Η Κομισιόν τοποθετεί στο 2,2% του ΑΕΠ μετά το 2025 την ανάγκη για πρωτογενές πλεόνασμα στο βασικό επί συνόλου τεσσάρων σεναρίων βιωσιμότητας χρέους, σύμφωνα με ρεπορτάζ της εφημερίδας “Ναυτεμπορική”.

Στο ίδιο κείμενο αναφέρεται επίσης ότι η αποπληρωμή οφειλών του κράτους προς ιδιώτες θα διαρκέσει έως τον Αύγουστο του 2018, αντί για την άνοιξη του 2018 όπως αρχικά αναμενόταν. Σημειώνεται ότι σημεία για τα βασικά σενάρια της Κομισιόν είχε αποκαλύψει και το Bloomberg, κάνοντας λόγο για αμφισβήτηση της διατήρησης υψηλών πλεονασμάτων για δεκαετίες που εκφράζει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

Τι λέει για τα πρωτογενή πλεονάσματα

Όσον αφορά την πορεία του πρωτογενούς ισοζυγίου, σύμφωνα με την Κομισιόν, η Ελλάδα αναμένεται να φθάσει σε πρωτογενές πλεόνασμα 1,75% το 2017 και 3,5% το 2018. Στη συνέχεια, η Ελλάδα αναμένεται να διατηρήσει το πρωτογενές πλεόνασμα στο 3,5% μέχρι και το 2022. Κατόπιν το πλεόνασμα υποχωρεί κατά μισή εκατοστιαία μονάδα και εκτιμάται πως θα διαμορφωθεί στο 2,2% από το 2025. Όπως σημειώνεται στην έκθεση, πρόκειται για μια ουσιαστική μεταβολή σε σύγκριση με το DSA του Ιουνίου του 2016, όταν το πρωτογενές πλεόνασμα αναμενόταν να παραμείνει στο 3,5% μέχρι το 2028.

Το πρωτογενές πλεόνασμα προβλέπεται ότι ακολουθεί το σενάριο A μέχρι το 2022 και στη συνέχεια αμέσως μειώνεται στο 1,5% από το 2023. Στο σενάριο Γ το μακροπρόθεσμο επιτόκιο για τα δάνεια EFSF / ESM είναι 3,8% μετά το 2030 σε σύγκριση με 3,3% στα σενάρια Α και Β. Επιπλέον, τα χαμηλότερα έσοδα από τις ιδιωτικοποιήσεις αναλαμβάνονται σε ολόκληρο τον ορίζοντα της DSA.

Τι αναφέρει για τα επιτόκια

Τα επιτόκια της αγοράς, που διαμορφώνονται ως το αναμενόμενο ποσοστό χωρίς κινδύνους, συν ένα ασφάλιστρο κινδύνου, εκτιμάται πως θα φτάσουν στο 5,1% το 2019, θα αυξηθούν σε 5,5% το 2021 σύμφωνα με την προβλεπόμενη αύξηση του ποσοστού άνευ κινδύνου και να συγκλίνουν αργά σε 4,3% έως το 2060 στη συνέχεια. Το μέσο επιτόκιο αναχρηματοδότησης του χρέους εκτιμάται πως θα διαμορφωθεί στο 4,9% μετά το τέλος του προγράμματος (Αύγουστος 2018).

Τι αναφέρει για την ανάπτυξη 

Η βραχυπρόθεσμη αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ θεωρείται ότι είναι σύμφωνη με τις εαρινές προβλέψεις της Επιτροπής. Η μακροπρόθεσμη αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ εκτιμάται ότι θα κυμανθεί στο 1,5% μετά το 2021, όταν θα έχει κλείσει το κενό παραγωγής και θα μειωθεί στο 1,25% μετά το 2030 λόγω των επιπτώσεων της γήρανσης του πληθυσμού. Ο πληθωρισμός αναμένεται να συγκλίνει σταδιακά από 1,2% το 2017 σε περίπου 2% το 2024 και να διατηρήσει το επίπεδο αυτό στη συνέχεια. Ως αποτέλεσμα, η ονομαστική ανάπτυξη αναμένεται να σταθεροποιηθεί σε περίπου 3,25% σε μακροπρόθεσμη βάση.

