Από την ημέρα που εκλέχθηκε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα, οι διαπραγματεύσεις για την θέση της χώρας στην Ευρώπη έχουν πάρει πολύ άσχημη τροπή, με κινήσεις εντυπωσιασμού από την μια πλευρά και έντονη ενόχληση από την άλλη, γράφει σε άρθρο του στους Financial Times o Martin Wolf.

Μια μη σχεδιασμένη έξοδος από την ευρωζώνη είναι πλέον αρκετά πιθανή. Όχι επειδή το θέλει η Ελλάδα, ούτε γιατί την προωθούν οι εταίροι της. Αλλά επειδή η Ελλάδα στερεύει από ελπίδα, οι εταίροι της στερεύουν από υπομονή και οι διαπραγματεύσεις στερεύουν από χρόνο.

Η επιλογή για την πορεία που θα ακολουθηθεί πρέπει να γίνει έπειτα από περίσκεψη και όχι από κάποιο ατύχημα.

Η επαπειλούμενη κρίση ρευστότητας είναι αυτή που δημιουργεί τους φόβους ότι θα ληφθεί μια βεβιασμένη απόφαση. Οι πιστωτές της Ελλάδας θέλουν η χώρα να εφαρμόσει μεταρρυθμίσεις πριν ξεκλειδώσουν ορισμένα από τα 7,2 δισ. ευρώ που έχουν απομείνει από το πρόγραμμα διάσωσης.

Η Ελλάδα χρειάζεται τα χρήματα αυτά για να καλύψει τις υποχρεώσεις της στο εσωτερικό και την αποπληρωμή δόσης 450 εκατ. ευρώ στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Από την στιγμή που η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχει επιβάλλει περιορισμούς στον δανεισμό από τις ελληνικές τράπεζες, η ελληνική κυβέρνηση μπορεί να ξεμείνει από χρήματα.

Αν συμβεί τελικά κάτι τέτοιο μπορεί να οδηγήσει σε μαζική φυγή καταθέσεων. Αν και η ΕΚΤ είναι σε θέση να διαχειριστεί μια τέτοια εξέλιξη, ίσως παρουσιαστεί ανήμπορη ή απρόθυμη να το κάνει.

Μια χώρα έχει περισσότερες πιθανότητες να φύγει από το ευρώ αν η κυβέρνηση της δεν μπορεί να τηρήσει τις υποχρεώσεις της, οι τράπεζες κλείσουν τις πόρτες τους, η οικονομία της δεν αναπτύσσεται και έχει διαμορφωθεί ένα ταραχώδες πολιτικό σκηνικό. Η Ελλάδα μπορεί να βρεθεί σε αυτήν την κατάσταση πολύ σύντομα. Μια χαοτική έξοδος μπορεί να συμβεί. Πρέπει πάση θυσία να αποφύγουμε ένα τέτοιο «Greccident», τονίζει ο Wolf.

Από την στιγμή που εκλέχτηκε η νέα κυβέρνηση ήταν ολοφάνερο πως θα έπρεπε να περάσει χρόνος για να μάθουμε αν μπορεί να υπάρξει μια εποικοδομητική συμφωνία.
Είναι απολύτως απαραίτητο να… αγοράσει το χρόνο αυτό. Επιδιώκοντας να καταλήξει σε μια συμφωνία, θα ήταν επίσης καλό να βάλει στην άκρη την καταστροφική ηθικολογία.

Η πλευρά των πιστωτών βλέπει ως υποδειγματική την γενναιοδωρία της προς τους σπάταλους Έλληνες. Οι τελευταίοι πιστεύουν ότι οι ιδιώτες πιστωτές είναι ένοχοι για ανεύθυνο δανεισμό, ότι η «διάσωση» δεν ήταν για την Ελλάδα αλλά για αυτούς τους απρόσεκτους δανειστές και ότι πάνω από όλα οι Έλληνες έχουν υποφέρει αρκετά. Και οι δύο θέσεις έχουν βάση. Αλλά τίποτα καλό δεν θα προκύψει από την αμοιβαία απόδοση ευθυνών.

Αν αποφευχθεί το ατύχημα

Ας υποθέσουμε πως αποφεύγεται ο κίνδυνος ατυχήματος. Η ευρωζώνη θα έρθει τότε αντιμέτωπη με μια μεγάλη και μια μικρότερη επιλογή. Η μεγάλη επιλογή έχει να κάνει με το αν θα κρατήσει την Ελλάδα στην ευρωζώνη ή θα την βοηθήσει να βγει. Η μικρότερη επιλογή αφορά τους διαφορετικούς τρόπους για να την κρατήσει εντός. Η παραμονή της Ελλάδας αφήνει ανοιχτή την επιλογή της εξόδου, ενώ αντίθετα μια έξοδος είναι μη αναστρέψιμη.

Ποια είναι τα επιχειρήματα υπέρ μιας εξόδου; Το ένα είναι πως το κόστος της μετάστασης στα άλλα μέλη της ευρωζώνης είναι πολύ μικρότερο από ότι νωρίτερα, όπως δείχνουν και οι διαφορές στις αποδόσεις των ομολόγων. Ένα άλλο είναι πως έχει αποδειχτεί ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να κάνει μεταρρυθμίσεις. Επίσης ένα ακόμα επιχείρημα είναι πως η Ελλάδα παραμένει μη ανταγωνιστική σε διεθνές επίπεδο, όπως φαίνεται από τις αδύναμες εξαγωγές της. Η εξισορρόπηση του εξωτερικού ισοζυγίου έγινε με το κόστος ενός τεράστιου ποσοστού ανεργίας – μια τεράστια «εσωτερική ανισορροπία».

