneo Intelligence. Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο Macropolis.gr
Facebook Comments