Στη πολιτική δε χρειάζεται να είσαι αληθινός, αρκεί να είσαι πιστευτός. Η απόφαση της κυβέρνησης να εκσυγχρονίσει 5 παλιά αεροσκάφη ανθυποβρυχιακού πολέμου που βρίσκονταν σε μη πτητική κατάσταση από το 2009 και έχουν ήδη συμπληρώσει πάνω από 30 χρόνια ζωής ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων. Η κυβέρνηση δε πτοήθηκε και πλέον η απόφαση υλοποιείται με απόφαση του ΚΥΣΕΑ που φέρει την υπογραφή τόσο του Υπουργού Άμυνας όσο και του Πρωθυπουργού. Ήδη έχουν δοθεί 45 εκατ. δολάρια ως προκαταβολή. Το κόστος του έργου για 5 αεροσκάφη τοποθετείται στα 500 εκατ. δολάρια και η διάρκεια των εργασιών θα φτάσει τα 7 χρόνια, το δε έργο θα εκπληρωθεί στο μεγαλύτερό του έργο, κατά δήλωση του υπουργείου, στην ΕΑΒ.

Η δικαιολογία που δόθηκε για την υπογραφή του έργου ήταν ότι χωρίς εξειδικευμένα αεροσκάφη ναυτικής συνεργασίας (ανθυποβρυχιακού πολέμου και ναυτικής περιπολίας) το ΝΑΤΟ ανέθεσε τις αποστολές ναυτικής επιτήρησης για την περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου συμπεριλαμβανομένου του Αιγαίου Πελάγους, στην Τουρκία, η οποία διαθέτει αεροσκάφη για αυτό το σκοπό. Είναι πραγματικά οξύμωρο μια αριστερή κυβέρνηση που μόλις πριν ένα χρόνο διακήρυττε ότι θα επιδιώξει την διάλυση του ΝΑΤΟ «από μέσα» δείχνει ιδιαίτερη ευαισθησία για μια αποστολή του ΝΑΤΟ.

Ας δούμε λοιπόν ποια η αποστολή και ποιος ο λόγος για την Ελλάδα να έχει αεροσκάφη ναυτικής συνεργασίας και κατά πόσο η συγκεκριμένη απόφαση εξυπηρετεί τόσο τους εθνικούς όσο και τους συμμαχικούς σκοπούς. Για να το δούμε αυτό θα κάνουμε μια μικρή αναφορά στο ναυτικό πόλεμο. Ο ναυτικός πόλεμος έχει την εξής ιδιαιτερότητα. Είναι ένας πόλεμος τρισδιάστατος, πολυεπίπεδος. Ένα πλοίο κινδυνεύει τόσο από αντίπαλα πλοία που βρίσκονται στο ίδιο επίπεδο με αυτό, από υποβρύχια που βρίσκονται κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας, από αεροπλάνα που υπερίπτανται και επιπλέον για πλοία που διεξάγουν παράκτιο πόλεμο δηλαδή βρίσκονται σε κοντινή απόσταση από τη στεριά, υπάρχει μόνιμα η απειλή από επιθέσεις από τη στεριά.

Στο παρελθόν, όταν δηλαδή δημιουργήθηκε το αεροσκάφος P-3, τα αεροπλάνα ναυτικής συνεργασίας αποτελούσαν το μάτι και μακρύ χέρι των πλοίων. Σήμερα αυτό δεν ισχύει αφού τουλάχιστον για το ΝΑΤΟ αλλά και για τα κράτη μέλη, η τακτική επιτάσσει διακλαδικές επιχειρήσεις και στενή συνεργασία όλων των κλάδων. Δηλαδή το αεροσκάφος ναυτικής συνεργασίας εκτελεί την αποστολή του και πιθανόν να συνεργάζεται στενά με δυνάμεις του στρατού ξηράς ή της Πολεμικής Αεροπορίας για συγκεκριμένους λόγους. Ένα τέτοιο αεροπλάνο πρέπει να φέρει τα κατάλληλα ηλεκτρονικά συστήματα ώστε να υπάρχει εύκολη και ασφαλής μεταφορά δεδομένων μεταξύ των φίλιων δυνάμεων μιας περιοχής.

