Το κράτος υπερφορολογεί τα ποτά και χάνει λεφτά!
Την αποτυχία της συνταγής της υπερφορολόγησης και στον κλάδο των αλκοολούχων ποτών καταδεικνύει μελέτη του ΙΟΒΕ
Την αποτυχία της συνταγής της υπερφορολόγησης και στον κλάδο των αλκοολούχων ποτών καταδεικνύει μελέτη του ΙΟΒΕ
Με δεδομένο ότι η πολιτική αύξησης του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης Οινοπνευματωδών Ποτών (ΕΦΚΟΠ) για τα ποτά (+125% εντός της διετίας 2009-2010) και του ΦΠΑ (23% από 13%) απέτυχε να τονώσει τα κρατικά έσοδα, η ανάγκη αποκλιμάκωσης του ΕΦΚΟΠ επανέρχεται δριμύτερα στην επικαιρότητα.
Στη μελέτη αποτυπώνονται οι δυσμενείς επιπτώσεις για τον κλάδο, την αγορά και τα δημόσια έσοδα λόγω της παρατεταμένης ύφεσης που διέρχεται η ελληνική οικονομία αλλά και των αυξήσεων ΕΦΚΟΠ και ΦΠΑ, ενώ παράλληλα προβλέπονται περαιτέρω απώλειες κατά 27 εκ. ευρώ από τη διατήρηση του υφιστάμενου καθεστώτος φορολόγησης των αλκοολούχων ποτών. Ωστόσο, υπάρχει περιθώριο αναστροφής, καθώς η μελέτη εκτιμά ότι από τη σταδιακή μείωση του ΕΦΚΟΠ μέσα στην επόμενη τριετία και σε συνδυασμό με τη λήψη μέτρων για την πάταξη του λαθρεμπορίου θα μπορούσαν δυνητικά να προκύψουν σημαντικά δημοσιονομικά οφέλη, συνολικού ύψους 181,7 εκ. ευρώ, να περιοριστεί το λαθρεμπόριο και να δημιουργηθούν περίπου 3.000 νέες θέσεις εργασίας.
Ο αρνητικός αντίκτυπος στον κλάδο και στα δημόσια έσοδα
Οι αρνητικές επιπτώσεις της υπερφορολόγησης είναι εμφανείς σε ολόκληρη την αλυσίδα αξίας του κλάδου των αλκοολούχων ποτών, από τις παρασκευάστριες και εισαγωγικές εταιρείες μέχρι τις κάβες, τα ξενοδοχεία και τα μπαρ, καθώς μόνο κατά το διάστημα 2010-2012 χάθηκαν περισσότερες από 10.000 θέσεις εργασίας και μισό δισ. ευρώ προστιθέμενη αξία. Σύμφωνα με τα πορίσματα του ΙΟΒΕ, η κλιμάκωση του ΕΦΚΟΠ δεν κατάφερε να προσφέρει τα προσδοκώμενα έσοδα στον κρατικό προϋπολογισμό, καθώς στην πράξη παρατηρήθηκαν αποκλίσεις από τους στόχους για τα έσοδα, σχεδόν 92 εκ. ευρώ το 2011 και 60 εκ. ευρώ το 2012, περίπου δηλαδή το 20% των αναμενόμενων συνολικών εσόδων. Κατά συνέπεια, οι αυξημένοι φορολογικοί συντελεστές δεν αντιστάθμισαν τη μειωμένη ζήτηση και επέφεραν μοιραία την πτώση της αγοράς των αλκοολούχων ποτών επηρεάζοντας τα έσοδα από ΕΦΚΟΠ, που προσέγγισαν τα 296 εκ. ευρώ το 2012 μειωμένα κατά 15,1% έναντι του 2011, ενώ και τα έσοδα από ΦΠΑ έφτασαν μόλις τα 168 εκ. ευρώ. Οι κατηγορίες με την υψηλότερη κάμψη ήταν τα αλκοολούχα ποτά και το ούζο κατά -46% και -38% αντιστοίχως για την περίοδο 2008-2012, με το κρασί και την μπύρα να ακολουθούν με αρκετά ηπιότερη κάμψη, για την ακρίβεια κατά -5% και -1% αντιστοίχως, ενώ, αντίθετα, στην κατηγορία του τσίπουρου καταγράφεται αύξηση κατά +17%.
Οι δυσανάλογες φορο-επιβαρύνσεις στα αλκοολούχα ποτά και η επακόλουθη άνοδος των τιμών τους άλλαξαν δραματικά τις συνθήκες της αγοράς, επηρέασαν τις καταναλωτικές συνήθειες και έστρεψαν την κατανάλωση σε φθηνότερα νόμιμα ή παράνομα προϊόντα, γεγονός που σε συνδυασμό με την απουσία ελέγχων οδήγησε σε έξαρση του λαθρεμπορίου αλλά και της νοθείας με πιθανούς κινδύνους για την υγεία. Παράλληλα, η τεράστια φορολογική ψαλίδα του ΕΦΚΟΠ ανάμεσα στην Ελλάδα και όλες τις γειτονικές και τουριστικά ανταγωνιστικές χώρες ενίσχυσε τα κίνητρα για φοροδιαφυγή και ενέτεινε τις διασυνοριακές αγορές αλκοόλ με επιπλέον απώλειες εσόδων για το ελληνικό κράτος επιδεινώνοντας περαιτέρω την ανταγωνιστικότητα του εγχώριου τουριστικού προϊόντος.
Όξυνση του λαθρεμπορίου – Απώλειες σχεδόν 100 εκ. ευρώ μόνο από το παράνομο τσίπουρο
Σε ό,τι αφορά το λαθρεμπόριο, αν και εκ φύσεως δύσκολο να καταγραφεί το μέγεθος του φαινομένου, οι φορείς της αγοράς εκτιμούν ότι άγγιξε τις 8,2 εκ. φιάλες για το 2012, οι οποίες διακινούνται χωρίς την είσπραξη ΕΦΚΟΠ, ενώ οι απώλειες που δημιουργούνται αφορούν και τη μη είσπραξη ΦΠΑ (~70%). Η απώλεια φορολογικών εσόδων από τη μη καταβολή του ΕΦΚΟΠ σε ποτά που διακινηθήκαν παράνομα προσεγγίζει τα 41,8 εκ. ευρώ (χωρίς τα έσοδα από ΦΠΑ και χωρίς να συμπεριλαμβάνεται το παράνομο τσίπουρο), ενώ αναφορικά με τον όγκο του παράνομα διακινούμενου τσίπουρου εκτιμάται ότι ανέρχεται σε 10,8 εκ. λίτρα και οι συνολικές απώλειες φορολογικών εσόδων από την παράνομη παραγωγή και εμπορία του σε 97,7 εκ. ευρώ ετησίως.
Facebook Comments