Η ιστορία δυο χωριών
Ας πούμε λοιπόν ότι υπάρχουν δυο χωριά κάπου στην ορεινή Ελλάδα. Ας ονομάσουμε αυτά τα χωριά το χωριό Α και χωριό Β.
Ας πούμε λοιπόν ότι υπάρχουν δυο χωριά κάπου στην ορεινή Ελλάδα. Ας ονομάσουμε αυτά τα χωριά το χωριό Α και χωριό Β.
Για πολλά χρόνια λοιπόν αυτά τα δυο χωριά έχουν μια αρμονική εμπορική σχέση μεταξύ τους. Το κάθε ένα παράγει αρκετά έτσι ώστε να έχει επάρκεια για τις ανάγκες του και ανταλλάσσει με το άλλο προϊόντα και υπηρεσίες που είτε δεν παράγει αρκετά, είτε δεν παράγει καθόλου. Η κατανομή της ανταλλαγής των προϊόντων και υπηρεσιών είναι κατανεμημένες έτσι, ώστε οι εξαγωγές και οι εισαγωγές και στα δυο χωριά να είναι ίδιες. Δηλαδή τα δυο χωριά μεταξύ τους έχουν μηδέν εμπορικό έλλειμμα ή πλεόνασμα.Το πολιτικό-οικονομικό περιβάλλον και στα δυο χωριά είναι το ίδιο μεταξύ τους.
Για χάρη της κουβέντας, το κύριο χαρακτηριστικό και στα δυο είναι ότι προστατεύονται τα επαγγέλματα, η διοικητική λειτουργία του κράτους είναι άναρχη, πυγμή του νόμου δεν υπάρχει και γενικά κανένας δεν είναι υπεύθυνος για το τίποτα. Η φορολογία είναι υψηλή και η διαφθορά πάει σύννεφο και στα δυο χωριά. Με λίγα λόγια, τα δυο χωριά είναι μια μικρογραφία της σημερινής Ελλάδας.
Επειδή όμως το κράτος είναι ανοργάνωτο και επειδή η οικονομία δεν δουλεύει σωστά, δεν σημαίνει ότι η παραγωγή δεν λειτουργεί. Λειτουργεί μεν, αλλά υπό αντίξοες συνθήκες. Αποτέλεσμα είναι ότι τα προϊόντα και υπηρεσίες που παράγονται είναι ακριβότερα από ότι θα ήταν αν η κρατική μηχανή ήταν διαφορετική. Όσο όμως τα δυο χωριά έχουν την ίδια πολιτική και οικονομική δομή, οι εμπορικές σχέσεις μεταξύ τους παραμένουν αδιατάρακτες.
Ας πούμε όμως ότι σε κάποια φάση το χωριό Β αποφασίζει να κάνει ορισμένες αλλαγές. Αποφασίζει λοιπόν να ρίξει λίγο τους φόρους, να απελευθερώσει λίγο την αγορά από τις γραφειοκρατικές διαδικασίες και γενικά να προβεί σε ενέργειες τέτοιες που απελευθερώνουν την επιχειρηματικότητα και δημιουργικότητα της οικονομίας του χωριού.
Ξαφνικά λοιπόν και από το πουθενά, το χωριό Β αρχίζει και παράγει προϊόντα και υπηρεσίες με μικρότερο κόστος από το χωριό Α. Ξαφνικά, και επειδή έπεσαν λίγο οι τιμές στο χωριό Β, το χωριό Α μπορεί και αγοράζει λίγο περισσότερα προϊόντα και υπηρεσίες από το Α. Και ξαφνικά, το χωρίο Β πουλά πιο πολλά προϊόντα και υπηρεσίες στο χωρίο Α από ότι πριν. Με λίγα λόγια, το χωρίο Β έχει εμπορικό πλεόνασμα με το χωρίο Α.