Ας δούμε τώρα την χρησιμότητα των αεροσκαφών ναυτικής συνεργασίας για εθνικούς σκοπούς. Οι κύριες αποστολές που θα έχουν τα ελληνικά αεροσκάφη είναι ο ανθυποβρυχιακός πόλεμος και η ναυτική περιπολία. Ο ανθυποβρυχιακός πόλεμος έχει να κάνει με την απειλή που έχει να αντιμετωπίσει ο στόλος μας, δηλαδή τα Τουρκικά υποβρύχια. Ο στόλος υποβρυχίων της Τουρκίας αποτελείται από 13 υποβρύχια τύπου 209, εν πολλοίς παρόμοια με τα περισσότερα ελληνικά με τη διαφορά ότι ένας αριθμός από τα Τουρκικά μπορεί να εκτοξεύσει πέρα από τορπίλες και πυραύλους εναντίον πλοίων. Αυτό θα αλλάξει από το 2015 με την είσοδο του πρώτου υποβρυχίου τύπου 214, παρόμοια με τα 4 δικά μας υποβρύχια τα οποία αντιμετώπισαν πλήθος δυσκολιών μέχρι να αρχίσουν να παραδίδονται. Η διαφορά των σύγχρονων υποβρυχίων τύπου 214 σε σχέση με τους προηγούμενους τύπους είναι ότι μπορούν να μένουν κάτω από το νερό για εβδομάδες χωρίς να αναδυθούν κάτι που εμποδίζει δραματικά τη δυνατότητα ανεύρεσής τους. Το Πολεμικό Ναυτικό αντιμετωπίζει ως τώρα αυτή την απειλή με πλοία και με ελικόπτερα.

Η ναυτική περιπολία έχει την έννοια της αποκάλυψης στόχων πέρα από τη γραμμή του ορίζοντα. Τα ραντάρ των πλοίων έχουν περιορισμό στην εμβέλεια λόγω της καμπυλότητας της γης συνεπώς είναι δύσκολο ένα πλοίο να ερευνήσει σε μεγάλες αποστάσεις και να αποκαλύψει μικρούς στόχους όπως είναι οι βάρκες λαθρομεταναστών κάτι που για ένα αεροσκάφος είναι πολύ πιο εύκολη υπόθεση. Εδώ θα πρέπει να τονίσουμε ότι τόσο στον ανθυποβρυχιακό πόλεμο όσο και στη ναυτική περιπολία υπάρχει τεράστια επιχειρησιακή διαφορά στις αποστολές πάνω από το Αιγαίο σε σχέση με την ανοιχτή θάλασσα της ανατολικής Μεσογείου και του Λιβυκού Πελάγους. Ειδικά για το περιβάλλον του Αιγαίου τα αεροσκάφη ναυτικής συνεργασίας είναι σχεδόν αδύνατο σε περίοδο πολέμου να εκτελέσουν αποστολές ανθυποβρυχιακού πολέμου γιατί θα βρίσκονται υπό τη διαρκή απειλή της Τουρκικής πολεμικής αεροπορίας. Συνεπώς, και έδώ είναι το κρίσιμο σημείο, τα αεροπλάνα ναυτικής συνεργασίας δύσκολα θα συνεισφέρουν στον πόλεμο βάζοντας άλλον ένα περιορισμό στο κόστος. Δεν υπάρχει λόγος για ένα πολυδάπανο πρόγραμμα που ούτως ή άλλως η συνεισφορά του σε πραγματικές επιχειρήσεις θα είναι πολύ μικρή.

Ειδικά τα αεροσκάφη Ρ-3 έχουν σχεδιαστεί για περιπολίες και ανθυποβρυχιακό πόλεμο σε περιβάλλον ανοιχτής θάλασσας. Το αμερικανικό ναυτικό ήθελε ένα αεροσκάφος που θα καλύπτει τεράστιες εκτάσεις του Ωκεανού ψάχνοντας για σοβιετικά υποβρύχια. Για αυτό και το Ρ-3 θεωρείται αναντικατάστατο για κράτη όπως η Αυστραλία, ο Καναδάς, η Ιαπωνία. Σε περίοδο ειρήνης οι αποστολές για λογαριασμό του ΝΑΤΟ θα περιλαμβάνουν ναυτική περιπολία με σκοπό την ασφάλεια δηλαδή την ανακάλυψη πλοίων λαθρομεταναστών ή ύποπτων για τρομοκρατία αλλά και τον εντοπισμό υποβρυχίων που μπορεί να δρουν εν κρυπτώ πέριξ των χωρών του ΝΑΤΟ.