Αντίθετα, μια έξοδος θα μετατρέψει την ευρωζώνη από μια μη αναστρέψιμη νομισματική ένωση σε ένα καθεστώς σκληρών συναλλαγματικών ισοτιμιών. Αυτό θα ήταν ότι χειρότερο. Δεν θα ήταν ούτε τόσο αξιόπιστη όσο μια ένωση, ούτε τόσο ευέλικτη όσο ένα σύστημα κυμαινόμενων ισοτιμιών. Ακόμα περισσότερο μια έξοδος – ειδικά αν δεν συνοδευόταν από βοήθεια – μπορεί να έχει σοβαρές οικονομικές και γεωπολιτικές συνέπειες.

Η Ελλάδα μπορεί να βουλιάξει σε μια οικονομική άβυσσο. Εγκαταλελειμμένη από την Ευρώπη, μπορεί να στραφεί σε λιγότερο φιλικές δυνάμεις. Αυτό θα είναι μια στρατηγική καταστροφή. Τέλος, η Ελλάδα έχει ήδη υποστεί τις αρνητικές επιπτώσεις της λιτότητας. Από εδώ και στο εξής, τα πράγματα αναμένεται να γίνουν καλύτερα, εφόσον βελτιωθεί η ασκούμενη πολιτική.

Δύο σενάρια παραμονής στο ευρώ

Η προσπάθεια να παραμείνει η Ελλάδα στο ευρώ φαίνεται η καλύτερη επιλογή. Δύο είναι οι επιλογές για το πώς θα γίνει αυτό.

Η πρώτη είναι ένα νέο πρόγραμμα διάσωσης, ένα πρόγραμμα που θα υπόσχεται ελάφρυνση του ελληνικού χρέους μόλις ολοκληρωθούν οι μεταρρυθμίσεις.

Η δεύτερη επιλογή είναι να σταματήσει η πολιτική της «παράτασης και της υποκρισίας».

Αντίθετα θα μειωθούν οι υποχρεώσεις για την εξυπηρέτηση του χρέους σε διαχειρίσιμα επίπεδα. Αλλά δεν θα υπάρχει επιπρόσθετη βοήθεια. Η Ελλάδα θα βασιστεί στις δικές της δυνάμεις. Η ελληνική κυβέρνηση θα κρατήσει το ευρώ, αλλά ενδεχομένως να αναγκαστεί να επιβάλλει κεφαλαιακούς περιορισμούς. Βραχυπρόθεσμα, η κυβέρνηση μπορεί να συμπληρώσει το ευρώ με εγχώριους υποσχετικούς τίτλους (IOUs) που θα χρησιμοποιηθούν για την κάλυψη των υποχρεώσεων στο ελληνικό κράτος. Θα έχει τότε μετατρέψει το ευρώ σε ένα παράλληλο νόμισμα, σε προσωρινή ή ημιμόνιμη βάση.

Η άλλη μεγάλη επιλογή είναι η ευρωζώνη να συμφωνήσει ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να αποτελέσει μόνιμο μέλος της ευρωζώνης. Η καλύτερη αιτιολόγηση της απόφασης αυτής μπορεί να βασίζεται στο ότι η ελληνική οικονομία είναι αδύνατο να γίνει ανταγωνιστική εντός της ευρωζώνης. Ωστόσο, η Ελλάδα δεν θα αφεθεί να καταρρεύσει, αλλά θα λάβει βοήθεια.

Η βοήθεια αυτή πρέπει να περιλαμβάνει οριστικές μειώσεις στην εξυπηρέτηση του χρέους. Θα χρειαστούν και εδώ έλεγχοι στις αναλήψεις από τις τράπεζες. Επιπρόσθετα, η Ελλάδα θα χρειαστεί επιπρόσθετα δάνεια για να αποτρέψει την υπερβολική μεταβλητότητα στην αξία του νέου νομίσματος. Η Ελλάδα φυσικά θα παραμείνει στην Ε.Ε. Μπορεί να μείνει ανοιχτή και η δυνατότητα να επιστρέψει στο ευρώ στο μέλλον.

Καμία από τις επιλογές αυτές δεν είναι χωρίς ρίσκο. Όλες θα δημιουργήσουν σημαντικά προβλήματα. Αλλά υπάρχουν δύο βασικά σημεία που πρέπει να λάβουμε υπόψη.

Το πρώτο είναι πως η απόφαση πρέπει να γίνει έπειτα από περίσκεψη και να μην είναι το αποτέλεσμα της λήξης του διαθέσιμου χρόνου. Το δεύτερο είναι πως η επιλογή που θα γίνει είναι στρατηγικής σημασίας, τόσο για την ευρωζώνη, όσο και για την Ελλάδα.

Στο τέλος, η σωστή επιλογή – και σίγουρα αυτή που θέλουν και οι Έλληνες – είναι να βρεθεί ένας κοινά αποδεκτός τρόπος για να μείνει η Ελλάδα στην ευρωζώνη, μαζί με μια γενναιόδωρη, αλλά υπό όρους ελάφρυνση του χρέους και περαιτέρω βραχυπρόθεσμη στήριξη. Αλλά μπορεί να σταθεί και το επιχείρημα για μια έξοδο, εφόσον γίνει με τρόπο που θα αποφεύγει το χάος και θα επιτυγχάνει μια μόνιμη βελτίωση της ελληνικής ανταγωνιστικότητας. Αλλά και η λύση αυτή θα απαιτούσε σημαντική ελάφρυνση του χρέους.

«Τώρα δεν είναι η ώρα να ληφθεί η μεγάλη απόφαση για το αν η Ελλάδα θα μείνει εντός της ευρωζώνης και αν ναι πως θα γίνει αυτό. Αλλά θα έρθει γρήγορα. Οπότε προετοιμαστείτε κατάλληλα.», καταλήγει ο Wolf.

Facebook Comments