Ο κ. Τσίπρας κατάφερε από τώρα να υπονομεύσει τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας για τα επόμενα χρόνια. Ενώ διακηρύσσει ότι η έξοδος από τα Μνημόνια θα επιτευχθεί στα μέσα του 2018, στην πράξη έχει βυθίσει τη χώρα σε μνημονιακές πολιτικές που θα μεγαλώσουν την ύφεση και θα υποβαθμίσουν περαιτέρω το βιοτικό επίπεδο των Ελλήνων.

Για παράδειγμα, οι μεγάλες περικοπές στις συντάξεις θα ξεκινήσουν από την 1-1-2019, ενώ η μείωση του αφορολογήτου θα εφαρμοστεί και αυτή από την ίδια ημερομηνία, εφόσον το κρίνει το ΔΝΤ. Επομένως, καμία έξοδος από τα Μνημόνια. Ακόμα και η έξοδος στις αγορές που προβάλλεται πλέον από τον ΣΥΡΙΖΑ ως το νέο εθνικό όραμα, εκτός του ότι το είχε πετύχει η κυβέρνηση της Ν.Δ. από το 2014, είναι σίγουρο ότι δεν θα σηματοδοτήσει την απεξάρτηση από τους πιστωτές.

Με την καμπύλη βιωσιμότητας του χρέους να έχει επιδεινωθεί, το πρωτογενές πλεόνασμα να έχει καθοριστεί στο 3,5% μέχρι το 2022 και τα υψηλά πλεονάσματα να πρέπει να διατηρηθούν μέχρι το 2060, είναι επόμενο μια έξοδος στις αγορές να αποτελέσει τον εύσχημο τρόπο για τους δανειστές να αποφύγουν να δώσουν εκείνοι έξτρα χρήματα. Ομως, το ζήτημα είναι ότι η Ελλάδα θα δανείζεται με πολύ υψηλότερα επιτόκια από τη μνημονιακή περίοδο.

Το πρόβλημα με τον κ. Τσίπρα είναι ότι κυβερνά χειρότερα και απ’ ό,τι διαπραγματεύεται. Οι δανειστές καταφεύγουν στην εύκολη λύση της μείωσης των συντάξεων και της αύξησης των φόρων για να παίρνουν πίσω τα χρήματά τους, αλλά αυτό γίνεται εις βάρος της ελληνικής οικονομίας, των μισθωτών και συνταξιούχων, των οικονομικά ασθενέστερων, των επιχειρήσεων και των παραγωγικών δυνάμεων της χώρας μας.

Το δομικό πρόβλημα της διακυβέρνησης Τσίπρα, που θα την οδηγήσει και εκτός εξουσίας, είναι ότι θα βρει μπροστά της δύο δοκιμασίες. Στα μέσα του 2018 θα πρέπει να ολοκληρωθεί επιτυχώς το πρόγραμμα και να αξιολογηθεί η πορεία της ελληνικής οικονομίας από το ΔΝΤ, που αναλαμβάνει το ρόλο του ελεγκτή, και το οποίο γνωρίζουμε πόσο σχολαστικό και αυστηρό είναι στην κρίση του.

Με τα δεδομένα αυτά, θα είναι πολύ δύσκολο για τον Αλ. Τσίπρα να ξεπεράσει το ορόσημο του 2018. Αλλά ακόμα και αν τα καταφέρει, είναι μαθηματικά βέβαιο ότι δεν μπορεί να αντέξει μια κυβέρνηση αποδυναμωμένη και απαξιωμένη στην κοινωνία.

Αυτό που πρέπεΙ να εξετάσει η Νέα Δημοκρατία, που διεκδικεί την εξουσία, είναι το πώς θα εφαρμόσει εναλλακτικές πολιτικές σε ένα οικονομικό ναρκοπέδιο, το οποίο έχει διαμορφώσει ο κ. Τσίπρας. Η μείωση των φόρων θα πρέπει να συνδυαστεί με μια γενναία περιστολή της κρατικής σπατάλης, το δραστικό περιορισμό των ΔΕΚΟ και μια πραγματικά μεταρρυθμιστική πολιτική για τη βελτίωση της Υγείας και την αναβάθμιση της Παιδείας.

Όλα δείχνουν ότι η αρχή του τέλους για την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ έχει ξεκινήσει, όμως αυτά που θα αφήσει πίσω της θα είναι δύσκολα διαχειρίσιμα για τον Κυριάκο Μητσοτάκη, όταν αναλάβει την πρωθυπουργία.

Facebook Comments