Έχοντας αναλύσει το πλαίσιο και ξέροντας ότι το κόστος σε αυτό το πλαίσιο είναι της τάξης των 500 εκατομμυρίων ευρώ ας δούμε τις εναλλακτικές που θα έπρεπε να συνεκτιμήσει η κυβέρνηση πριν καταλήξει σε οριστική απόφαση. Προφανώς δεν θα αναφερθούμε καν σε αεροσκάφη τα οποία είναι πέρα από τις οικονομικές δυνατότητες της χώρας και με τεχνικά χαρακτηριστικά που υπερβαίνουν τις Ελληνικές απαιτήσεις, όπως είναι το Ρ-8, το αεροσκάφος που αντικαθιστά τα Ρ-3 των ΗΠΑ. Ούτε θα αναφερθούμε στα Τουρκικά, δεν υπάρχει κανένας λόγος η χώρα να αγοράσει το ίδιο αεροσκάφος που χρησιμοποιεί η Τουρκία αφού έχει άλλες πιο συμφέρουσες επιλογές. Ας τα δούμε αναλυτικά παρακάτω:

P-99 /EMP-145 MP

Πρόκειται για αεροσκάφος ναυτικής συνεργασίας Βραζιλιάνικης κατασκευής χτισμένο πάνω στη πλατφόρμα του αεροσκάφους πολιτικής αεροπορίας ERJ-145. Ακριβώς δηλαδή το αεροσκάφος που ήδη χρησιμοποιεί η πολεμική αεροπορία ως ιπτάμενο ραντάρ. Ο ισχυρισμός του Υπουργείου ότι για το Ρ-3 υπάρχουν ήδη ανταλλακτικά πάει χαμένος από τη στιγμή που τα ανταλλακτικά του Ρ-3 είναι ως επί το πλείστον παλιά και πιθανόν αρκετά από αυτά να είναι και άχρηστα μετά τον εκσυγχρονισμό (στη πραγματικότητα αναπαλαίωση) τους, τη στιγμή που η Πολεμική Αεροπορία ήδη χρησιμοποιεί τα αεροσκάφη ERJ-145 με μεγάλη επιτυχία. Επιπλέον είναι της ίδιας οικογένειας με τα ERJ-135 που χρησιμοποιεί η Πολεμική Αεροπορία ως VIP. Πρόσφατα η Ελλάδα προσπάθησε αποτυχημένα να πουλήσει το ένα από τα δύο VIP. Θα μπορούσε στα πλαίσια μιας αγοράς αεροσκαφών ναυτικής συνεργασίας να συμφωνήσει με την κατασκευάστρια εταιρία να επιστρέψει το ένα αεροσκάφος μειώνοντας ακόμα περισσότερο το κόστος. Η υψηλή δε αξιοπιστία που δείχνει ο συγκεκριμένος τύπος αεροσκάφους θα επέτρεπε την αγορά 4 αντί για πέντε αεροσκαφών. Με κόστος 80 εκατομμύρια δολάρια το ένα, τα 5 αεροσκάφη θα στοίχιζαν το πολύ 400 εκατομμύρια, 100 εκατομμύρια λιγότερα από την λύση που επιλέχτηκε. Το αεροσκάφος βρίσκεται ήδη σε υπηρεσία στην αεροπορία του Μεξικού.    

C-27J MPA (Maritime Patrol)

