Πλησιάζει η ώρα της αλήθειας για την κυβέρνηση, η οποία θα πρέπει μέσα στις επόμενες δύο βδομάδες να κάνει την επιλογή της μεταξύ μιας άτακτης υποχώρησης στις διαπραγματεύσεις με τους εταίρους και τους δανειστές ή της ρήξης. Ο χρόνος των ελιγμών και της «μπλόφας» τελειώνει το αργότερο στις αρχές Ιουνίου.
 
Η συνεδρίαση του Εurogroup της 11ης Μαΐου θα πρέπει να εξανέμισε και τις τελευταίες ελπίδες της κυβέρνησης για μια συμφωνία με τους εταίρους, από την οποία θα έβγαινε πολιτικά αλώβητη στο εσωτερικό της χώρας.
Στην ευρωζώνη υπάρχει σήμερα ένα ισχυρότατο μπλοκ χωρών καθοδηγούμενο από το Βερολίνο, το οποίο έχει αποφασίσει να μην κάνει καμία απολύτως υποχώρηση έναντι της Ελλάδας στις διαπραγματεύσεις και να πάει μέχρι το τέλος, έστω κι αν το τέλος είναι η έξοδος από το ευρώ.
 
Σε επίπεδο πρώην τρόικας, που τώρα ονομάζεται Βrussels Group, oι διαπραγματεύσεις έχουν φτάσει πλέον σε σημείο αποφάσεων, δηλαδή πολιτικής επιλογής από την κυβέρνηση.
 
Είναι προφανές ότι δεν πρόκειται να υπάρξουν εκπτώσεις από τους εταίρους και η κυβέρνηση γνωρίζει πολύ καλά ότι για να πετύχει τους στόχους που ζητούν οι δανειστές θα πρέπει όχι μόνο να απεμπολήσει όλες τις προεκλογικές υποσχέσεις και τις μετεκλογικές εξαγγελίες, αλλά να λάβει και επιπλέον εισπρακτικά μέτρα. Κι αυτό γιατί οι 3,5 μήνες που χάθηκαν σε συζητήσεις έχουν επιδεινώσει δραματικά την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας.

Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι τα δύο τελευταία τρίμηνα το ΑΕΠ είχε αρνητικό πρόσημο, που σημαίνει ότι η οικονομία βαδίζει και πάλι σε ύφεση, δηλαδή στο φαύλο κύκλο της μείωσης των φορολογικών εσόδων και της λήψης μέτρων.
 
Είναι επίσης προφανές ότι χωρίς συνολική συμφωνία δεν πρόκειται να εκταμιευθεί ούτε ένα ευρώ από τα διαθέσιμα των 7,2 δισ. ευρώ και χωρίς χρήματα μέσα στις επόμενες 2-3 βδομάδες από τους δανειστές η κυβέρνηση είναι αδύνατο να ανταποκριθεί όχι μόνο στην εξυπηρέτηση του χρέους, αλλά και στην καταβολή των μισθών και συντάξεων.
 
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχει διαμηνύσει στην Αθήνα ότι εάν δεν επιτευχθεί συμφωνία άμεσα, τότε θα «κουρέψει» περαιτέρω την τιμή των ελληνικών ομολόγων που λαμβάνει ως εγγύηση από τις ελληνικές τράπεζες προκειμένου να τους χορηγήσει έκτακτη ρευστότητα, μέσω του ΕLA.
 
Η κυβέρνηση έχασε το παιχνίδι γιατί οι τακτικές που ακολούθησε ήταν πολλές και όλες λανθασμένες.
 
Επιχείρησε στο ξεκίνημα να απομονώσει τη Γερμανία χτίζοντας δήθεν συμμαχίες με τις άλλες μεγάλες χώρες, όπως τη Γαλλία και την Ιταλία. Απέτυχε γιατί «ποντάρισε» σε «κουτσά άλογα», πολιτικά η Ρώμη και το Παρίσι έχουν απόλυτη ανάγκη το Βερολίνο, αφού και οι δύο δεν μπόρεσαν πέρυσι να τηρήσουν τις δεσμεύσεις τους, στο πλαίσιο της δημοσιονομικής προσαρμογής. Αρα καμία από τις δύο δεν βρίσκεται σε θέση ισχύος για να περάσει την άποψή της στη διαπραγμάτευση κι αυτό φάνηκε στην περίπτωση της Ελλάδας, όπου απέφυγαν να βάλουν πλάτη στην κυβέρνηση.
 
