Ο κόσμος πάντα μεταβάλλονταν και άλλαζε, οι άνθρωποι ήταν αυτοί που δυσκολευόταν να παρακολουθήσουν τις εξελίξεις. Δεν γίνονται μόνο σήμερα κοσμοιστορικές αλλαγές, αλλαγές γίνονταν και θα γίνονται, έγκειται στην αντίληψη των ανθρώπων να τις καταλάβουν και επεξεργαστούνε. Αν πολλοί ανησυχούνε για τις συνεχείς εναλλαγές των εξελίξεων στην διεθνή σκηνή, θα μπορούσαν να κοιτάξουν στο παρελθόν και να ανακαλύψουνε παρόμοιες καταστάσεις αν όχι και πιο δραματικές. Το ζητούμενο είναι να ειδωθούν οι εκάστοτε εξελίξεις διεξοδικά και να αναλυθούνε στην κάθε τους λεπτομέρεια και στο συμφραζόμενο της εποχής τους.

Η κατάσταση ως έχει:

Όσο και αν μας φανεί περίεργο, η Ελλάδα αντιμετωπίζει για πρώτη φορά στην ιστορία της των τελευταίων τουλάχιστον 130 χρόνων την πρόκληση να πρέπει να επιλέξει μόνη της και με γνώμονα συμφέροντα που άπτονται τα συμφέροντα και άλλων χωρών επίσης, την πλευρά με την οποία θα ταχθεί. Ως τώρα η Ελλάδα είχε το προνόμιο θα μπορούσαμε να πούμε, να καθορίζουν άλλοι τις συμμαχίες της. Από την εποχή της ανεξαρτησίας παρατάχθηκε στο στρατόπεδο της Μεγάλης Βρεττανίας, την οποία αντικατέστησαν αργότερα οι ΗΠΑ. Σε γενικές γραμμές μπορούμε να πούμε ότι η Ελλάδα βγήκε ως επί το πλείστον κερδισμένη από αυτή την γραμμή πλεύσης. Μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου όμως, οι γραμμές οριοθέτησης έπαψαν να υφίστανται. Απέμεινε μόνον μία υπερδύναμη, η οποία αμέσως έδειξε ότι δεν χρειάζεται κανέναν απαραίτητα, γεγονός που δοκίμασε η Μ. Βρετανία άμεσα.

Στο ευρωπαϊκό πεδίο οι ΗΠΑ φάνηκε να θέλουν να εργαστούνε με την βοήθεια χωροφυλάκων. Εντυπωσιασμένοι οι Αμερικανοί διπλωμάτες από την ισχύ και οικονομικοπολιτική άνοδο της ενωμένης Γερμανίας, θέλησαν να αναθέσουν σε αυτήν  αυτό τον ρόλο. Η Γερμανία ως αιχμή δόρατος απέναντι σε οποιεσδήποτε απόπειρες της Ρωσίας να ανανεώσει τμήμα της παλιάς της ισχύος στην ανατολική Ευρώπη, ήταν η πρώτη σκέψη της διοίκησης Μπους. Η γερμανική πολιτική ως κινητήριος δύναμη στην διαδικασία της διάλυσης της πρώην Γιουγκοσλαβίας έδειξε τέτοια δείγματα γραφής. Έμειναν όμως εκεί. Η Γερμανία, γνωρίζοντας τις ανησυχίες των πολιτών της για οποιονδήποτε πόλεμο, ιδιαίτερα έναν πόλεμο με την Ρωσία, αποσύρθηκε από αυτό τον ρόλο γρήγορα και άγαρμπα, αφήνοντας τις ΗΠΑ να αναλάβουν σχεδόν μόνες τους το βάρος υπεράσπισης της ανατολικής Ευρώπης. Οι προσπάθειες της Βρετανίας να επωμιστεί αυτό τον ρόλο με τις προσπάθειες Μπλαιρ να αναβαθμίσει τον διεθνή ρόλο της χώρας του μέσω των κρίσεων στο Κοσσυφοπέδιο και τις εμπλοκές σε Αφγανιστάν και Ιράκ, δεν έπεισαν ούτε καν τους Άγγλους.

