Χρέος, μεταρρυθμίσεις και τράπεζες βρίσκονται στο ραντάρ των οίκων αξιολόγησης και οι επιδόσεις σε αυτά τα μέτωπα θα κρίνουν εάν το 2025 θα «ξεκολλήσουν» τη βαθμολογία της Ελλάδας από το χαμηλό investment grade που βρίσκεται τώρα, ακολουθώντας έτσι την κίνηση της Scope Ratings, η οποία στις αρχές Δεκεμβρίου αποτέλεσε τον πρώτο οίκο που ανέβασε την αξιολόγηση της χώρας μας ένα σκαλοπάτι υψηλότερα και στο ΒΒΒ.

Οι οίκοι έχουν ανακοινώσει το ημερολόγιο των αξιολογήσεών τους για το 2025 δημοσίευσαν οι πέντε μεγάλοι οίκοι, με το ενδιαφέρον της αγοράς να επικεντρώνεται στο πότε η Moody’s θα δώσει και αυτή την επενδυτική βαθμίδα στη χώρα. Ειδικότερα, η DBRS έχει προγραμματίσει να αξιολογήσει την Ελλάδα στις 7 Μαρτίου και στις 5 Σεπτεμβρίου, η Moody’s στις 14 Μαρτίου και στις 19 Σεπτεμβρίου, η S&P στις 18 Απριλίου και στις 17 Οκτωβρίου, η Fitch στις 16 Μαΐου και στις 14 Νοεμβρίου, ενώ η Scope Ratings η οποία είναι και η μόνη που έχει «ανεβάσει»« την Ελλάδα μία βαθμίδα πάνω από το χαμηλό investment grade, θα ανακοινώσει τις ετυμηγορίες της στις 30 Μαΐου και στις 7 Νοεμβρίου.

Όπως σημείωσε πρόσφατα η S&P, η Ελλάδα είναι μία από τις επτά χώρες που έχουν θετικές προοπτικές στην Ευρώπη, κάτι που αντανακλά την ισχυρή οικονομική ανάπτυξη και τη μείωση του χρέους, ενώ οι ισχυρές εξαγωγές υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένου του τουρισμού, στηρίζουν την οικονομία και την ταχεία βελτίωση των δημόσιων οικονομικών.

Ο οίκος σημείωσε πως η μείωση των spreads των κρατικών ομολόγων της Ελλάδας και των χωρών του Νότου γενικότερα, έναντι του «πυρήνα» της Ευρωζώνης, υπογραμμίζει την αυξανόμενη σημασία των χωρών της ευρωπεριφέρειας ως μηχανών ανάπτυξης και την επιτυχή δημοσιονομική τους εξυγίανση. «Αυτό στηρίζει τις θετικές μας ενέργειες αξιολόγησης και προοπτικές για τα κράτη που στο παρελθόν βρέθηκαν σε προγράμματα διάσωσης, δηλαδή την Κύπρο, την Ελλάδα, την Ιρλανδία και την Πορτογαλία», τόνισε η S&P.

Οι θετικές προοπτικές που έχει δώσει στην αξιολόγηση ΒΒΒ- της Ελλάδας αντανακλούν την προσδοκία ότι στους επόμενους 24 μήνες θα συνεχιστεί η μείωση του χρέους, ενώ η αύξηση του ΑΕΠ θα συνεχίσει να υπεραποδίδει έναντι των περισσότερων χωρών της Ευρωζώνης σε ορίζοντα 24 μηνών, εξήγησε ο οίκος προσθέτοντας πως αναμένει ότι η ανάπτυξη στη χώρα μας θα κινηθεί στο 2,5% το 2025, από 2,6% φέτος.

Για να αναβαθμίσει εκ νέου την αξιολόγηση της Ελλάδας, η S&P θέλει να δει περαιτέρω μείωση του δείκτη χρέους, κάτι που θα μπορούσε να είναι αποτέλεσμα των συνεχιζόμενων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που ενισχύουν την ανταγωνιστικότητα, της πλήρους αξιοποίησης των μεγάλων πόρων που είναι διαθέσιμοι από το Ταμείο Ανάκαμψης και της διατήρησης ισχυρών πρωτογενών πλεονασμάτων για παρατεταμένη περίοδο. Σύμφωνα με τις προβλέψεις της, ο δείκτης καθαρού χρέους προς ΑΕΠ από το 137,05% φέτος θα υποχωρήσει στο 130,49% το 2025, στο 124,69% το 2026 και στο 119,31% το 2027.

