Μετά τις γερμανικές εκλογές η πραγματική συζήτηση για το ελληνικό χρέος;
Πότε θα ξεκινήσει η πραγματική συζήτηση για το ελληνικό χρέος, μετά τις γερμανικές εκλογές;
Πότε θα ξεκινήσει η πραγματική συζήτηση για το ελληνικό χρέος, μετά τις γερμανικές εκλογές;
Πότε θα ξεκινήσει η πραγματική συζήτηση για το ελληνικό χρέος, μετά τις γερμανικές εκλογές; Το ερώτημα μπορεί να «ακούγεται» προβοκατόρικο, ωστόσο δεν είναι.
Και αυτό γιατί, όπως επισημαίνουν ξένοι σύμβουλοι που ενεργούν –επίσημα ή ανεπίσημα– για λογαριασμό της Αθήνας, «η νέα γερμανική κυβέρνηση δεν θα προκύψει την επομένη των εκλογών του Σεπτεμβρίου, αλλά πολύ αργότερα!». Ο λόγος προφανής:
Θα είναι κατά πάσα πιθανότητα κυβέρνηση συνεργασίας, οπότε θα απαιτηθεί ένα αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα πολιτικής ζύμωσης, για να σχηματισθεί. Η έως τώρα εμπειρία, από ανάλογες περιπτώσεις στο παρελθόν, έχει διδάξει ότι στην καλύτερη των περιπτώσεων μιλάμε για ένα δίμηνο. Αρα, αμέσως αμέσως, φτάσαμε στον Νοέμβριο. Και επειδή το πιθανότερο είναι πως η καγκελαρία δεν θα ανοίξει τη νέα περίοδό της με το ελληνικό ζήτημα (σ.σ. προφανώς θα έχει και δικά της), «περνάμε» στον Δεκέμβριο.
Το θετικό της ιστορίας, όπως προκύπτει και από τον διπλανό πίνακα, είναι πως έως τότε οι ανελαστικές υποχρεώσεις της Ελληνικής Δημοκρατίας είναι μικρές και άρα αντιμετωπίσιμες. Το αρνητικό είναι πως όσο σέρνεται το πρόβλημα τόσο το χειρότερο για τη χώρα και την οικονομία της. Γι’ αυτό και στο Eurogroup της ερχόμενης Πέμπτης η ελληνική πλευρά «κατεβαίνει» με έναν και μοναδικό –στην πραγματικότητα– στόχο: Να πάρει ό,τι μπορεί περισσότερο από τους δανειστές της σε επίπεδο λεκτικής δέσμευσης, για το ζήτημα της διευθέτησης του χρέους. «Αν θέλουμε να είμαστε ρεαλιστές, αυτό που πρέπει να επιδιώξουμε στο συμβούλιο είναι μία όσο περισσότερο γίνεται πιο δυνατή ανακοίνωση για το χρέος, στο πλαίσιο των δυνατοτήτων που έχουμε» λένε οι ίδιες πηγές, που μετρούν αντιδράσεις εκτός συνόρων, λίγα εικοσιτετράωρα πριν από το κρίσιμο Eurogroup.
H συγκεκριμένη ανακοίνωση, επίσης, θα πρέπει να είναι τέτοια που από τη μία θα τη δεχθούν Μέρκελ και Σόιμπλε, καθ’ οδόν προς τις κάλπες του Σεπτεμβρίου, όπου οποιαδήποτε παραχώρηση προς την Ελλάδα συνεπάγεται πολιτικό κόστος, ενώ από την άλλη θα πρέπει να κρατάει ισορροπίες και με το ΔΝΤ, το οποίο πιέζει για πραγματική ρύθμιση (σ.σ. «αν και το πιθανότερο είναι πως το Ταμείο θα συνεχίσει να βρίσκεται στην Ελλάδα από τη θέση του παρατηρητή και τίποτα περισσότερο», καταλήγουν). Σε κάθε περίπτωση, οι συντάκτες της θα αναλάβουν να φέρουν σε πέρας μια –σχεδόν– αδύνατη αποστολή.
Τι θα γίνει με το QE
Σε ό,τι αφορά το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE) της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, τα δεδομένα έχουν ως εξής:
Ακόμα και αν η Ελλάδα εξασφαλίσει την Πέμπτη μια «δυνατή» ανακοίνωση του Eurogroup για το χρέος της, δεν υπάρχει περίπτωση να είναι τέτοια που να της διασφαλίζει θετική έκθεση βιωσιμότητας από το ΔΝΤ και άρα ένταξή της στο πρόγραμμα από τη Φρανκφούρτη. Συνεπώς, οι εξελίξεις εκεί μετατίθενται για Νοέμβριο – Δεκέμβριο. Οταν δηλαδή υπολογίζεται ότι οι δανειστές θα ασχοληθούν πραγματικά σοβαρά με το ζήτημα.
Το κρίσιμο ερώτημα είναι αν στην περίπτωση αυτή η Αθήνα προλαβαίνει το τρένο του QE. Πηγές που είναι σε θέση να γνωρίζουν, απαντούν ως εξής:
«Το full time QE, όντως, λήγει στις 31 Δεκεμβρίου, φέτος. Συνεπώς, η Ελλάδα δεν το προλαβαίνει. Αμέσως μετά, από μήνα σε μήνα, το ποσό που θα διατίθεται από την ΕΚΤ ώς το τέλος του 2018, για αγορές ευρωπαϊκών ομολόγων, θα μειώνεται. Οπερ σημαίνει ότι η Ελλάδα θα προλάβει να διεκδικήσει ένα μικρό ποσό. Αλλά, πιστέψτε μας, μικρό το κακό», σημειώνουν και εξηγούν: «Και αυτό γιατί ακόμα και έτσι, το όφελος θα είναι αρκετό ώστε να βγει η χώρα στις αγορές με λογικό επιτόκιο, που είναι και το πραγματικό ζητούμενο».
Η λογική των εξελίξεων είναι απλή: Η Ελλάδα θα βγει έχοντας την υποστήριξη της ΕΚΤ, η κυβέρνηση θα το «πουλήσει» πολλαπλασιαστικά και όλα αυτά πιθανότατα πριν από το τέλος του πρώτου εξαμήνου του 2018. Με βάση το σενάριο αυτό, η χώρα οδεύει σε πρόωρες κάλπες κάποια στιγμή το φθινόπωρο του ίδιου έτους. Κι επειδή ένα μεγάλο ταξίδι ξεκινά πάντα με ένα μικρό βήμα, το οικονομικό επιτελείο πολύ θα ήθελε να το κάνει τώρα. Γι’ αυτό και μελετά την προοπτική έστω μιας απλής ανανέωσης του «ομολόγου Σαμαρά», τώρα.
Facebook Comments