Στον νότο αυτό τον ρόλο τον ανέθεσαν στην Τουρκία, μία χώρα μπαλαντέρ στην περιοχή, η οποία μπορεί να ελέγχει μία ευρύτερη περιοχή από τα Βαλκάνια ως την Μέση Ανατολή, ενώ ταυτόχρονα συνορεύει και με το μαλακό υπογάστριο της Ρωσίας στον Καύκασο. Εκτός αυτού, η Τουρκία ήταν και είναι μία χώρα με φιλοδοξίες, έτοιμη να επιδιώξει την πραγμάτωσή τους παντί τρόπω, διαθέτει την στρατιωτική δύναμη για την επίτευξή τους, αλλά και την εσωτερική πολιτική συναίνεση, εξαιρουμένου της περιοχής του Κουρδιστάν. Στην διάρκεια των τουρκοαμερικανικών σχέσεων, η Τουρκία αποδείχτηκε ως δύσκολος και απαιτητικός συνέταιρος. Τόσο η πορεία των ελληνοτουρκικών σχέσεων που δυσχέραναν συνεχώς την κοινή πορεία του ΝΑΤΟ, όσο και οι αμφίρροπες σχέσεις της Τουρκίας με την Ρωσία, αλλά και οι τουρκοιρανικές σχέσεις, αποτελούσαν πάντα ένα πρόβλημα για χαρτορίχτρες. Οι παράγοντες που επηρέασαν την κατάσταση στον διεθνή στίβο και σύμφωνα με τους οποίους πρέπει να κανονίσουμε την πορεία μας είναι οι εξής:

α) κόπωση των ΗΠΑ και επιθυμία απόσυρσης.

Μετά από μία εντατικοποίηση της στρατιωτικής τους παρουσίας στην Μέση Ανατολή και στο Αφγανιστάν κυρίως προκειμένου να καλύψουν τα κενά που δημιουργήθηκαν από την αλλαγή του status quo με το πέρας του Ψυχρού Πολέμου, οι ΗΠΑ δείχνουν πιο έτοιμες από ποτέ να επιστρέψουν στην αγαπημένη πολιτική των Αμερικανών πολιτικών και ψηφοφόρων του 19ου αιώνα, την γνωστή Splendid Isolation. Έχοντας χάσει χιλιάδες στρατιώτες, έχοντας ρίξει απίστευτες ποσότητες υλικού και χρήματος σε κυριολεκτικά βαρέλια χωρίς πάτο, οι ΗΠΑ μόνον απώλειες έχουν να μετράνε. Ανέλαβαν τον ρόλο της ΕΣΣΔ στο Αφγανιστάν ελαφρά τη καρδία, διέλυσαν το Ιράκ φέρνοντας αναστάτωση σε όλη την περιοχή και δίνοντας την ευκαιρία στο ριζοσπαστικό Ισλάμ να βρει πρόσφορο έδαφος ώστε να καταστεί πρωταγωνιστής των εξελίξεων, υποκίνησαν την ανατροπή μιας σειράς δικτατόρων αραβικών χωρών, δύο από τους οποίους ήταν φίλα προσκείμενοι στις ΗΠΑ, ενώ στην τρίτη περίπτωση, αυτή της Λιβύης, τίναξαν ολόκληρο το σύστημα στον αέρα, προκαλώντας ανθρωπιστική καταστροφή άνευ προηγουμένου, εμφύλιο πόλεμο, και ένα πρωτοφανές προσφυγικό κύμα. Ακριβώς την ίδια συνταγή ακολούθησαν και στην περίπτωση της Συρίας, όπου όχι μόνον τους καταλογίζεται ένας εμφύλιος με όλα τα παρελκόμενα, αλλά και η ευκαιρία που έδωσαν στην διαρκώς εξελισσόμενη Ρωσία να καταστεί σε ρυθμιστή της κρίσης, κι έτσι να μπει στην περιοχή κυριολεκτικά από το παράθυρο. Παράλληλα η οικονομική εξαθλίωση όλο και μεγαλύτερου τμήματος της πάλαι ποτέ κραταιάς μεσαίας τάξης των ΗΠΑ, δίνει την ευκαιρία σε όλο και περισσότερες φωνές να ορθώνονται προς μείωση των στρατιωτικών δαπανών και της παρουσίας της χώρας στο εξωτερικό.

