Το τέρας της ακρίβειας, που πλήττει την ελληνική κοινωνία, ιδίως τα μικρομεσαίου εισοδήματος νοικοκυριά κι επιχειρήσεις, έχει πολλά απεχθή πρόσωπα. Κι ο αγώνας για την καταπολέμηση της είναι δυσανάλογα δυσχερής.
Κι αμφίβολο αν μπορεί να κερδηθεί στο προσεχές μέλλον δεδομένου ότι βρισκόμαστε μέσα σε ένα εξαιρετικά αβέβαιου και ρευστού, οικονομικά και πολιτικά, διεθνούς περιβάλλοντος. Κι ας μην ξεχνάμε ότι δεν αφορά η ακρίβεια μόνο την τιμή των τροφίμων αλλά ένα μεγάλο σύνολο αγαθών κι υπηρεσιών. Με λίαν σημαντικό και το κόστος στέγασης, όπως επισημαίνει στην τελευταία του έκθεση ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας Γιάννης Στουρνάρας
Επειδή ουσιαστικά το μόνο μέτρο που η αντιπολίτευση και μέρος των επαγγελματικών οργανώσεων προτείνουν για την καταπολέμηση της ακρίβειας στα τρόφιμα ειδικά (κι όχι σε άλλες υπηρεσίες κι αγαθά, καθώς όπως διαπιστώνουμε το πρόβλημα της ακρίβειας είναι πολυδαίδαλο και σύνθετο κι αφορά το συχνά δικαιολογημένο παράπονο των συμπολιτών μας ότι «δεν μπορούμε να τα βγάλουμε πέρα και δεν έχουμε την ποιότητα ζωής, που επιδιώκουμε» αφορά την μείωση ή κι εξάλειψη του ΦΠΑ σε συγκεκριμένα βασικά αγαθά, όπως το γάλα, το ψωμί, το τυρί φέτα και το ελαιόλαδο, καταλυτική είναι η εμπεριστατωμένη απάντηση που δίνει το ανεξάρτητο γραφείο προϋπολογισμού της Βουλής σε όσους παρουσιάζουν ως πανάκεια την μείωση του ΦΠΑ, προφασιζόμενοι το δήθεν «πετυχημένο» παράδειγμα της Ισπανίας, το οποίο το Γραφείο σε ανακοίνωση του καταρρίπτει πλήρως. Αναφέρει χαρακτηριστικά:
«Πρώτον, ένα μικρό μόνο μέρος των μειώσεων του ΦΠΑ, περίπου 6%, διαχέεται στις τελικές τιμές και μόνο βραχυχρόνια. Αντιθέτως οι αυξήσεις ΦΠΑ διαχέονται στις τελικές τιμές κατά 34% περίπου. Επιπλέον, η επαναφορά των συντελεστών ΦΠΑ οδηγεί σε δυσανάλογες αυξήσεις τιμών γεγονός που αποβαίνει σε βάρος του καταναλωτή.
Δεύτερον, μετά από ένα χρονικό διάστημα 10 μηνών που ακολουθεί τη μείωση του ΦΠΑ, οι τιμές καταναλωτή επανέρχονται στα επίπεδα που βρίσκονταν πριν τη μείωσή του. Τρίτον, οι μειώσεις του ΦΠΑ φαίνεται να οδηγούν σε αύξηση των περιθωρίων κέρδους των επιχειρήσεων σε βάρος των καταναλωτών».
Και το Γραφείο συνεχίζει αναφέροντας ότι «τα πρώτα ευρήματα μελέτης που εστιάζει στο παράδειγμα της Ισπανίας, δείχνουν ότι η σχεδόν πλήρης διάχυση της μείωσης ΦΠΑ κατά τους πρώτους μήνες υποχωρεί σημαντικά εντός τριμήνου. Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω αλλά και τις συνθήκες ανταγωνισμού στην ελληνική αγορά, σε σχέση με την ισπανική, το Γραφείο εκτιμά ότι η όποια επίπτωση στις τελικές τιμές καταναλωτή από μείωση του ΦΠΑ στην Ελλάδα, εάν υπάρχει, αναμένεται να είναι μικρότερη ή πολύ μικρότερη καθώς και πιο βραχύβια από αυτή στην Ισπανία».
Συνεπώς η μείωση του ΦΠΑ καμία ουσιαστική ανακούφιση δεν θα φέρει στα νοικοκυριά. Αντίθετα θα στερήσει από το Δημόσια έσοδα, που το υπουργείο Οικονομικών προσδιορίζει στα 2,5 δις ευρώ και τα οποία δεν μπορούν να αντικατασταθούν από άλλους πόρους. Ιδίως καθώς πλησιάζει το έτος 2025 που θα επανέλθουν οι ευρωπαϊκοί δημοσιονομικοί περιορισμοί που είχαν χαλαρώσει επί πανδημίας και το ελληνικό κράτος θα είναι υποχρεωμένο να παράγει υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα για να μπορεί να διατηρεί το δημοσιονομικό του έλλειμμα κάτω του 1,5% έως 2% που θα προσδιοριστεί τον Σεπτέμβριο.
Δυστυχώς το τέρας της ακρίβειας αποδεικνύεται λερναία Ύδρα που κάθε κεφάλι της κόβεις φυτρώνουν στη θέση του περισσότερα
Facebook Comments