Πρόκειται για αεροσκάφος ναυτικής συνεργασίας βασισμένο πάνω στη πλατφόρμα του μεταγωγικού αεροσκάφους της Πολεμικής Αεροπορίας C-27J. Η αγορά των C-27J ήταν άλλη μια αποτυχημένη σύμβαση από την Ελληνική πλευρά, παρόμοια με τη σύμβαση για την αγορά των ελικοπτέρων NH-90. Και ενώ ο Υπουργός Άμυνας ανέδειξε το θέμα των ελικοπτέρων ως σκάνδαλο, λόγω της χαμηλής διαθεσιμότητας του τύπου και της απουσίας σύμβασης συντήρησης δεν έγινε κάτι ανάλογο με τη περίπτωση των μεταγωγικών C-27J. Εν συντομία, η Ελλάδα παρήγγειλε 12 μεταγωγικά αεροσκάφη από την κοινοπραξία ALENIA/ Lockheed πριν από 12 περίπου χρόνια. Παρέλαβε τα 8 αεροσκάφη και αρνήθηκε να παραλάβει τα άλλα 4 λόγω υποτιθέμενων αξεπέραστων προβλημάτων. Από τα 8 είναι ζήτημα να πετάνε σήμερα πάνω από 2. Είναί όμως τόσο κακό αεροσκάφος; Κατηγορηματικά όχι. Απλά η χώρα μας έχει ένα πρόβλημα στο πως εκτελεί τα συμβόλαια. Την ίδια στιγμή το αεροσκάφος σε άλλες χώρες όχι απλά αποδεικνύεται σε βασικό παίκτη στο χώρο των μεταφορών αλλά επιπλέον η έκδοση ναυτικής συνεργασίας γίνεται όλο και πιο δημοφιλής. Πριν από 2 χρόνια η Αμερικανική Ακτοφυλακή παρέλαβε το πρώτο από μια αγορά πάνω από 10 αεροσκαφών ναυτικής συνεργασίας και ήδη οι κριτικές είναι ενθουσιώδεις. Για να έχετε μια αίσθηση, στις ΗΠΑ η ακτοφυλακή χρησιμοποιεί πλοία ανάλογα με αυτά του πολεμικού ναυτικού γιατί έχει τεράστιο εύρος επιχειρήσεων. Πρόσφατα ακολούθησε ο Καναδάς που παρήγγηλε τα C-27J για αποστολές ναυτικής περιπολίας και έρευνας και διάσωσης. Αν στα C-27J προσαρμοστεί το πακέτο εξοπλισμού AMASCOS (Airborne Maritime Situation Control System) το οποίο χρησιμοποιούν τα Τουρκικά αεροσκάφη ναυτικής συνεργασίας, η Ελλάδα θα αποκτήσει ένα ικανότατο αεροσκάφος και το κυριότερο με κλάσμα του κόστους. Η τιμή για κάθε αεροσκάφος το 2012, όπως αγοράστηκε από τις ΗΠΑ έφτανε τα 53,3 εκατ. δολάρια ανά αεροσκάφος. Μιλάμε πλέον για κόστος 270 εκατ. δολάρια για 5 αεροσκάφη. Ακόμα και με τον επιπλέον εξοπλισμό για ανθυποβρυχιακό πόλεμο το κόστος δε μπορεί να υπερβεί τα 350 εκατ. για όλο το πρόγραμμα. Αν σκεφτεί κανείς ότι με την Alenia έχουμε ήδη κάποιες διαφορές, δεν έχουμε παραλάβει τα τελευταία 4 αεροπλάνα της αγοράς μας ενώ έχουμε ηδη πληρώσει, θα μπορούσαμε να υπογράψουμε συμβόλαιο συντήρησης για το σύνολο των αεροσκαφών, κάτι που ούτως ή άλλως θα γίνει κάποια στιγμή και να ζητήσουμε τα 4 τελευταία να μας παραδοθούν σε διαμόρφωση ναυτικής συνεργασίας. Το κόστος σε αυτή τη περίπτωση θα είναι δραματικά μικρότερο. Είναι με διαφορά η οικονομικότερη προσέγγεση χωρίς επιχειρησιακούς συμβιβασμούς από τη πλευρά μας.

CL-415 MP  (MP: Multi Purpose)