β) επανάκαμψη της Ρωσίας

Με την άνοδο του Πούτιν στην εξουσία, μία περίοδος ραγδαίας κατάπτωσης της χώρας σε όλους τους τομείς έλαβε τέλος. Αργά αλλά σταθερά η Ρωσία άρχισε να βγαίνει από την ζάλη που την έριξε το απότομο τέλος της ΕΣΣΔ, και να βρίσκει τον δρόμο της ξανά προς έναν πιο δραστήριο ρόλο στην διεθνή σκηνή. Αν η Ρωσσία φαινόταν ως μία ξεπεσμένη δύναμη που προσπαθούσε απεγνωσμένα να διασώσει ότι μπορεί από ένα παρελθόν που την δέσμευε με ιστορικές και γεωπολιτικές υποχρεώσεις, η αραβική άνοιξη και κυρίως η εμφύλια σύρραξη στην Συρία, της έδωσαν την ευκαιρία που αναζητούσε. Η ρωσική εξωτερική πολιτική διακρίνεται από έναν απρόσωπο και άμεσο ρεαλισμό, ο οποίος χαρακτηρίζεται από προσεκτικές αλλά και γρήγορες κινήσεις, κινήσεις οι οποίες δημιουργούνε τετελεσμένα. Η απόσχιση της Αμπχαζίας και Νοτίου Οσσετίας από την Γεωργία, η προσάρτηση της Κριμαίας από την Ουκρανία, η άμεση ανάμειξη στην Συρία, η οποία και ανέδειξε τον νικητή τελικά, αλλά και οι προσεγμένες κινήσεις με τις οποίες κρατάει την Τουρκία δέσμια της συμμαχίας τους μέσω της τακτικής του καρότου και του μαστίγιου σε Λιβύη και Συρία, δείχνουν νοοτροπία μεγάλης δύναμης, αλλά και χώρας η οποία ξέρει ποιες είναι οι δυνατότητες της, και τι πρέπει να κάνει για να τις αναβαθμίσει.

γ) ανάδειξη της Κίνας σε υπερδύναμη

Όσοι γελούσαν με παρόμοιες προειδοποιήσεις την δεκαετία του 90 και αρχές του αιώνα, μπορούν τώρα να καταπιούν την γλώσσα τους. Εγώ θα πήγαινα ένα βήμα παραπέρα, και θα τους έβγαζα δημόσια σε απολογία. Στην περίπτωση της Κίνας η Δύση κοιμήθηκε δελεασμένη από το μέγεθος της κινεζικής αγοράς και τις δυνατότητες που αυτή προσέφερε στους επενδυτές. Η Κίνα είναι μία χώρα με πανάρχαια κουλτούρα, εμπειρία, πολιτισμό.

Οι ταγοί της χώρας έχουν ενσωματώσει αυτή την εμπειρία αιώνων στο κοινωνικοπολιτικό τους γίγνεσθαι. Καμία άλλη χώρα στον πλανήτη δεν έχει τέτοια αδιάκοπη παράδοση αιώνων σε πολιτισμό και σκέψη. Με αργά βήματα, προσεκτικά σχεδιασμένα και χωρίς να προκαλεί φόβους εκτός από τους γείτονές της, η Κίνα αναδείχθηκε από το μηδέν σε παγκόσμια δύναμη, χωρίς να το αντιληφθεί σχεδόν κανείς. Πλέον πρωτοστατεί σε όλους τους τομείς της οικονομίας, τεχνολογίας, επιστημών, γνωρίζει τις δυνάμεις της, και γνωρίζει να περιμένει την κατάλληλη στιγμή. Έχοντας δημιουργήσει με την Συμφωνία του RCEP την μεγαλύτερη αγορά του κόσμου, είναι πλέον αυτή η οποία θα καθορίζει τις παγκόσμιες οικονομικές εξελίξεις στο μέλλον. Έχοντας δημιουργήσει μία σειρά 24 ναυτικών βάσεων από την Κίνα ως την Αφρική, και έχοντας βλέψεις να επεκταθεί μέσω Νικαράγουας και Βενεζουέλας και στην αμερικανική ήπειρο, είναι αυτή η οποία θα κανονίζει τους παγκόσμιους εμπορικούς δρόμους στο μέλλον. Έχοντας αναπτύξει την τεχνολογία του 5G είναι αυτή που θα καθορίζει την ταχύτητα και αμεσότητα της πληροφορίας στο μέλλον, ενώ παράλληλα είναι ήδη σε θέση να μπλοκάρει ακόμη και τις στρατιωτικές επικοινωνίες αμερικανικών μονάδων που βρίσκονται σε απόσταση μεταξύ τους στον δυτικό Ειρηνικό. Η Κίνα γνωρίζει ότι έχει θέσει την Δύση σε κατάσταση ετοιμότητος. Αλλά στρατιωτικά Δύση είναι μόνον οι ΗΠΑ. Με την Ζώνη του Μεταξιού που δημιουργεί η Κίνα παράλληλα σε στεριά και θάλασσα, έχουν αρχίσει να μπαίνουν σε τροχιά δορυφοριοποίησης σχεδόν όλες οι χώρες από την ανατολική Ασία ως την Ευρώπη. Οι Κινέζοι δεν φείδονται χρημάτων σε αυτή τους την προσπάθεια.