Στο σενάριο Β ο εκτιμώμενος ρυθμός ανάπτυξης για το ονομαστικό ΑΕΠ μειώνεται κατά 0,25 μονάδα βάσης ετησίως σε σύγκριση με το σενάριο Α για την περίοδο μεταξύ 2023 και 2060. Επίσης το πρωτογενές πλεόνασμα θα κυμανθεί στο 2% από το 2025 και μετά.

Στο σενάριο Γ ο ρυθμός αύξησης του ονομαστικού ΑΕΠ μειώνεται κατά 0,55 μονάδα βάσης ανά έτος σε σύγκριση με το σενάριο Α μεταξύ 2023 και 2060, φθάνοντας σε μακροπρόθεσμο επίπεδο 2,7%.

Τι αναφέρει για τα έσοδα ιδιωτικοποιήσεων 

Τα συνολικά έσοδα από ιδιωτικοποιήσεις τραπεζικών και μη τραπεζικών περιουσιακών στοιχείων υπολογίζονται σε περίπου 17 δισ. ευρώ μεταξύ 2017 και 2060, εκ των οποίων 13 δισ. ευρώ από την ιδιωτικοποίηση μη τραπεζικών περιουσιακών στοιχείων. Αυτές οι προβλέψεις για τα έσοδα από τις ιδιωτικοποιήσεις βασίζονται σε ήδη συμφωνημένες πωλήσεις και παραχωρήσεις. Δεν προβλέπεται περαιτέρω ανακεφαλαιοποίηση τραπεζών σε αυτό το στάδιο και θεωρείται ότι περισσότερα από τα τρία τέταρτα των κεφαλαίων που χρησιμοποιούνται για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών το 2015 μπορούν να ανακτηθούν από την ιδιωτικοποίηση τραπεζικών περιουσιακών στοιχείων (4,5 δισ. ευρώ), εκ των οποίων 2 δισ. ευρώ ήδη έχουν εξοφληθεί τον Φεβρουάριο του 2017.

Η έκθεση που αποκάλυψε το Bloomberg

“Υπάρχει αβεβαιότητα γύρω από την ικανότητα της ελληνικής κυβέρνησης να διατηρήσει υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα για αρκετές δεκαετίες” αναφέρει η Κομισιόν  στην έκθεσή της για το μνημόνιο την οποία αποκαλύπτει το Bloomberg,  ενώ εκτιμά ότι υπάρχουν και “σημαντικοί καθοδικοί κίνδυνοι στην ανάπτυξη”.  

Επιπρόσθετα, προβλέπει ότι δεν θα χρειαστεί να εκταμιευθούν από το δάνειο του ESM των 86 δισ. ευρώ δόσεις αξίας 27,4 δισ. ευρώ, ενώ θα δημιουργηθεί, αν ολοκληρωθούν οι επόμενες αξιολογήσεις και εκταμιεύσεις, ταμειακό απόθεμα της τάξης των 9 δισ. ευρώ που θα καλύψει χρηματοδοτικά την χώρα για περίπου 10 μήνες μετά το τέλος του προγράμματος.  

Τα σενάρια της Κομισιόν για το ελληνικό χρέος 

Οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας χρειάζεται να υποχωρήσουν στο 9,3% του ΑΕΠ το 2020 από 17,5% του ΑΕΠ το 2017, με βάση το βασικό σενάριο για τη βιωσιμότητα του χρέους που έχει προετοιμάσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, όπως μεταδίδει το Bloomberg, επικαλούμενο αντίγραφο του εγγράφου που έχει περιέλθει στην κατοχή του.

Οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες αναμένεται να αυξηθούν από το 2020 και στη συνέχεια, ξεπερνώντας το 20% μετά το 2045 και φτάνοντας το 20,8% έως το 2060 με βάση το βασικό σενάριο.

