«Αξίζει όμως να ξεκινήσεις με οράματα, διότι εγκαθιδρύουν ελπίδες και φόβους. Η ιστορία τότε καθορίζει τι θα υπερισχύσει»

                                                           John Lewis Gaddis, “The Cold War”, N.Y., 2005

Μετά από δυόμιση χρόνια στο τιμόνι της διακυβέρνησης της χώρας το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ, έχει αλλάξει και έχει μετακινηθεί από τις «κόκκινες γραμμές» που είχε θέσει προεκλογικά, δικαιολογώντας αυτή του την στάση με το επιχείρημα ότι τότε είχε αυταπάτες σε σχέση με την οικονομική κατάσταση.

Παρά τις αλλαγές αυτές και την μετάλλαξη του προεκλογικού αφηγήματος, το κυβερνητικό επιτελείο ως μετρ της πολιτικής προπαγάνδας έχει εκμεταλλευτεί στο έπακρο και έχει διαχειριστεί προς όφελός του αυτό που χαρακτηρίζει ο Runciman ως «αδελφική σχετική αποστέρηση». Πρόκειται για τις ματαιώσεις και τις απογοητεύσεις που βιώνει ο ελληνικός λαός στο μεγαλύτερο μέρος του καθ’όλη την διάρκεια της οικονομικής κρίσης.

Παρακολουθούμε όλο αυτό το διάστημα την προσπάθεια της Κυβέρνησης μέσω του πολιτικού της λόγου και της δημιουργίας συνθηκών κοινωνικής έντασης, να διαμορφώσει στερεότυπα μέσω των κατηγοριοποιήσεων που κάνει, έτσι ώστε να ενεργοποιηθούν οι διαδικασίες κοινωνικού αυτοματισμού.

Δημιουργεί δηλαδή το υπόβαθρο ώστε να εισάγει τον διομαδικό ανταγωνισμό, υποδεικνύοντας εσωτερικούς και εξωτερικούς εχθρούς. Η χρησιμοποίηση χαρακτηρισμών για τους πολιτικούς αντιπάλους στο εσωτερικό όπως: γερμανοτοτσολιάδες, Νενέκοι, δοσίλογοι κλπ, αποτελούσε καθημερινή πολιτική γλώσσα των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ το διάστημα που ήταν στην αντιπολίτευση αλλά και σήμερα.

Τους ίδιους χαρακτηρισμούς υιοθέτησαν και οι οπαδοί του κόμματος καθώς είχαν τη  «νομιμοποίηση» από το κόμμα να το κάνουν. Μέσω αυτού του μανιχαϊστικού διαχωρισμού, «αυτοί και εμείς» ή «εμείς ή αυτοί», δημιουργήθηκαν σταδιακά νόρμες συμπεριφοράς και κοινωνικές αναπαραστάσεις.

Ένας από τους λόγους  που οι άνθρωποι ταυτίζονται με ομάδες είναι και για να μειώσουν την αβεβαιότητα που βιώνουν ειδικά σε περιόδους κρίσης. Την στιγμή που τίθενται τεράστια κοινωνικά διλήμματα, καταστάσεις δηλαδή που το βραχυπρόσθεσμο προσωπικό όφελος συγκρούεται με το μέλλον και το καλό της ομάδας, ο πολίτης αγκιστρώνεται από ό,τι μπορεί να του δημιουργήσει ελπίδα και βεβαιότητα. Αυτό ακριβώς εκμεταλλεύεται ο λαϊκισμός. Τον φόβο για το αύριο, την απογοήτευση και την ματαίωση.

Ο Tajfel (1969) τονίζει ότι η κατηγοριοποίηση είναι γνωστική διαδικασία. Η γνωστική μεροληψία απέναντι σε άλλες ομάδες ή λαούς επιτάσσει τις διομαδικές διαφορές και έχει στόχο την αφομοίωση των ενδοομαδικών διαφορών. Έτσι οι «ξένοι» είναι εχθροί και στόχο έχουν την καταστροφή μας, ενώ εμείς είμαστε τίμιοι και αγωνιζόμαστε για το δίκιο και για να αλλάξουμε τον κόσμο. Η ενεργοποίηση της κοινωνικής ταυτότητας οδηγεί σε αποπροσωποποίηση. Τα άτομα δηλαδή τείνουν να αντιλαμβάνονται τους εαυτούς τους περισσότερο με όρους της ομάδας και λιγότερο με όρους ατομικών διαφορών.