δ) γεωπολιτική μετάλλαξη της Τουρκίας

Αυτό το θέμα μας αφορά άμμεσα, είναι όμως στενά συνυφασμένο με τους προηγούμενους παράγοντες. Η άνοδος στην εξουσία του Ερντογάν, ενός ηγέτη με μεγάλες φιλοδοξίες και οράματα, απελευθέρωσε την κοιμισμένη δύναμη της μεσαίας τάξης των μικροεπιχειρηματιών της Ανατολίας, θέτοντας σε μεγάλο βαθμό στο περιθώριο τις δυτικοποιημένες μεγαλουπόλεις της δυτικής Τουρκίας, και ανοίγοντας δίαυλους επικοινωνίας με νέα εταίρους για την χώρα. Η μεσαία αυτή τάξη, βαθύτατα θρησκευόμενη και συντηρητική, έδωσε ραγδαία ώθηση στην οικονομία, καταρρίπτοντας το ένα ρεκόρ μετά το άλλο, και αποδυναμόνωντας την δυτικότροπη ελίτ της χώρας η οποία ζούσε σε βάρος της εθνικής οικονομίας, κάτι που κάνει η Ελλάδα ως σήμερα.

Η πολιτική Ερντογάν ακολουθεί το κινεζικό μοντέλο ανάπτυξης, ισχυρή κρατική παρουσία και έλεγχος σε όλους τους νευραλγικούς τομείς της οικονομίας και του επιχειρηματικού κόσμου της χώρας. Παράλληλα άνοιξε ένα ευρύτερο πεδίο δραστηριοποίησης στην εξωτερική του πολιτική, αποδεσμεύοντας την χώρα σταδιακά από τον στενό κορσέ της νατοικής πολιτικής, και στρεφόμενος τόσο στον αραβικό και τουρανικό κόσμο, όσο και στις χώρες του Τρίτου Κόσμου, πότε εκμεταλλευόμενος την θρησκεία ως αιχμή διείσδυσης, πότε την γλωσσική συγγένεια, ενώ έχει δοκιμάσει και ανοίγματα σε χώρες όπως στην Βενεζουέλα για παράδειγμα, ως εκπρόσωπος ενός στρατοπέδου ανεξαρτήτων χωρών, προσπαθώντας έτσι εν μέρει να μιμηθεί το παράδειγμα του Τίτο ως ηγέτη μιας ομάδας αδεσμεύτων κρατών. Δεν θα χρονοτριβήσουμε με τα πεδία δράσης της Τουρκίας που όλοι γνωρίζουμε, το σημαντικό είναι ότι η Τουρκία κατέστη  περιφερειακή δύναμη στην περιοχή, έχει εκμοντερνίσει τον στρατό της σε σημαντικό βαθμό, και πλέον κάνει μία ανεξάρτητη πολιτική, θέτοντας αυτή τους όρους.

Η Τουρκία πλέον όχι μόνον διεκδικεί, αλλά απαιτεί. Ευρισκόμενη γεωγραφικά στο τέλος της Ασίας και στην αρχή της Ευρώπης, είναι ο ιδανικός εταίρος για την Κίνα, η οποία βλέπει στην Τουρκία την κατάλληλη βάση εξόρμησης για τις αγορές της Δύσης και όχι μόνον. Για τον λόγο αυτό έχει δημιουργηθεί και στηριχθεί ο άξονας Τουρκίας-Ιράν-Πακιστάν, ενώ έχουν δορυφοριοποιηθεί μέσω και της Ρωσσίας, οι χώρες της κεντρικής Ασίας. Σε έναν μελλοντικό κόσμο όπου το πετρέλαιο δεν θα έχει την σημασία που έχει σήμερα, οι αραβικές χώρες λίγα έχουν να αντιτάξουν για να κρατήσουν το status quo που ως τώρα είχαν. Ήταν από την αρχή στόχος του Ερντογάν η αποδέσμευση της χώρας του από την Δύση, και η ένταξή της στον μεγάλο συνασπισμό του μεταξιού που χτίζει η Κίνα. Έχοντας σκοπό να καταστεί η αιχμή του δόρατος για την Κίνα, θέτει από τώρα προτεραιότητες στην εξωτερική του πολιτική ως ανταλλάγματα. Μόνο η Δύση ακόμη δεν το έχει καταλάβει, αλλά τα αντανακλαστικά της ποτέ δεν ήταν και τα καλύτερα.

Facebook Comments