Αναβιώνει η πρόταση για εφαρμογή Φόρου Χρηματοπιστωτικών Συναλλαγών (FTT) στην Ευρωζώνη, με τη Γερμανία να επιμένει μάλιστα ότι θα πρέπει να εφαρμοστεί, σταδιακά, σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ενωση, επιμονή που προκαλεί ενόχληση στο Λονδίνο.

Στην άτυπη συνεδρίαση του Ecofin και του Eurogroup, το περασμένο Σάββατο, ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε κατέστησε σαφές ότι θα πιέσει ώστε ο φόρος να εφαρμοστεί τελικά και στα 28 κράτη-μέλη της Ε.Ε. Μέχρι σήμερα μόνο 11 μέλη της Ευρωζώνης, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, έχουν δεσμευτεί ότι θα εφαρμόσουν τον φόρο και ήδη διεξάγουν διαπραγματεύσεις για τον λόγο αυτό από το 2012. «Πετύχαμε σημαντική αν και όχι καθοριστική πρόοδο. Είναι εφικτή η επίτευξη συμφωνίας αν εξακολουθήσουμε να εργαζόμαστε φιλόδοξα», δήλωσε την Παρασκευή ο επίτροπος Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων Πιερ Μοσκοβισί, εκ των θερμών υποστηρικτών της πρότασης.

Ωστόσο, η αναβίωση της υπόθεσης έχει ήδη ενοχλήσει τη Βρετανία, η οποία υποστηρίζει ότι το σχέδιο, στην αρχική του μορφή, θα πλήξει τη βρετανική τραπεζική βιομηχανία, ακόμη και αν η χώρα δεν εφαρμόσει τον φόρο. Ο Φόρος Χρηματοπιστωτικών Συναλλαγών προτάθηκε για πρώτη φορά από την Κομισιόν το 2011 ως ένας τρόπος, ώστε να συνεισφέρει και η τραπεζική βιομηχανία στο κόστος διάσωσης των τραπεζών από τους Ευρωπαίους φορολογουμένους. Οι 28, με πρώτη τη Βρετανία, είχαν απορρίψει το 2012 την πρόταση για υιοθέτηση του φόρου, που έχει γίνει γνωστός και ως φόρος Τόμπιν.

Εκτοτε καταβάλλεται προσπάθεια να εφαρμοστεί στην Ευρωζώνη, ωστόσο και σε αυτή την περίπτωση μόνο 11 από τα 19 μέλη έχουν δηλώσει ότι θα τον εφαρμόσουν. Η αρχική πρόταση περιλαμβάνει τη φορολόγηση των συναλλαγών με μετοχές, κρατικά ομόλογα και παράγωγα και στόχο τη συγκέντρωση περίπου 35 δισ. ευρώ τον χρόνο.

Ο κ. Σόιμπλε δήλωσε μετά το άτυπο Eurogroup ότι η υιοθέτηση του φόρου μόνο από 11 κράτη μέλη έρχεται σε αντίθεση με τα σχέδια για τη δημιουργία μιας κεφαλαιακής ένωσης, η οποία θα περιλαμβάνει όλη την Ε.Ε. Η Κομισιόν θα παρουσιάσει την πρότασή της για τη δημιουργία της λεγόμενης Ενωσης Αγορών Κεφαλαίων αργότερα τον Σεπτέμβριο. Στη συνάντηση του Σαββάτου, οι υπουργοί Οικονομικών συζήτησαν το εύρος εφαρμογής του φόρου. Σε πρώτη φάση στόχος είναι ο φόρος να αφορά μετοχές, ομόλογα και παράγωγα. Παράλληλα, εξετάζονται και διάφορες εξαιρέσεις από τον φόρο, για παράδειγμα, σε ποιον βαθμό θα φορολογούνται τα παράγωγα, αν θα εξαιρούνται οι συναλλαγές συνταξιοδοτικών ταμείων κ.ά.

Οι υπέρμαχοι του Φόρου Χρηματοπιστωτικών Συναλλαγών υποστηρίζουν ότι με αυτό το μέτρο οι τράπεζες θα αποπληρώσουν τμήμα των χρημάτων που διέθεσαν οι κυβερνήσεις από το ξέσπασμα της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008 και μετά, ώστε να διασώσουν, να ανακεφαλαιοποιήσουν και να εγγυηθούν για προβληματικές τους τράπεζες. Ενα δεύτερο σημαντικό κίνητρο είναι η αποτροπή της έντονα κερδοσκοπικής δραστηριότητας σε παράγωγα και σε άλλα χρηματοπιστωτική εργαλεία που ελάχιστη σχέση έχουν με την πραγματική οικονομία και τη χρηματοδότηση εταιρειών. Αντιθέτως, η τραπεζική βιομηχανία προειδοποιεί ότι ο φόρος θα αυξήσει το κόστος χρηματοδότησης για τις εταιρείες και συνεπώς ότι η επιβολή του είναι αντίθετη με τον σκοπό δημιουργίας της κεφαλαιακής ένωσης, δηλαδή τη μείωση του κόστους χρηματοδότησης. Σε κάθε περίπτωση, οι διαπραγματεύσεις θα συνεχιστούν, δεδομένου ότι πολλές χώρες ζητούν τη μία ή την άλλη εξαίρεση.

Facebook Comments