Η πόλωση γίνεται ακόμα πιο έντονη τώρα που υπάρχει κοινωνική δυσαρέσκεια απέναντι στην Κυβέρνηση λόγω των ψεύτικων προεκλογικών υποσχέσεων για «σκίσιμο των μνημονίων», «περήφανων διαπραγματεύσεων» και «αξιοπρέπεια».

Ο Rabbie (1979) θεωρεί ότι οι αρχηγοί των ομάδων χρησιμοποιούν τον διομαδικό ανταγωνισμό προκειμένου να ενδυναμώσουν ή να διατηρήσουν τη θέση τους στην ομάδα. Γιατί όλα τελικά καταλήγουν εκεί. Στην καρέκλα και τη συντήρηση στην εξουσία όσο το δυνατόν περισσότερο αδιαφορώντας για τη χώρα.

Όσο οι πολίτες θα αμφισβητούν την Κυβέρνηση που ψήφισαν και θα χάνουν την εμπιστοσύνη τους στον Πρωθυπουργό, τόσο θα επιδιώκεται η πόλωση και η κατασκευή εσωτερικών και εξωτερικών εχθρών. Η διαδικασία αυτή θα εξυπηρετήσει το «νέο ηρωικό αφήγημα» που τα κυρίαρχα στοιχεία του είναι δύο:

  • η εκ νέου προσπάθεια  να σωθεί η χώρα
  • οι πολιτικοί αντίπαλοι στο εσωτερικό και στο εξωτερικό που εξυπηρετούν «σκοτεινά συμφέροντα».

Το διομαδικό άγχος θα αυξάνεται ενώ οι ρεαλιστικές και οι συμβολικές απειλές θα αναπαράγονται.

Στην πολιτική ζυγαριά μεταξύ της επιβίωσης της Ελλάδας και της προσωπικής- κομματικής επιβίωσης, η Κυβέρνηση φαίνεται να επιλέγει το δεύτερο. Από την μια μεριά λόγω των ιδεολογικών της ιδεοληψιών δεν μπορεί ή δεν θέλει να εφαρμόσει ένα πρόγραμμα ανάπτυξής και από την άλλη μεριά επιλέγει να επιμένει με όποιον τρόπο μπορεί στην συντήρησή της στο τιμόνι της διακυβέρνησης.

Παρακολουθώντας την καταστροφή, μας έρχονται στο μυαλό οι “Αγγελίες” της Κ. Δημουλά:

“Διατίθεται απόγνωσις εις αρίστην κατάστασιν, και ευρύχωρον αδιέξοδον. Σε τιμές ευκαιρίας.
Ανεκμετάλλευτον και εύκαρπον έδαφος πωλείται ελλείψει τύχης και διαθέσεως. Και χρόνος αμεταχείριστος εντελώς.
Πληροφορίαι: Αδιέξοδον
Ὥρα: Πάσα.”

 

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:

ΓΑΡΔΙΚΙΩΤΗΣ Α., «Κοινωνική Επιρροή»

ΠΑΠΑΣΤΑΜΟΥ Σ., «Εισαγωγή στην Κοινωνική Ψυχολογία τόμος Β΄»

ΝΑΥΡΙΔΗΣ Κ., «Κλινική Κοινωνική Ψυχολογία»

ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ Ε., «Ελληνικός Φιλελευθερισμός, το ριζοσπαστικό ρεύμα, 1932-1979»

DOISE W., «Η Εξήγηση στην Κοινωνική Ψυχολογία»

HOGG M.A.- VAUGHAN G.M., «Κοινωνική Ψυχολογία»

Facebook Comments