Ο Ουίνστων Τσώρτσιλ είχε πει πως αν θέλεις να ξεφορτωθείς για πάντα την αριστερά, άφησέ την να κυβερνήσει για 3-4 μήνες. Εμείς βρισκόμαστε ήδη λίγο πριν την ολοκλήρωση του 6ου μήνα διακυβέρνησής της, και τα αποτελέσματα είναι επιεικώς απογοητευτικά. 

Ούτε και οι μεγαλύτεροι αμφισβητίες του ΣΥΡΙΖΑ, δεν μπορούσαν να προβλέψουν το μέγεθος της καταστροφής που επήλθε μέσα σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα, από το δίδυμο ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ. Η χώρα βρέθηκε ένα βήμα πριν το GREXIT, που πλέον συζητείται ανοιχτά από τους πολιτικούς και οικονομικούς παράγοντες της Ευρώπης, και όχι μόνο, και είναι ένα ενδεχόμενο που ακόμη και σήμερα δεν έχει αποφευχθεί. Μια χώρα, που από ισχνή ανάπτυξη βρέθηκε σε ύφεση και τράπεζες που ενώ είχαν περάσει με μια σχετική επιτυχία τα stress tests τον περασμένο Οκτώβριο, βρέθηκαν κλειστές και με capital controls εν μέσω της ανούσιας επιλογής του δημοψηφίσματος. Και τα κακά για την οικονομία δυστυχώς δεν σταματούν εκεί.   

Τι άλλο είδαμε αυτούς τους 6 μήνες; Είδαμε να γίνονται αχρείαστες επαναπροσλήψεις στην ΕΡΤ, καθαρίστριες να επιστρέφουν στην εργασία τους επειδή ανήκουν στον δημόσιο τομέα, στην ειδική δηλαδή αυτή κατηγορία εργαζομένων που απαγορεύεται να χάσουν τη δουλειά τους στην Ελλάδα. Είδαμε ανθρώπους να αναλαμβάνουν καίριες θέσεις στους δημόσιους οργανισμούς και στα Υπουργεία, με μοναδικό προσόν την οιαδήποτε σχέση τους με ένα μεγαλοστέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ. Θα μου πείτε, αυτά δεν γίνονταν και στο παρελθόν; Η αλήθεια είναι ότι ο νεποτισμός και η νομενκλατούρα, ήταν βασικά χαρακτηριστικά της ελληνικής κοινωνίας. Όμως εδώ έχουμε να κάνουμε με ένα όργιο προσλήψεων και διορισμών σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα και μάλιστα, από ένα κόμμα που διακήρυττε την διαφορετικότητά του από τα άλλα που βρέθηκαν στην εξουσία. Ένα κόμμα που μιλούσε για το ηθικό του πλεονέκτημα, το οποίο δεν ήταν και τόσο ηθικό, εν τέλει. 

Τα τελευταία χρόνια, η δημοσιονομική προσαρμογή ήταν αρκετά μεγάλη. Όμως, η εν λόγω προσαρμογή βασίστηκε κυρίως στην υπερφορολόγηση, με απόφαση των προηγούμενων κυβερνήσεων. Κανένας δεν τόλμησε να πειράξει τον δημόσιο τομέα και να βάλει επιτέλους πάτο στο βαρέλι. Αυτό, όπως ήταν αναμενόμενο, δεν είχε τα αποτελέσματα που προσδοκούσαν οι εμπνευστές της, και η ανάγκη για νέα μέτρα γινόταν κάθε φορά και πιο επιτακτική. Αυτός όμως, δεν ήταν και ο μοναδικός λόγος που εξαγρίωσε τους πολίτες και τους οδήγησε στους δρόμους και στις πλατείες. Που τους έβαλε απέναντι σε κάθε προσπάθεια για σοβαρές μεταρρυθμίσεις. Δίπλα τους, βρίσκονταν δημαγωγοί, άνθρωποι που τους έλεγαν ότι υπάρχει ένας άλλος δρόμος, φυσικά πιο εύκολος, που θα τους γλίτωνε από τα δεινά που είχαν περιέλθει, και οι κυβερνώντες, όντας δέσμιοι συμφερόντων, ήταν απρόθυμοι να ακολουθήσουν. Τις περισσότερες φορές, τα επιχειρήματά τους, δεν είχαν κανένα οικονομικό νόημα, όμως ο κόσμος γεμάτος από απόγνωση και άγνοια, τους ακολουθούσε δίχως καμία αμφισβήτηση. 

