Ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά της υφιστάμενης κατάστασης στην αγορά σήμερα, είναι ότι υπάρχει ένας μεγάλος όγκος σχολάζουσας παραγωγικής δυναμικότητας στις ελληνικές επιχειρήσεις. Το μεγαλύτερο ποσοστό των επιχειρήσεων σήμερα υπολειτουργεί και υπάρχουν επενδύσεις και υποδομές οι οποίες αξιοποιούνται στο ελάχιστο, καθώς δεν υπάρχουν τα αναγκαία κεφάλαια κίνησης. Με εκτίμηση της ΓΣΕΕ έχουν χαθεί περίπου 50 χιλιάδες θέσεις εργασίας, καθώς οι επιχειρήσεις φοβήθηκαν την αστάθεια και είτε προχώρησαν σε απολύσεις, είτε δεν ανανέωσαν συμβάσεις, με άμεσο αποτέλεσμα άτομα, που περίμεναν να προσληφθούν για να εργασθούν στα μεγάλα έργα, να βρίσκονται ακόμα σε αβεβαιότητα. Φαίνεται πως επιβεβαιώνεται, η άποψη που είχε εκφράσει ο τότε επικεφαλής της Ομάδας Δράσης για την Ελλάδα, ο κ. Χόρστ Ράιχενμπαχ, πως αν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις της Ελλάδας δεν αναπτυχθούν, τότε θα έρθουν ακόμα πιο δύσκολες ημέρες για την οικονομία και την ανάπτυξη. Για να λειτουργήσει εύρυθμα η πραγματική οικονομία απαιτείται ένα ξεκάθαρο πλάνο δράσεων.

Η ελληνική αγορά είναι μία από τις πλέον υπερ-ρυθμιζόμενες στην Ευρώπη, με γραφειοκρατία που επηρεάζει ευρέως τις επενδύσεις και την επιχειρηματική εκμετάλλευσή της. Το περίπλοκο διοικητικό και φορολογικό σύστημα δημιουργεί νομικά, γραφειοκρατικά και διαδικαστικά αντικίνητρα στην προσπάθεια ίδρυσης ή και επέκτασης των επιχειρήσεων, ενώ παράλληλα αδυνατεί να αντιμετωπίσει το πρόβλημα της φοροδιαφυγής. Η εφαρμογή του δημοσιονομικού προγράμματος πρέπει να συνοδευτεί από το σχεδιασμό και την εφαρμογή ενός μακροπρόθεσμου/βιώσιμου νέου Μοντέλου Ανάπτυξης της Ελλάδας. Ένα σημαντικό βήμα για την εφαρμογή νέων δράσεων ανάπτυξης, θα αποτελούσαν μεταρρυθμίσεις, όπως η υιοθέτηση της διαδικασίας «fast track», όπως εφαρμόσθηκε επιτυχημένα για τα έργα υποδομής των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004, ώστε να επιταχυνθεί η έγκριση της επένδυσης και να περιορισθεί η γραφειοκρατία καθώς και η επιτάχυνση της εκδίκασης υποθέσεων σχετικών με επενδυτικά σχέδια που εκκρεμούν στα δικαστήρια.

Ο τομέας της βιομηχανίας περιλαμβάνει έναν μεγάλο αριθμό σύγχρονων, οργανωμένων και διεθνώς ανταγωνιστικών ελληνικών επιχειρήσεων με σημαντική εξαγωγική δραστηριότητα. Η βιομηχανία είναι ο τομέας που συνεισφέρει τα μέγιστα σε φόρους και εισφορές. Η απελευθέρωσή της από περιττά εμπόδια, σε συνδυασμό με την ευρύτερη δημιουργία ενός φιλικού και σταθερού επιχειρηματικού περιβάλλοντος, αποτελεί τη βασική προϋπόθεση για να βελτιωθεί η δυνατότητά της να αναπτυχθεί και να συνεισφέρει ακόμη περισσότερο στην ανάπτυξη της οικονομίας. Η Ελλάδα αφενός ανήκει στις μεσογειακές χώρες με έντονη την παρουσία οικογενειακών επιχειρήσεων που αποτελούν την ραχοκοκαλιά της οικονομίας της, αφετέρου όμως, αυτό οδηγεί σε μεγάλα ποσοστά αυτοαπασχολούμενων, ενώ παράλληλα υπάρχει σχετική υστέρηση στην ανάπτυξη μεγάλων μονάδων και στην επίτευξη οικονομιών κλίμακας. Αυτή η υστέρηση οφείλεται στην ύπαρξη πολλών αντικινήτρων που περιλαμβάνουν υπερ-ρυθμιζόμενους τομείς οικονομικής δραστηριότητας. Παράμετροι όπως το επίπεδο ανταγωνισμού, ο αριθμός των συμμετεχόντων και οι περιορισμοί στην είσοδο νεοεισερχομένων, η πολυνομία και γραφειοκρατία που καθυστερούν τις επενδύσεις, καθώς και το φορολογικό και εργατικό νομικό πλαίσιο δεν ευνοούν την κλίμακα. Ταυτόχρονα ο δημόσιος τομέας πάσχει από τον κατακερματισμό και την επικάλυψη αρμοδιοτήτων μεταξύ οργανισμών και υπουργείων, δημιουργώντας επιπλέον βάρη και καθυστερήσεις στις επιχειρηματικές δραστηριότητες, με συνεπακόλουθη ενίσχυση της παραοικονομίας.