Επίσης, με βάση τα βασικό σενάριο, το χρέος της Ελλάδας αναμένεται να φτάσει το 176,5% του ΑΕΠ το 2017, το 159,9% το 2020, το 123,1% το 2030 και το 91,2% το 2060.

Η δυναμική του χρέους σε ένα δυσμενές οικονομικό περιβάλλον  γίνεται εκρηκτική από τα μέσα του 2030 και στη συνέχεια, με το χρέος να φτάνει το 241% του ΑΕΠ το 2060 στο συγκεκριμένο σενάριο.

Στο δυσμενές σενάριο, οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες ξεπερνούν το 20% του ΑΕΠ το 2033 και φτάνουν το 56% του ΑΕΠ έως το 2060.

Στην ανάλυση υπάρχει και η πρόβλεψη για ένα μαξιλάρι που δεν έχει χρησιμοποιηθεί από τη χρηματοδότηση του ESM της τάξης των 27,4 δισ. ευρώ στο τέλος του προγράμματος.

Το υψηλό χρέος και οι υψηλές ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες που προκύπτουν από την ανάλυση δημιουργούν σοβαρές ανησυχίες όσον αφορά τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους, αναφέρει η Κομισιόν στην έκθεση συμμόρφωσης, όπως μεταδίδει το Bloomberg.

Η έκθεση, με ημερομηνία 16 Ιουνίου, βλέπει την ανάγκη για “την υλοποίηση επιπλέον μέτρων ελάφρυνσης του χρέους, χτίζοντας στους όρους και προϋποθέσεις που διαμορφώθηκαν στα ανακοινωθέντα των Eurogroup της 25ης Μαΐου 2016 και 15ης Ιουνίου 2017.

“Ένας κατάλληλος συνδυασμός μέτρων για τη διαχείριση του χρέους (που θα περιλαμβάνει την πλήρη υλοποίηση των βραχυπρόθεσμων μέτρων), παράταση της περιόδου λήξης και της περιόδου χάριτος για το αρχικό κεφάλαιο και τον τόκο, μαζί με τη χρήση των κερδών από SMP και ANFA θα επιτρέψει την επιστροφή του ελληνικού χρέους σε βιώσιμα επίπεδα όσον αφορά τις ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες”, σημειώνεται.

Επισημαίνεται επίσης ότι “η βιωσιμότητα του χρέους και σε αυτό το πλαίσιο η ανάγκη για επιπλέον μέτρα στο χρέος, θα πρέπει να αξιολογηθούν με έναν τρόπο που θα μεριμνά και για έναν αριθμό καθοδικών κινδύνων”.

Η Κομισιόν αναφέρει ταυτόχρονα ότι “υπάρχει αβεβαιότητα γύρω από την ικανότητα της ελληνικής κυβέρνησης να διατηρήσει υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα για αρκετές δεκαετίας. Επιπλέον, υπάρχουν σημαντικοί καθοδικοί κίνδυνοι στην ανάπτυξη που συνδέονται με τη γήρανση του πληθυσμού και τις τάσεις της συνολικής παραγωγικότητας των συντελεστών παραγωγής”.

Στην έκθεση σημειώνεται παράλληλα ότι η εκταμίευση των δόσεων αναμένεται να βοηθήσει να δημιουργηθεί ένα “σημαντικό” ταμειακό απόθεμα μέχρι το τέλος του προγράμματος τον Αύγουστο του 2018.

Ένα ταμειακό απόθεμα της τάξης των 9 δισ. ευρώ αναμένεται να καλύψει τις χρηματοδοτικές ανάγκες για περίπου 10 μήνες μετά το τέλος του προγράμματος, επισημαίνεται.

Συνολικά, η Ελλάδα χρειάζεται να καλύψει 18,9 δισ. ευρώ σε πληρωμές για το υπόλοιπο του προγράμματος, ενώ οι ελληνικές αρχές χρειάζεται να τακτοποιήσουν καθυστερούμενες οφειλές περίπου 6,5 δισ. ευρώ μέχρι το τέλος του προγράμματος.

  •  

 

Facebook Comments