Ακούσαμε πολλά από αυτούς τους ανθρώπους τα τελευταία 5 χρόνια. Δεν έφταναν μόνο οι περικοπές, οι ψευτομεταρρυθμίσεις και οι φόροι που επιβάλλονταν. Υπήρχαν και αυτοί οι καλοθελητές, η πλειοψηφία των οποίων στελεχώνει την σημερινή κυβέρνηση. Υπόσχονταν λεφτά από τη Ρωσία και την Κίνα, την παραμονή στο ευρώ χωρίς μνημόνιο και έσπερναν τον διχασμό χαρακτηρίζοντας με χυδαίους χαρακτηρισμούς, τον οποιονδήποτε τολμούσε να αμφισβητήσει τον εναλλακτικό δρόμο που είχαν στο μυαλό τους. Άνθρωποι ανερμάτιστοι, κατηχημένοι στην πλειοψηφία τους στο μεγάλο σχολείο του ΚΚΕ, που στην καλύτερη περίπτωση ονειρεύονταν μια Ελλάδα σαν την Αργεντινή και στην χειρότερη, μια Ελλάδα αποκομμένη από τον δυτικό κόσμο στον οποίο και ανήκει. Μια Ελλάδα με δελτία τροφίμων και μια δημοκρατία όπως αυτή που βιώνουν οι κάτοικοι της Βορείου Κορέας. Εκτός αυτών, υπήρχαν και οι λεγόμενοι “πατριώτες”, λάγνοι των συνωμοσιών, που αν και βρισκόμενοι σε διαφορετικό σημείο του ιδεολογικού φάσματος, δεν είχαν και πολλά να χωρίσουν από τον ΣΥΡΙΖΑ, με τρανή απόδειξη την συγκυβέρνηση που επήλθε λίγες ώρες μετά το αποτελέσματα της 25ης Ιανουαρίου.  

Όλα όμως τέλειωσαν, μέσα σε μια νύχτα. Τη νύχτα της 15ης Ιουλίου, όταν και ψηφίστηκαν τα πρώτα προαπαιτούμενα για το νέο μνημόνιο. Το μνημόνιο της αριστεράς. Η ρητορική των προηγούμενων ετών, ανήκει οριστικά στο παρελθόν. Η νέα εποχή στην οποία εισήλθαμε, δεν περιλαμβάνει τον διαχωρισμό μας σε μνημονιακούς και αντιμνημονιακούς. Έναν διαχωρισμό χωρίς ουσιαστικό λόγο ύπαρξης, που γεννήθηκε από την αδυναμία ορισμένων να επιχειρηματολογήσουν και να εξηγήσουν γιατί χρεοκοπήσαμε. Αυτή η διαμάχη έσπειρε τον διχασμό, και εκτός του ότι αποπροσανατόλισε τον κόσμο από τα πραγματικά προβλήματα της οικονομίας και όλων όσων χρήζουν άμεσης αναδιάρθρωσης, δεν προσέφερε απολύτως τίποτα στην κοινωνία. 

Τι γίνεται όμως από εδώ και πέρα; Δυστυχώς οι μέρες που έρχονται θα είναι δύσκολες. Ίσως αυτό ακούγεται τετριμμένο, ίσως αυτή η φράση έχει χαραχθεί τόσο βαθιά μέσα μας, που πλέον δεν μας τρομάζει. Όμως η συμφωνία που πέτυχε η “περήφανη” διαπραγμάτευση του ΣΥΡΙΖΑ, είναι η χειρότερη που έχει πετύχει ελληνική κυβέρνηση μέχρι στιγμής. Τα δημοσιονομικά μέτρα είναι άνευ προηγουμένου. Το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι πως το νέο πακέτο μέτρων, περιλαμβάνει κυρίως αυξήσεις φόρων. Για να διατηρηθεί αυτό το τεράστιο και σπάταλο κράτος, οι πολίτες πρέπει να βάζουν συνεχώς το χέρι στην τσέπη. Αντί να οδηγηθούμε σε μειώσεις δαπανών, οδηγούμαστε ξανά σε αυξήσεις φόρων για να καλύψουμε τις τεράστιες δαπάνες μας. Αυτό όμως, σκοτώνει την οικονομία και βάζει ταφόπλακα στον, ήδη ταλαιπωρημένο, ιδιωτικό τομέα. Επειδή όμως το μνημόνιο, είναι ένα συνεχώς διαπραγματεύσιμο πρόγραμμα, ελπίζω ότι οι πολιτικοί συσχετισμοί που θα διαμορφωθούν το προσεχές διάστημα, και η πείρα που αποκτήσαμε από τις αποτυχίες και αστοχίες των προηγούμενων προγραμμάτων, θα οδηγήσουν σε ουσιαστικές αλλαγές στο πρόγραμμα αυτό. Για να επέλθουν όμως αυτές, πρέπει να αλλάξουν πολλά πράγματα που σχετίζονται κυρίως με εμάς τους ιδίους και τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε την οικονομία. 

