H BNP Paribas σε νέα έκθεσή της, αναφέρεται στην περιβόητη συμφωνία που επετεύχθη στο Eurogroup της Πέμπτης, με τη χώρα και το ΔΝΤ να συμφωνούν και να ολοκληρώνεται επιτέλους η δεύτερη αξιολόγηση. Ωστόσο τονίζει ότι η συμφωνία αυτή αρχικά είχε προγραμματιστεί να ολοκληρωθεί στα τέλη του 2016.

Οι ελληνικές αρχές έχουν εκπληρώσει πλήρως τις υποχρεώσεις της δικιάς τους πλευράς της συμφωνίας. Το Eurogroup χαιρέτισε όλα τα μέτρα που έλαβαν οι ελληνικές αρχές τους τελευταίους μήνες για να καταλήξουν σε συμφωνία. Όλες οι προϋποθέσεις που απαιτούσαν Ευρωπαίοι / ΔΝΤ  έχουν επιτευχθεί, δηλαδή σε ότι αφορά το μέτωπο των μέτρων για την ενίσχυση της δημοσιονομικής θέσης της Ελλάδας όταν ολοκληρωθεί το πρόγραμμα.

Έτσι ο ΕSM θα καταβάλει την τρίτη δόση ύψους 8,5 δισ. ευρώ. Αυτό το ποσό είναι παραπάνω από αρκετό για να καλυφθούν οι αποπληρωμές του Ιουλίου. Με εξαίρεση την βραχυπρόθεσμη χρηματοδότηση, η Ελλάδα δεν θα έχει άλλες σημαντικές ημερομηνίες αποπληρωμής πριν από τον Ιούλιο του 2018, όταν θα πρέπει να αποπληρώσει περίπου 2 δισ. ευρώ στην ΕΚΤ. Αυτό σημαίνει ότι είναι απίθανο να υπάρξουν νέες εντάσεις πριν από το τέλος του τρέχοντος προγράμματος, όπως σημειώνει η BNP.

Οι αμφιβολίες για τη βιωσιμότητα του χρέους μακροπρόθεσμα παραμένουν

Για μήνες, το βασικό σημείο διαφωνίας μεταξύ των Ευρωπαίων και του ΔΝΤ ήταν η μεσοπρόθεσμη στρατηγική και η βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους μετά το τέλος του  προγράμματος. Ετσι, η κύρια καινοτομία της συμφωνίας αφορά τη γαλλική πρόταση για την υιοθέτηση ενός “μηχανισμού προσαρμογής με την ανάπτυξη”, και ανατέθηκε στο EuroWorking να εργαστεί για το θέμα αυτό.

Όσον αφορά τα υπόλοιπα, οι Ευρωπαίοι συνεχίζουν να ενεργούν στο πλαίσιο της συμφωνίας του Μαΐου του 2016. Ωστόσο, η ανακοίνωση ήταν προσεκτική στο να περιγράψει λεπτομερώς την μελλοντική διαδικασία, συμπεριλαμβανομένων των προϋποθέσεων που θα χρησιμοποιήσουν οι Ευρωπαίοι για να αξιολογήσουν τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους και τα ακριβή μέτρα που είναι έτοιμοι να λάβουν στα μέσα του 2018, μετά το τέλος του τρέχοντος προγράμματος.

Έθεσαν στόχο την επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων ύψους 3,5% του ΑΕΠ για τουλάχιστον 5 χρόνια, δηλαδή μέχρι το 2022, το οποίο είναι ένα από τα σενάρια της Κομισιόν στην έκθεσή της για την πρώτη αξιολόγηση του προγράμματος.

Δεν υπάρχουν άλλοι επίσημοι στόχοι, παρά ένα πλεόνασμα για τη συνέχεια, ίσο ή ελαφρώς μεγαλύτερο από το 2% του ΑΕΠ το οποίο αρκεί για να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις των Ευρωπαίων.