Επιχείρησε στη συνέχεια μια μετωπική επίθεση εναντίον των Γερμανών βάζοντας στο στόχαστρο προσωπικά τον υπουργό Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και όπως ήταν φυσικό και εδώ έχασε, και όχι μόνο αυτό, αλλά σήμερα ο Γερμανός υπουργός βρίσκεται πραγματικά απέναντι στην κυβέρνηση.
 
Αρχισε μετά τις απειλές μέσω δηλώσεων υπουργών ότι δήθεν δεν θα πληρώσει τις δόσεις προς το ΔΝΤ εάν δεν της δοθεί ρευστότητα από τους δανειστές. Ρευστότητα δεν πήρε και τις δόσεις τις πλήρωσε.
 
Το τελευταίο «ανέκδοτο» ήταν η απειλή για προσφυγή σε δημοψήφισμα αν δεν επιτευχθεί συμφωνία. Και εδώ φτάσαμε στο σημείο να χαρακτηρίζει ακόμη και ο κ. Σόιμπλε καλή ιδέα τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος. Μας πήρε χαμπάρι δηλαδή και μας «δουλεύει» αυτός που η κυβέρνηση επιχείρησε να τρομοκρατήσει…
 
Ολα λοιπόν συνηγορούν στην άποψη ότι βρισκόμαστε στην τελική ευθεία γιατί χρειαζόμαστε άμεσα ρευστότητα και λεφτά δεν υπάρχουν εκτός από τα διαθέσιμα των εταίρων και δανειστών.
 
Ο «έντιμος συμβιβασμός», όπως τον αντιλαμβάνεται η κυβέρνηση, έχει ήδη απορριφθεί από την άλλη πλευρά και κάθε μέρα που περνάει η διαπραγματευτική της θέση αδυνατίζει περισσότερο, γιατί είναι αδύνατο να κρατήσει σκληρή στάση με το «πιστόλι στον κρόταφο».
 
Η συνολική συμφωνία, όπως την αντιλαμβάνονται οι εταίροι, περνάει μέσα από τη διατήρηση του ΕΝΦΙΑ, τη διατήρηση, και μάλιστα χωρίς την έκπτωση της προηγούμενης κυβέρνησης, της εισφοράς αλληλεγγύης, την αύξηση του ΦΠΑ σε δεκάδες προϊόντα και τη διατήρηση των μνημονιακών συμφωνιών στην αγορά εργασίας. Το αν θα επιμείνουν τώρα στη λήψη μέτρων για το συνταξιοδοτικό ή αν θα το παραπέμψουν για τον Ιούνιο, είναι θέμα τακτικής.
 
Εάν συμφωνήσει η κυβέρνηση, τότε από την πλευρά των εταίρων θα υπάρξει μια ελάφρυνση του χρέους και μια μείωση του στόχου για το πρωτογενές πλεόνασμα φέτος και τα επόμενα χρόνια. Δηλαδή τίποτα περισσότερο από αυτά που έπαιρνε η προηγούμενη κυβέρνηση εάν δεν είχαν γίνει οι εκλογές και χωρίς να έχει επιδεινωθεί η κατάσταση της οικονομίας.
 
Η εναλλακτική της άτακτης υποχώρησης είναι για την κυβέρνηση η ρήξη, η οποία, όμως, οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια σε στάση πληρωμών, χρεοκοπία και έξοδο από το ευρώ. «Λύση» δηλαδή που θα οδηγήσει τη χώρα στο… μεσαίωνα και τους πολίτες σε οικονομική εξαθλίωση.

Facebook Comments