Ήρθε η ώρα να αλλάξουμε τον τρόπο σκέψης μας. Αυτόν που μας οδήγησε ως εδώ. Αυτόν που μας χρεοκόπησε. Να απεμπλακούμε μια για πάντα από τις ιδέες του παρελθόντος, που δεν έχουν τίποτε άλλο να προσφέρουν, πέρα από την απόγνωση και τον μαρασμό της κοινωνίας μας. Μια χώρα που έχει εκπαιδευτεί στο να αρνείται κάθε μεταρρύθμιση, ένας λαός που έχει γαλουχηθεί με την αγάπη για το μεγάλο κράτος βαθιά ριζωμένη μέσα του και μια οικονομία βουτηγμένη στον κρατισμό, με την ιδιωτική πρωτοβουλία ανίκανη να αντιπαλέψει το αδηφάγο κράτος που βάλαμε απέναντι της, είναι ανέφικτο να βρουν τον δρόμο τους προς την ανάπτυξη και την ευημερία. Θα ταλανίζονται εις το διηνεκές ανάμεσα στη φθορά και την φτωχοποίηση. Είναι δύσκολο να υπάρξουν αλλαγές, ειδικά αν ο λαός δεν είναι έτοιμος να τις δεχτεί και να τις υποστηρίξει. Όμως, μετά από από τα τόσο υψηλά δίδακτρα που θα κληθούμε να πληρώσουμε, και μετά από την απόδειξη στην πράξη, ότι άλλος δρόμος δεν υπάρχει εάν θέλουμε να παραμείνουμε στο ευρώ, πρέπει όλοι μας επαναπροσδιορίσουμε τον τρόπο με τον οποίο θέλουμε αυτή η χώρα να πορευτεί από εδώ και πέρα. 

Αυτοί οι 6 μήνες της “πρώτη φορά αριστεράς”, μπορεί να μας οδήγησαν πιο βαθιά στην οικονομική δίνη και να αύξησαν τον λογαριασμό που θα κληθούμε να πληρώσουμε, όμως μπορεί και πρέπει να χρησιμοποιηθούν επιμορφωτικά για όλους. Αυτή η χώρα δεν μπορεί να συνεχίσει να ζει μέσα στην άρνηση των πραγματικών της προβλημάτων και αδυναμιών. Ήρθε επιτέλους η ώρα, να αλλάξουμε ολοκληρωτικά το παραγωγικό μοντέλο της. Να δώσουμε βήμα στην ιδιωτική πρωτοβουλία και να περιορίσουμε σημαντικά το κράτος. Είναι ο μόνος τρόπος για να απαλλαγούμε από τα μνημόνια και να γίνουμε ξανά οικονομικά ανεξάρτητοι. Είναι η μόνη λύση για να μπορέσουμε να ανακάμψουμε ξανά, και μέσα σε συνθήκες ανάπτυξης να χτίσουμε μια χώρα, που δεν θα προσφέρει μόνο τον ήλιο και τη θάλασσά της στα παιδιά της. Αλλά και την ευκαιρία να οικοδομήσουν ένα καλύτερο μέλλον, στην αναζήτηση του οποίου αναλώνονται στο εξωτερικό. Ήρθε η ώρα μας να το κάνουμε, έχουμε όλες τις δυνατότητες, και όλοι μαζί να το πετύχουμε. 

Γιατί, αξιοπρέπεια, δεν είναι να λες ανούσια “όχι” στους εταίρους σου. Αξιοπρέπεια είναι να φτάνεις στο σημείο να μην έχεις ανάγκη από κανέναν να σου επιβάλει μέτρα και μεταρρυθμίσεις, και να οικοδομήσεις μια οικονομία, άξια θαυμασμού από τον υπόλοιπο κόσμο. Αυτό καλείται αξιοπρέπεια.

Facebook Comments