Στο λυκαυγές της νέας χρονιάς η αίσθηση που αποκομίζει ένας αντικειμενικός παρατηρητής των εγχώριων εξελίξεων είναι πως δεν πέρασε ούτε μια μέρα από το φθινόπωρο του 2009 κι από την άνοιξη του 2010.

Σαν η ελληνική κοινωνία να βάδιζε σημειωτόν για τέσσερα χρόνια, βρισκόμαστε σχεδόν στο ίδιο σημείο απ’ όπου ξεκινήσαμε. Με τα ίδια προβλήματα, τις ίδιες άγνοιες, τις ίδιες ιδεοληψίες, τα ίδια φοβικά σύνδρομα, τις ίδιες αδυναμίες, την ίδια έλλειψη διάθεσης για αλλαγές. Ακόμη και το Grexit είναι και πάλι μαζί μας. Οι εθνικοί μας δαίμονες είναι καλά και είναι εδώ.

 Μόνη διαφορά από το τότε ότι τώρα μας συντροφεύουν η φτωχοποίηση, η εξαΰλωση κάθε μορφής εγχώριου παγίου, η ύφεση, η απουσία ρευστότητας, η μιζέρια, η κατάθλιψη, η εφιαλτική ανεργία και η ολοκληρωτική καταστροφή του όποιου παραγωγικού ιστού υπήρχε.

 Στις κρίσιμες περιστάσεις που διερχόμαστε ως έθνος και ως κοινωνία επιβάλλεται επιτέλους η ευκρινέστερη συνειδητοποίηση των ευθυνών που βαρύνουν συνολικά το παρελθόν και το παρόν. Οι ιδιόρρυθμοι εθνικοί τρόποι με τους οποίους κατ’ εξακολούθηση διαχειριστήκαμε τις τύχες μας ως έθνος και κοινωνία δεν μπορούν να θεωρούνται αξιομίμητοι και υποδειγματικοί. Υπήρξαν προδήλως αντιπαραγωγικοί.

 Ο δανειοβίωτος παρασιτισμός δεν προσφέρεται εφεξής ως τρόπος εθνικής χρηματοδότησης. Η Ελλάδα έχει βιώσει ως σήμερα πολλαπλές εθνικές, οικονομικές και πολιτικές χρεοκοπίες. Από τη σκληρή εμπειρία πτώχευσης, που κατά τη τρέχουσα περίοδο βιώνει, ας ελπίσουμε ότι θα συναγάγει επαρκή συμπεράσματα εκσυγχρονιστικής προσαρμογής.

 Το σημαντικότερο: ότι θα συνειδητοποιήσει επαρκώς τη σημασία της παραγωγικής αυτοχρηματοδότησης ως της μοναδικής βιώσιμης επιλογής για τη δυναμική επιβίωση και τη σταθεροποίηση της εθνικής μας πορείας. Σ’ αυτό το χέρσο έδαφος δημιουργικής προσαρμογής καλούνται να δοκιμαστούν οι νεοεθνικόφρονες, οι αρνητές, οι δημοκόποι, οι επίδοξοι τρυγητές του χρηματόδεντρου και οι λαϊκοπατριώτες. Τα αναμασήματα της μακρόχρονης ιδεολογικής χρεοκοπίας κούρασαν πλέον και το ακροατήριο τους λιγοστεύει και απογοητεύεται.

 Ιδιαίτερα η μεταπολιτευτική περίοδος χαρακτηρίζεται από άφρονα και εξοργιστική διαχειριστική ανεπάρκεια και χαλαρότητα. Η πολιτική ανεπάρκεια ελαχιστοποίησε την αξιοποίηση των συγκυριακών ευκαιριών που η τύχη έθεσε γενναιόδωρα στη διάθεση μας κατά τη περίοδο αυτή (ένταξη στην ΕΟΚ το 1981 τιμής ένεκεν, χαριστική συμπερίληψη στην ΟΝΕ το 2000 χωρίς να πληρούμε καμία από τις προϋποθέσεις του Μάαστριχτ, άπλετη ρευστότητα και χαμηλά επιτόκια Γερμανίας κατά την εποχή της διεθνούς οικονομικής ευφορίας 2001-7 κλπ).

 Σε πείσμα των εξοργιστικά ευνοϊκών περιστάσεων, εμείς διευρύναμε, αντί να αμβλύνουμε και να εξαλείψουμε, τις ανισορροπίες του παρελθόντος. Το αποτέλεσμα ήταν να διευρύνουμε και να μεγιστοποιήσουμε ζημίες, που σήμερα καλούμαστε να επωμιστούμε συλλογικά ως κοινωνία, υπεύθυνοι και ανεύθυνοι, δίκαιοι και άδικοι.

 Γίνεται σαφές ολοένα περισσότερο ότι οι περιστάσεις εγείρουν διαπρύσιο το αίτημα για μια νέα Ελλάδα, ένα καινούργιο κράτος, μια φρέσκια και ορθολογική πολιτική. Πράγματα που προϋποθέτουν μια μορφωτική επανάσταση. Η συλλογική οργή θα κατευθύνει από μόνη της την ανανέωση μέχρις ενός συγκεκριμένου σημείου, είτε θα μας στρέψει προς ακόμη στρεβλότερες καταστάσεις. Αναλόγως πόσα διδαχτήκαμε τα τελευταία τέσσερα χρόνια.

