Το δημογραφικό. Όλοι το ξέρουμε ότι είναι πρόβλημα, αλλά απλά το προσπερνούμε. Κι όμως είναι το μεγαλύτερο οικονομικό πρόβλημα που έχει η χώρα μας. Και δεν λέω εθνολογικό ή κοινωνικό πρόβλημα. Μιλάω καθαρά για οικονομικό πρόβλημα. Κάποια στιγμή ένας εργατολόγος, υψηλότατο στέλεχος του Υπουργείου Εργασίας μου είχε πει σε ανύποπτο χρόνο ότι με τον ρυθμό που πάμε, σε μερικά χρόνια δεν θα έχουμε πολίτες για να τους φορολογήσουμε ώστε να πληρώσουμε τις συντάξεις (μην ξεχνάτε ότι και το ασφαλιστικό είναι μία μορφή φορολογίας).
Σύμφωνα με τα στοιχεία της δεξαμενής σκέψης «Διανέοσις», το 2050 από τα 10,5 εκατομμύρια που ήμασταν το 2021, θα πέσουμε στην καλύτερη περίπτωση στα 10 εκατομμύρια και στη χειρότερη στα 8,3. Αυτό σημαίνει πολύ απλά ότι θα μειωθούν οι καταναλωτές της εγχώριας αγοράς, όσο και οι εν δυνάμει παραγωγοί. Πιο συγκεκριμένα, οι πολίτες ηλικίας 20-69 ετών που δυνητικά θα μπορούσαν να εργάζονται, από τα 7 εκατομμύρια το 2015 θα πέσουν κάπου ανάμεσα στα 4,8 και 5,5 εκατομμύρια, ενώ ο πραγματικά οικονομικά ενεργός πληθυσμός θα μειωθεί από τα 4,7 εκατομμύρια το 2015 σε 3 έως 3,7 εκατομμύρια το 2050.
Με πολύ απλά λόγια λοιπόν καθώς θα μειωνόμαστε θα μειώνονται και οι οικονομικές μας επιδόσεις. Τί χρειαζόμαστε άρα; Παιδιά!
Αυτή τη στιγμή η γεννητικότητα στη χώρα μας βρίσκεται στο 1,33. Τόσα παιδιά δηλαδή αντιστοιχούν κατά μέσο όρο σε όλες τις γυναίκες της χώρας. Για να πετύχουμε την ανανέωση του πληθυσμού πρέπει να αυξήσουμε αυτόν τον δείκτη στο 2,1, ένα νούμερο που το πετύχαμε για τελευταία φορά το 1981. Δηλαδή κατά μέσο όρο οι γυναίκες της χώρας μας θα πρέπει να αποκτήσουν λίγο πάνω από δύο παιδιά. Άρα πρέπει να έχουν τουλάχιστον τρία, μίας και οι δεκαδικοί αριθμοί όταν πρόκειται για παιδιά μοιάζουν μάλλον αστείοι.
Κι όμως, ενώ ως χώρα είναι απαραίτητο να προωθήσουμε και να εμφυσήσουμε στην ελληνική κοινωνία την πολυτεκνία, το κράτος μας προσπερνά χρόνια τώρα την στήριξη αυτής της ιδέας.
Ας ξεκινήσουμε από το πολύ απλό: Για να χαρακτηριστεί σήμερα ένας γονέας πολύτεκνος και άρα να καρπωθεί τα όποια (όλο και μειούμενα) προνόμια, θα πρέπει να έχει κάνει τέσσερα παιδιά (κι όχι τρία όπως νομίζουν πολλοί) τα οποία μάλιστα θα πρέπει να ζουν και στο ίδιο σπίτι. Το γεγονός αυτό αφαιρεί από την εξίσωση της πολυτεκνίας σχεδόν όσους/ες έχουν πάρει διαζύγιο. Κι όμως σύμφωνα με την απογραφή του 2021 οι διαζευγμένοι στη χώρα μας αυξήθηκαν σε μία δεκαετία κατά 45,8% και οι έγγαμοι μειώθηκαν κατά 10,8%. Την ίδια στιγμή, μαζί με τα διαζύγια άρχισαν να αυξάνονται οι «κοινές επιμέλειες» των παιδιών, κάτι που μέχρι πριν από μερικά χρόνια δεν ήταν νομικά εφικτό. Κι όμως οι νόμοι που χαρακτηρίζουν την πολυτεκνία δεν αναγνωρίζουν την κοινή επιμέλεια (ασχέτως αν αυτή αφορά τον επιμερισμό της οικονομική επιβάρυνσης και στους δύο γονείς) αλλά απαιτούν ο πολύτεκνος να διατηρεί και την μέριμνα τεσσάρων παιδιών.
Δεν αρκεί δηλαδή να έχει αποκτήσει τέσσερα παιδιά.
Δεν αρκεί αυτά να εμφανίζονται στην οικογενειακή του μερίδα.
Θα πρέπει πολύ απλά να τα έχει και κάτω από την ίδια στέγη.
Και μιας και είπα στέγη…
Ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν σήμερα οι οικογένειες είναι τα υψηλά ενοίκια. Και φυσικά όσο μεγαλύτερη είναι η οικογένεια, τόσο μεγαλύτερες είναι και οι απαιτήσεις σε τετραγωνικά. Η κυβέρνηση έχει κατανοήσει ότι είναι επείγον να επιστρέψουν στην αγορά τα κλειστά διαμερίσματα τα οποία όμως θα πρέπει να ανακαινιστούν. Σύμφωνα με τα ισχύοντα, το κίνητρο που έχει δοθεί στους ιδιοκτήτες ακινήτων για να ανακαινίσουν τις κατοικίες τους αφορούσε έκπτωση από τον φόρο εισοδήματος του 40% των δαπανών της ανακαίνισης μόνο όμως για τις εργασίες και όχι για τα υλικά. Μοιραία είναι πολύ λίγοι εκείνοι που επιλέγουν να ανακαινίσουν τα διαμερίσματά τους κόβοντας αποδείξεις. Προτιμούν να κάνουν τη δουλειά «μαύρη». Ή δεν την κάνουν καθόλου.
Στο φορολογικό νομοσχέδιο που βρίσκεται αυτή τη στιγμή σε δημόσια διαβούλευση εμφανίστηκε μία διάταξη που έδινε έκπτωση φόρου έως 3.200 ευρώ το χρόνο και για πέντε χρόνια σε όσους κάνουν ανακαινίσεις και πληρώσουν με πλαστικό χρήμα έως 16.000 ευρώ. Στην ουσία δηλαδή κόβουν αποδείξεις. Κι όμως, φαίνεται ότι το κόστος του μέτρου τελικά είναι πολύ υψηλό, δεν εγκρίνεται από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους και πιθανότατα θα το «φάει η μαύρη μαρμάγκα», αφήνοντας για τις καλένδες και την αντιμετώπιση του προβλήματος της στέγασης των μέσων οικογενειών.
Πείτε μου λοιπόν; Τί πιστεύετε εσείς ότι μέλει γενέσθαι;
Θα σας πω εγώ. Δυστυχώς θα συνεχίσουμε να φθίνουμε.
Facebook Comments