Πρόκειται για την έκδοση ναυτικής συνεργασίας του γνωστού πυροσβεστικού αεροσκάφους που χρησιμοποιεί η Πολεμική Αεροπορία. Τη δεκαετία του 1990 η χώρα μας αγόρασε νέα πυροσβεστικά αεροσκάφη προκειμένου να υποστηρίξει τον στόλο των παλαιών CL-215. Από τα 7 αεροσκάφη που αγόρασε, το ένα είχε διαμόρφωση ναυτικής περιπολίας. Το αεροσκάφος δυστυχώς κατέπεσε σε ένα ατύχημα κατά τη διάρκεια κατάσβεσης πυρκαγιάς στην Εύβοια το 2007. Συνεπώς μια αγορά πυροσβεστικών αεροσκαφών με επιπλέον ειδικό εξοπλισμό ναυτικής περιπολίας θα μπορούσε να είναι διπλά χρήσιμη για την Ελλάδα. Ο περιορισμός είναι ότι στα συγκεκριμένα αεροσκάφη δεν προσφέρεται έκδοση με επιπλέον εξοπλισμό ανθυποβρυχιακού πολέμου, συνεπώς θα μπορούσε να αγοραστεί με το περιορισμό ότι το κομμάτι του ανθυποβρυχιακού πολέμου θα συνεχίσουν να το εκτελούν κυρίως τα ελικόπτερα που έχουμε για αυτό το σκοπό. Με κόστος ανά αεροσκάφος τα 37 εκατομύρια δολάρια, για πέντε αεροσκάφη το κόστος θα έμενε κάτω από τα 200 εκατομύρια δολάρια και ταυτόχρονα θα ήταν χρήσιμα για την προστασία των δασών.

Είναι εντυπωσιακό πως οι δικαιολογίες της κυβέρνησης να μην εξετάσει καμία από τις παραπάνω λύσεις πριν προχωρήσει στη σύμβαση είναι παιδαριώδεις ειδικά για όσους ασχολούνται με θέματα εξοπλισμών. Η πρώτη είχε να κάνει με το ότι το πρόγραμμα το είχε ήδη «εγκρίνει» η προηγούμενη κυβέρνηση και θα χρηματοδοτηθεί με αμερικάνικο δάνειο FMS (Foreign Military Sales). Αυτό που δεν είπαν είναι ότι ποτέ καμία κυβέρνηση δεν ενεργοποιούσε όλες τις συμβάσεις FMS. Ουσιαστικά από μια λίστα συστημάτων διάλεγε αυτά που κατά περίπτωση κρίνονταν συμφέροντα. Άρα ούτε η πρώτη ούτε η τελευταία φορά θα ήταν που θα απορρίπταμε ένα τέτοιο πρόγραμμα. Το ότι οι προηγούμενες τρεις κυβερνήσεις, από το 2009 ως σήμερα το κρατούσαν μέσα στη λίστα δεν αποτελεί άλλοθι για τη σημερινή κυβέρνηση. Δεύτερη δικαιολογία ήταν ότι για το συγκεκριμένο αεροσκάφος έχουμε ήδη ανταλλακτικά, συνεπώς η συντήρηση εφόσον τεθούν σε λειτουργία θα είναι σχετικά φτηνότερη. Άλλη μια φτηνή δικαιολογία. Και για τα τρία αεροσκάφη που προαναφέραμε υπάρχουν ήδη ανταλλακτικά. Και με μια ακόμα ιδιαιτερότητα. Και τα τρία είναι δικινητήρια ενώ το P-3 είναι τετρακινητήριο. Τα δικινητήρια έχουν μικρότερο κόστος ανά ώρα πτήσης, για όλα όσα προαναφέραμε. Για τις θαλάσσιες περιοχές που ελέγχει η Ελλάδα, ένα τετρακινητήριο αεροσκάφος είναι υπερβολή.

Δυστυχώς για την κυβέρνηση και τον ίδιο τον πρωθυπουργό που αρέσκονται να δημιουργούν επιτροπές ελέγχου και να ετοιμάζουν δικαστήρια, η σύμβαση αυτή θα ακολουθήσει αναγκαστικά τον ίδιο δρόμο. Ειδικά όταν γίνεται σε περιβάλλον δημοσιονομικής ασφυξίας. Ο Μακιαβέλι δεν πίστευε ότι οι κυβερνώντες πρέπει να έχουν ηθική, αρκεί να κάνουν σωστά τη δουλειά τους. Οι δικοί μας αυτό το κατάλαβαν και έχουν πάρει διαζύγιο από την ηθική. Αλλά ούτε τη δουλειά τους κάνουν καλά. Αλλά ο Μακιαβέλι συνέχισε λέγοντας ότι ούτως ή άλλως ο πολιτικός δε χρειάζεται να είναι αληθινός, αρκεί να είναι πιστευτός και δόξα τω Θεώ η κυβέρνηση έχει πλέον αποκτήσει τεράστιο πλήθος ευκολόπιστων οπαδών.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Εικόνα 1Credit: Embraer Defense Systems

Facebook Comments