Υπό αυτές τις συνθήκες, οι Ευρωπαίοι εξακολουθούν να υπολογίζουν τις ακαθάριστες ετήσιες χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας κάτω από το 15% του ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα και στο 20% του ΑΕΠ στη συνέχεια.

Για να καλυφθεί αυτό, προβλέπουν μια σειρά μέτρων που έχουν ήδη περιγραφεί από την άνοιξη του 2016, συμπεριλαμβανομένων των κερδών του προγράμματος SMP της ΕΚΤ, την αναδιάρθρωση των δανείων του EFSF και την μείωση των περιθωρίων επιτοκίων.

Αυτά τα μέτρα δεν θα υιοθετηθούν πριν ολοκληρωθεί το πρόγραμμα και θα προσδιοριστούν λεπτομερώς τότε, με βάση των υποθέσεων του χρέους και των προβλέψεων από τους Ευρωπαίους. Έτσι, δεν μπορούν να προσδιοριστούν ποσοτικά σήμερα.

Προσωρινή συμφωνία με το ΔΝΤ

Δεδομένου ότι οι Ευρωπαίοι δεν μπορούν να κάνουν περισσότερα στο βραχυπρόθεσμο διάστημα (ειδικά πριν από τις γερμανικές εκλογές), το ΔΝΤ αποφάσισε να εγκρίνει τη συμφωνία, αν και δεν έκανε καμία ουσιαστική παραχώρηση. Το προσωπικό του ΔΝΤ θα συστήσει στο Διοικητικό Συμβούλιο να υιοθετήσει μια “συμφωνία επί της αρχής” για να ανοίξει μια νέα συμφωνία με την Ελλάδα, η οποία δεν θα οδηγήσει σε πληρωμές μόνο εάν υπάρξει συμφωνία για το χρέος.

Το ΔΝΤ προφανώς εξετάζει ένα πολύ χαμηλό ποσό, το οποίο θα λάβει τη μορφή γραμμής προληπτικής πίστωσης, γεγονός που μπορεί να βοηθήσει την Ελλάδα να επιστρέψει στις αγορές.

Αρκετά ερωτήματα παραμένουν αναπάντητα

Θα επιτρέψει η συμφωνία την ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο QE, όπως ελπίζουν οι ελληνικές αρχές; Τίποτα δεν μπορεί να είναι λιγότερο βέβαιο, απαντά η BNP Paribas, καθώς παρέχει πολύ λίγα στοιχεία που η ΕΚΤ θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει για να αποφασίσει ότι το ελληνικό χρέος είναι βιώσιμο

Παρόλα αυτά, το Eurogroup αναγνώρισε ότι το επόμενο βήμα για την Ελλάδα θα ήταν να προετοιμαστεί για την επιστροφή στις αγορές και δεσμεύθηκε να στηρίξει αυτή την προσπάθεια.

Οι επόμενες πληρωμές του προγράμματος θα πρέπει να λάβουν υπόψη αυτόν τον στόχο και να επιτρέψουν στη χώρα να δημιουργήσει ένα “μαξιλάρι” ρευστότητας.

Όπως καταλήγει η γαλλική τράπεζα, δυστυχώς η αναβολή μιας πραγματικής συμφωνίας ελάφρυνσης του χρέους εμποδίζει σαφώς αυτόν τον στόχο, όχι μόνο επειδή διατηρεί την αβεβαιότητα σχετικά με τις μελλοντικές χρηματοδοτικές ανάγκες της ελληνικής κυβέρνησης αλλά και γιατί δείχνει ότι οι Ευρωπαίοι και το ΔΝΤ δεν έχουν ακόμη καταλήξει σε συμφωνία για το μακροπρόθεσμο οικονομικό και δημοσιονομικό σενάριο για την Ελλάδα, το οποίο οι δυνητικοί επενδυτές θα μπορούσαν να βασιστούν για τις επενδυτικές τους αποφάσεις.

Της Ελευθερίας Κούρταλη

 

 

Facebook Comments