Στο χωριό Β όμως ξαφνικά διαδραματίζεται και κάτι ακόμα. Επειδή όπως είπαμε το κόστος παραγωγής έχει πέσει λίγο, κάποιοι εκεί σκέφτονται ότι θα ήταν εύκολο να παράγουν προϊόντα και υπηρεσίες που πριν εισάγονταν. Λογική απόφαση αφού το κόστος είναι μικρότερο. Αρχίζουν λοιπόν ορισμένοι και παράγουν παπούτσια. Παπούτσια που λίγο πριν εισήγαγαν από το χωριό Α. Ξαφνικά το εμπορικό πλεόνασμα του χωριού Β μεγαλώνει. Διότι, όχι μόνο εισάγουν λιγότερα προϊόντα από πριν, αλλά κατάφεραν να πουλήσουν λίγα και στο χωριό Α.
Πριν στο χωριό Α υπήρχαν 4 εργοστάσια που παρήγαν παπούτσια. Ξαφνικά όμως το ένα κλείνει διότι τα παπούτσια του δεν πουλάνε πλέον. Αφενός διότι κυκλοφορούν στην αγορά παπούτσια και από το χωριό Β και αφετέρου διότι, οι τιμές που πουλά είναι πιο ακριβές από τα αντίστοιχα προϊόντα του χωριού Β. Έτσι λοιπόν στο χωριό Α ξαφνικά υπάρχει και λίγη ανεργία. Κάτι που δεν υπήρχε ποτέ στο παρελθόν.
Τώρα στο χωριό Β αρχίζει μια ευημερία που δεν υπήρχε πριν. Ξαφνικά οι μισθοί ανέβηκαν λίγο διότι, η μεγάλη κινητικότητα στον επιχειρηματικό τομέα λόγω των επενδύσεων έκαναν επιτακτική την ανάγκη για περαιτέρω εργατικό δυναμικό. Περαιτέρω εργατικό δυναμικό όμως δεν υπάρχει και έτσι ανέβηκαν οι μισθοί λόγω του ότι οι επιχειρήσεις ξαφνικά έπρεπε να ανταγωνιστούν μεταξύ τους για αυτό το περιορισμένο εργατικό δυναμικό.
Στο χωριό Β όμως ξαφνικά εμφανίστηκε και ένα άλλο φαινόμενο. Λόγω του εμπορικού πλεονάσματος με το χωριό Α, και λόγω του ότι οι τιμές σε πολλά προϊόντα έπεσαν, οι κάτοικοι του χωριού Β ξαφνικά αύξησαν κατά πολύ το βιοτικό τους επίπεδο. Από την μια οι τιμές των προϊόντων έπεσαν λίγο και από την άλλη οι μισθοί αυξήθηκαν λίγο.
Στο μεταξύ όμως στο χωριό Α έχουμε τα αντίθετα φαινόμενα. Λόγω της μικρής ανεργίας και λόγω του ότι οι τιμές είναι ακριβότερες από το χωριό Β οι κάτοικοι εκεί έχουν λιγότερα διαθέσιμα χρήματα. Η αγοραστική δύναμη του χωριού Α συρρικνώθηκε σε σχέση με αυτή του χωριού Β.
Υπάρχει όμως και κάτι ακόμα. Οι κάτοικοι του χωριού Α στην κυριολεξία γίνονται πιο φτωχοί. Το εμπορικό έλλειμμα με το χωριό Β εξ ορισμού μεταφέρει χρήμα σταδιακά από το χωριό Α στο χωριό Β. Και όσο διατηρείται αυτό το έλλειμμα, οι κάτοικοι του χωριού Β γίνονται όλο και πιο πλούσιοι και οι κάτοικοι του Α όλο και πιο φτωχοί.
Σε κάποια φάση στο μέλλον, αν δεν αλλάξει κάτι, κυριολεκτικά το χωριό Α δεν θα έχει λεφτά να αγοράσει προϊόντα και υπηρεσίες, ούτε μεταξύ του αλλά ούτε και με το χωριό Β. Η κατάσταση θα χειροτερεύει συνεχώς όσο το χωριό Α δεν αντιγράφει αυτά που έκανε το χωριό Β για να γίνει εξίσου ανταγωνιστικό. Στο τέλος, και λόγω της ανεργίας, οι κάτοικοι του χωριού Α μετανάστευσαν στο χωριό Β για να ζήσουν και η συνολική οικονομία του χωριού Α συρρικνώθηκε σημαντικά.