 Για να περάσουμε απέναντι απαιτούνται ενδογενής υπευθυνότητα, εγκατάλειψη ιδεοληψιών, αγνόηση πολλαπλών ιδιοτελών συμφερόντων και εγχώριος επιτελικός σχεδιασμός. Αυτό που ονομάζουμε «εθνικό σχέδιο εξόδου από τη κρίση».

 Πολλοί ήσαν εκείνοι, που μέχρι πρότινος εκτιμούσαν ή ήθελαν να πιστεύουν πως ο διεθνής οικονομικός έλεγχος από τη τριμερή εγγυάται σε σημαντικό βαθμό τον εκβιασμό της αλλαγής και την υλοποίηση των απαιτούμενων μεταρρυθμίσεων. Ομολογώ ότι προσωπικά φλέρταρα κι εγώ αρκετά με αυτή τη φαντασίωση. Δυστυχώς οι πιστωτές μας έδωσαν αποκλειστική προτεραιότητα στη προσαρμογή των δεινών οικονομικών δεικτών και την επανάκτηση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας μέσω εσωτερικής υποτίμησης. Δηλαδή στη θεραπεία των συμπτωμάτων. Όχι της βαθιά ριζωμένης ασθένειας. Όχι στην εξάλειψη των γενεσιουργών αιτίων που προκάλεσαν τα αδιέξοδα.

 Αδιαφόρησαν για τους τρόπους και τα μέσα με τα οποία θα επιτυγχάνονταν οι στόχοι. Φοβήθηκαν τη πολιτική αποσταθεροποίηση και δεν πίεσαν το φαύλο πολιτικό σύστημα κατά τρόπο εξαναγκαστικό στην υλοποίηση των απαραίτητων μεταρρυθμίσεων, που θα άλλαζαν την εικόνα της οικονομίας. Σεβάστηκαν τις κόκκινες γραμμές του. Του επέτρεψαν να αφήσει άθικτες τις εστίες της αποσταθεροποίησης, που εκείνο είχε μεθοδικά εκθρέψει για δεκαετίες.

 Έπειτα οι κοινωνίες και τα έθνη, όπως και οι πολιτισμοί, δεν σώζονται μόνον εκ των έξω. Απαραίτητα συνοδευτικά στοιχεία είναι μια συνειδητοποιημένη εσωτερική ελίτ, η εθνική συλλογική μνήμη, η ορθολογική πρόσληψη και ερμηνεία των τεκταινομένων και ένα συνεγερτικό όραμα, που θα συνοδεύεται από μια θελκτική και πειστική αφήγηση – οδικό χάρτη. Η διέξοδος από τη κρίση, για να υπάρξει, πρέπει να φέρει τη δική μας σφραγίδα. Και θα πρέπει να τη θέλουμε πρωτίστως οι γηγενείς.

 Η κρίση που βιώνουμε σήμερα πρέπει επιτέλους να αποβεί καθαρτική και εθνεγερτική. Εάν έθνος και κοινωνία δεν συνεργήσουν με τους εξωτερικούς εκείνους παράγοντες, που έχουν λόγους και συμφέροντα να μας στηρίζουν, η Ελλάδα όχι μόνο θα βρεθεί εκτός ευρωζώνης, αλλά θα σαρωθεί από τη πλημμυρίδα των ανερχόμενων στο διεθνή καταμερισμό εργασίας οικονομιών, που διεκδικούν καλύτερες θέσεις και ρόλους στο παγκόσμιο γίγνεσθαι.

 Ένα έθνος, μια κοινωνία, μια οικονομία σε αποδρομή είναι επίσης εύκολη βορά για τους γειτονικούς εθνικισμούς, μεγαλοϊδεατισμούς, νεοοθωμανισμούς. Εύκολη λεία για όσους, έμπλεοι εθνικού μεγαλείου, επιδώκουν να αναβιώσουν δομές περασμένων αιώνων αναζητώντας ζωτικό χώρο για τις οικονομίες τους ή αναζητούν την εθνική τους πραγμάτωση αντίστοιχα.

 Θυμίζω ότι η χώρα μας δεν εντάχθηκε αρχικά στην τότε ΕΟΚ για λόγους οικονομικούς, μα για λόγους πολιτικούς, εθνικούς και γαιοπολιτικούς. Εκτός των ευρωπαϊκών δομών είναι περίπου βέβαιο πως θα περιπέσει στη διεθνή ανυποληψία και θα κινδυνεύσει να μετατραπεί σε παρία της περιοχής και εύκολο στόχο αντικρουόμενων συμφερόντων.

 Εάν με αφορμή τη κρίση δεν πυροδοτηθεί έγκαιρα μια συνολική οικονομική και μορφωτική επανάσταση, που θα συνοδευτεί από αλλαγή νοοτροπίας και τρόπου σκέψης και αντίληψης, η Ελλάδα κινείται ταχύτατα προς μία νέα, τηρουμένων των αναλογιών, μακροχρόνια «τουρκοκρατία». Εάν πάψει να μετέχει στη ζώνη του κοινού ευρωπαϊκού νομίσματος, τότε ίσως μοιραία υποχρεωθεί να συμμετάσχει στη ζώνη της τουρκικής λίρας.

Facebook Comments