Με σχετική ανακούφιση έχει υποδεχθεί η αγορά τα αποτελέσματα των τεσσάρων συστημικών τραπεζών για το πρώτο εξάμηνο του έτους, που ανακοινώθηκαν τις προηγούμενες ημέρες. Τα αποτελέσματα αυτά δίνουν ένα σχετικά σαφές στίγμα του αποτελέσματος της μεγάλης προσπάθειας που καταβάλλει το τραπεζικό σύστημα να διαχειριστεί τις συνέπειες της κρίσης και να προσαρμοστεί με την ταχύτητα που απαιτεί η συγκυρία στις νέες, εντελώς διαφορετικές συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί.

Καταλύτης των εξελίξεων για το τραπεζικό σύστημα κατά το πρώτο αυτό εξάμηνο ήταν ασφαλώς η ανακεφαλαιοποίηση και οι διαδικασίες συγκέντρωσης και αναδιάρθρωσης που οδήγησαν τελικώς σε μία πλήρη αναδιάταξη δυνάμεων και στη δημιουργία τεσσάρων συστημικών τραπεζικών οργανισμών, της Εθνικής, της Πειραιώς, της Alpha Bank και της Eurobank.

Με την ολοκλήρωση της ανακεφαλαιοποίησης και των συγχωνεύσεων ο κάθε όμιλος επαναχαράσσει τη στρατηγική του εστιάζοντας τώρα στα business plans που θα πρέπει να υποβάλλει στην Τράπεζα της Ελλάδος και την DGCom με στόχο την εσωτερική αναδιάρθρωση και την αναπροσαρμογή δομών και λειτουργιών με βάση νέες προτεραιότητες όπως: Η περαιτέρω κεφαλαιακή ενίσχυση, η ανάπτυξη συνεργειών, η αντιμετώπιση του ζητήματος των επισφαλειών, η μείωση του κόστους, ο περιορισμός των κινδύνων και ευρύτερα ο περιορισμός του μεγέθους τους μέσω της πώλησης κατ’ αρχάς θυγατρικών του μη χρηματοοικονομικού τομέα και η επιστροφή σε κερδοφορία.

Η νέα αξιολόγηση από την BlackRock


Οπως προκύπτει από τα αποτελέσματα εξαμήνου, οι τέσσερις τράπεζες έχοντας ανακεφαλαιοποιηθεί πλήρως από το ΤΧΣ και με τα πλεονεκτήματα που αποκτούν λόγω των τραπεζών που συγχώνευσαν, βρίσκονται σε ικανοποιητική θέση από πλευράς κεφαλαιακής επάρκειας, που ασφαλώς είναι και το μείζον θέμα για τη σταθερότητα του συστήματος. Εδώ όμως ανακύπτει η πρώτη μεγάλη πρόκληση που θα πρέπει να αντιμετωπίσουν: Τις κεφαλαιακές απώλειες που ενδέχεται να υποστούν λόγω της νέας αξιολόγησης από την BlackRock των δανειακών χαρτοφυλακίων.

Παρά το γεγονός ότι όπως προκύπτει από τα αποτελέσματα όλες οι τράπεζες καταγράφουν επιβράδυνση του ρυθμού αύξησης επισφαλειών, το πρόβλημα είναι μεγάλο. Ακριβώς για τον λόγο αυτό συνεχίζεται η πολιτική υψηλών προβλέψεων, όπως επίσης φαίνεται από τα αποτελέσματα.

Ετσι, ζημίες από επισφάλειες όπως θα αξιολογηθούν εκ νέου και αυξημένες προβλέψεις οδηγούν σε μείωση κεφαλαίων και άρα ενδεχόμενη ανάγκη νέας κεφαλαιακής ενίσχυσης. Είναι το σημείο από όπου έχει ξεκινήσει η ήδη μεγάλη συζήτηση για την αξιοποίηση του «μαξιλαριού» των 8 – 10 δισ. ευρώ που υπάρχει στο ΤΧΣ, ακριβώς για να αντιμετωπίσει πιθανές νέες ανάγκες.

Ταυτόχρονα, οι ίδιες οι τράπεζες έχουν σχεδιάσει νέες ενέργειες για την ενίσχυση των κεφαλαίων τους, μεταξύ των οποίων και οι πωλήσεις θυγατρικών του μη χρηματοπιστωτικού τομέα. Ασφαλώς κομβικό σημείο της όλης αυτής προσπάθειας είναι η επιστροφή σε ισχυρή οργανική κερδοφορία, καθώς οι ζημίες είναι προφανές ότι «καταναλώνουν» κεφάλαιο. Στο ίδιο πλαίσιο, όπως θα εμφανιστούν και στα σχέδια αναδιάρθρωσης που ετοιμάζονται, είναι αναπόφευκτος ο περιορισμός του μεγέθους των τραπεζών μέσω περιορισμού δικτύου και υπαλλήλων.

Το στοίχημα της ρευστότητας

Η άλλη μεγάλη πρόκληση που αντιμετωπίζουν οι τράπεζες είναι το θέμα της ρευστότητας. Από τα αποτελέσματα προκύπτει η προσπάθεια που καταβάλλεται για την προσέλκυση καταθέσεων, αλλά το μεγάλο πρόβλημα της απώλειας, περίπου 70 δισ. ευρώ, δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί. Αμεσα συνδεδεμένο είναι το τεράστιο θέμα της χρηματοδότησης της οικονομίας, που ως γνωστόν έχει παγώσει, κάτι που αν δεν αντιμετωπιστεί δεν μπορεί να νοηθεί καμία προσπάθεια επανεκκίνησης της οικονομίας.

Παρά το γεγονός ότι η σχέση δανείων προς καταθέσεις βελτιώνεται, όπως προκύπτει από τα αποτελέσματα, το κενό παραμένει μεγάλο και φυσικά οι χορηγήσεις δεν μπορούν να χρηματοδοτηθούν από κεφάλαια των τραπεζών. Οι τράπεζες, πάντως, και αυτό ήταν αυτή τη φορά προφανές μέσα από τις δηλώσεις των επικεφαλής τους που συνόδευαν τα αποτελέσματα, ευθυγραμμίζουν τη στρατηγική και τις προσπάθειές τους με τις ευρύτερες ανάγκες της οικονομίας, ώστε να είναι σε θέση να αξιοποιήσουν άμεσα την αντιστροφή του κλίματος στην οικονομία.

Θα πρέπει όμως να είναι ξεκάθαρο ότι αν και έχουν πραγματοποιηθεί κοσμογονικές αλλαγές και τεράστιες ανατροπές στο τραπεζικό στερέωμα, υπάρχουν ακόμη πάρα πολλά και δύσκολα να γίνουν, κάτι που θα απαιτήσει τολμηρές αλλά όχι και ανώδυνες αποφάσεις από τις διοικήσεις των τραπεζών, που ας μην ξεχνάμε πως βρίσκονται υπό τη στενότατη εποπτεία του ΤΧΣ, που είναι σε όλες μέτοχος από 85% – 95%.

Facebook Comments