Νομίζω ότι αντιλαμβάνεστε τι θέλω να πω. Το χωριό Α είναι η Ελλάδα και το Β ο υπόλοιπος κόσμος. Όσο η Ελλάδα δεν αλλάζει και δεν αναδιοργανώνεται, τόσο η κατάσταση θα επιδεινώνεται. Στο τέλος αν δεν αλλάξει κάτι, το βιοτικό μας επίπεδο θα μειωθεί κατακόρυφα και το πιο πιθανό είναι να δούμε ένα καινούργιο ρεύμα μετανάστευσης.
Μην κοιτάτε πιο μακριά από την Βουλή των Ελλήνων για να ρίξτε το φταίξιμο για την τραγική κατάσταση της χώρας και της οικονομίας. Το άνοιγμα της ψαλίδας μεταξύ εισαγωγών και εξαγωγών στη χώρα μας υποδουλώνει την κατάσταση του χωριού Α. Όσο αυτή η κατάσταση συνεχίζεται τόσο θα χάνουμε σε ανταγωνιστικότητα, θα πέφτει το βιοτικό επίπεδο και κυριολεκτικά θα γινόμαστε πιο φτωχοί.
Στο παρελθόν η Ελλάδα είχε το κόλπο της δραχμής για να αναπληρώνει τη χαμένη της ανταγωνιστικότητα. Η δραχμή όμως, αποτέλεσμα του ελλειμματικού εμπορικού ισοζυγίου, έπεφτε κάθε χρόνο και έτσι τα προβλήματα του συστήματος τα πλήρωνε η μεσαία τάξη, βλέποντας συνεχώς τα εισαγόμενα προϊόντα να αυξάνονται, τη στιγμή που σε πολλές άλλες οικονομίες οι τιμές έπεφταν.
Όλα τα αναπτυξιακά νομοσχέδια είναι για τα μπάζα. Οι μόνοι που ενδιαφέρονται για αυτά τα νομοσχέδια είναι οι αεριτζήδες και η διεφθαρμένη επιχειρηματική τάξη που αιωνίως έχει βρει τον τρόπο να οικονομάει από αυτά τα τερτίπια. Κανένας λογικός άνθρωπος δεν θα επενδύσει λεφτά με γνώμονα αυτά τα καραγκιοζιλίκια που βλέπουν τα μάτια μας κατά καιρούς. Σαν αποτέλεσμα λοιπόν, οι μόνοι που επενδύουν λεφτά είναι αυτοί που είναι στην κλίκα, αυτοί που για να δώσουν θα πάρουν και αυτοί που έχουν κάποιο κρατικό συμβόλαιο στην τσέπη τους. Κανένας δεν αναλαμβάνει τον ρίσκο μιας επένδυσης στην Ελλάδα. Κανείς δεν κάνει κάτι αν δεν είναι εξασφαλισμένος. Και εδώ είναι το μεγάλο πρόβλημα. Κανείς δεν αναλαμβάνει ρίσκο!
Η κατάληξη είναι ότι αν δεν αλλάξει κάτι πολύ σύντομα, τα πράγματα απλά θα χειροτερεύουν. Μέχρι πού και πόσο θα αντέξουμε δεν ξέρω. Για ένα όμως είμαι σίγουρος: ότι η συνεχιζόμενη αυτή κατάσταση θα έχει σαν αποτέλεσμα η Ελλάδα και οι κάτοικοι αυτής, να γίνονται πιο φτωχοί με το πέρας κάθε καινούργιου.
(Αξίζει να σημειώσουμε πως το άρθρο αυτό συντάχθηκε για πρώτη φορά το 2003).
Facebook Comments