Η επιχειρηματική δράση στην Ελλάδα εμποδίζεται από ένα δύσβατο σύστημα απονομής δικαιοσύνης με μεγάλο αριθμό νόμων, που είναι συχνά διφορούμενοι, παρωχημένοι ή και αλληλοαναιρούμενοι, με πολλαπλές επικαλύψεις και συχνές αναθεωρήσεις (π.χ. στον τομέα της φορολογίας). Η διαφθορά στο δημόσιο τομέα πρέπει να καταπολεμηθεί, περιορίζοντας την πολυνομία και ελαχιστοποιώντας τις συναλλαγές μεταξύ του ιδιωτικού τομέα και των δημόσιων οργανισμών σε ότι αφορά την είσπραξη φόρων και άλλους τομείς που σχετίζονται με την επιχειρηματική και επενδυτική δραστηριότητα.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενσωμάτωσε την προώθηση της επιχειρηματικότητας στη στρατηγική για την Ευρώπη 2020, η οποία αναγνωρίζει την επιχειρηματικότητα και την αυτοαπασχόληση ως ένα από τα κλειδιά της έξυπνης, βιώσιμης και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξης. Είναι γεγονός ότι οι κοινωνίες χρειάζονται τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, προκειμένου να αναλαμβάνουν λειτουργίες και δραστηριότητες που οι πολυεθνικές εταιρίες δεν μπορούν, λόγω της εμπλοκής του κόστους ευκαιρίας. Συνήθως, δεν είναι συμφέρον για μια μεγάλη εταιρία να παράξει μικρές ποσότητες. Αυτό είναι και το σημείο στο οποίο οι αυτοαπασχολούμενοι επιχειρηματίες μπορούν να αριστεύσουν σε εξειδικευμένες αγορές (niche market). Δημιουργούνται λοιπόν τα κίνητρα για τις εταιρίες να ωφεληθούν μέσω της δημιουργίας μικρών start-ups, δημιουργώντας τις κατάλληλες ευκαιρίες για πρόσβαση σε νέες αγορές και πόρους. Σε περιόδους οικονομικής κρίσης εμφανίζονται ευκαιρίες και στρατηγικές, τις οποίες οι επιχειρήσεις μπορούν να εκμεταλλευτούν και να επιβιώσουν ή ακόμα και να αναπτυχθούν. Η λέξη-κλειδί για την επιβίωση σε καιρό κρίσης είναι η ανταγωνιστικότητα. Η πιο αποτελεσματική επιχειρησιακή στρατηγική για μια μικρομεσαία επιχείρηση συνίσταται στην απάντηση των κάτωθι ερωτήσεων:

  • Ποιες είναι οι ικανότητες και τα ισχυρά μου σημεία;
  • Ποια είναι η θέση μου σε σχέση με τους ανταγωνιστές μου;

Σε όλες τις οικονομίες η καινοτομία είναι βασικό στοιχείο για την επιτυχία μιας επιχείρησης ανεξαρτήτως της γενικότερης οικονομικής κατάστασης. Οι καινοτόμες μέθοδοι μπορούν να βοηθήσουν την επιχείρηση, τόσο στη μείωση του κόστους παραγωγής, όσο και στη βελτίωση του παραγόμενου προϊόντος, ή της παρεχόμενης υπηρεσίας. Η Συνεχής ή πρόσκαιρη συνεργασία με άλλες επιχειρήσεις-εντός ή εκτός της χώρας, με σκοπό τη δημιουργία κοινοπραξιών (joint ventures) με κοινό τεχνολογικό προσανατολισμό θα αποτελούσε μια καλή λύση για την βιωσιμότητα κάποιων επιχειρήσεων δεδομένου και των δυσκολιών χρηματοδότησης που υπάρχουν.

Η ανάπτυξη δράσεων με βασικό στόχο την αύξηση του επιχειρηματικού γίγνεσθαι στην Ελλάδα είναι πανάκεια. Η συμβατότητα ενός δίκαιου φορολογικού συστήματος και η ενίσχυση της σύνδεσης μεταξύ επιχειρηματικότητας και αγοράς εργασίας θα πρέπει να αποτελεί ύψιστη προτεραιότητα εάν θέλουμε πραγματικά να ξεπεράσουμε όλες αυτές τις δυσκολίες χωρίς να μας καταβάλλει η λαίλαπα της οικονομικής κρίσης .

Facebook Comments