Σε ένα δυσμενές σενάριο, θα μπορούσε να υποβαθμίσει τις προοπτικές της Ελλάδας σε σταθερές εάν οι δημοσιονομικές επιδόσεις και οι εξωτερικές ανισορροπίες, όπως το υψηλό έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών, επιδεινωθούν πέραν των προσδοκιών της. Κάτι τέτοιο, όπως σημείωσε, θα μπορούσε να συμβεί εάν οι γεωπολιτικές και εξωτερικές πιέσεις επηρεάσουν την οικονομία περισσότερο από ό,τι αναμένεται.

Από την πλευρά της και η DBRS επισήμανε πως η Ελλάδα αποτελεί μία από τις λίγες χώρες στην Ευρώπη που είδαν αναβαθμίσεις φέτος –καθώς οι προοπτικές της αναβαθμίστηκαν σε θετικές, με την αξιολόγηση να διατηρείται στο ΒΒΒ (low)– χάρη κυρίως στις βελτιώσεις του τραπεζικού συστήματος και της δυναμικής του χρέους, καθώς και στην ισχυρή ανάπτυξη και στις επενδύσεις, με στήριξη από τα κεφάλαια της Ε.Ε.

Η DBRS επίσης παρέθεσε τους παράγοντες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε αναβάθμιση της Ελλάδας το 2025 ή και σε υποβάθμιση. Ειδικότερα, η βαθμολογία της Ελλάδας θα μπορούσε να αναβαθμιστεί εάν: 1) σημειωθεί περαιτέρω βελτίωση της κατάστασης του τραπεζικού συστήματος, 2) συνεχιστούν οι υγιείς δημοσιονομικές επιδόσεις, υποστηριζόμενες από διατηρούμενα πρωτογενή πλεονάσματα και σημαντική μείωση του δείκτη χρέους, και 3) συνεχιστεί η εφαρμογή μεταρρυθμίσεων που ενισχύουν τις επενδύσεις, βελτιώνοντας έτσι τις μακροπρόθεσμες προοπτικές ανάπτυξης.

Ο οίκος θα μπορούσε να υποβαθμίσει τις προοπτικές και πάλι σε σταθερές εάν ο τραπεζικός τομέας δεν καταφέρει να μειώσει τις ευπάθειές του, εάν η μείωση του δείκτη χρέους υστερήσει σημαντικά ή εάν η βελτίωση των προοπτικών ανάπτυξης ανασταλεί. Τέλος, οι παράγοντες που θα οδηγούσαν τον οίκο να υποβαθμίσει την αξιολόγηση της Ελλάδας περιλαμβάνουν: 1) την παρατεταμένη αποδυνάμωση της δημοσιονομικής πειθαρχίας που να θέτει τον δείκτη του δημόσιου χρέους σε μια διαρκή ανοδική τάση, και 2) την ανατροπή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.

Η Fitch επικεντρώνονται στα δημόσια οικονομικά και στην περαιτέρω σημαντική μείωση του χρέους της γενικής κυβέρνησης/ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα με ώθηση από τα παρατεταμένα πρωτογενή πλεονάσματα. Παράλληλα, η βελτίωση του μεσοπρόθεσμου αναπτυξιακού δυναμικού και των επιδόσεων, για παράδειγμα, λόγω υψηλότερων επενδύσεων ή/και εφαρμογής διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, είναι παράγοντες που επίσης θα μπορούσαν να οδηγήσουν ένα σκαλοπάτι υψηλότερα την αξιολόγηση της Ελλάδας.

Αντίθετα, η Fitch θα μπορούσε να υποβαθμίσει την Ελλάδα εάν σημειωθεί ανοδική τάση του χρέους της γενικής κυβέρνησης/ΑΕΠ, για παράδειγμα, λόγω διαρθρωτικής δημοσιονομικής χαλάρωσης ή υλοποίησης σημαντικών ενδεχόμενων υποχρεώσεων, και εάν υπάρξει ένα σοβαρό δυσμενές εξωτερικό σοκ που θα επηρεάσει το μεσοπρόθεσμο αναπτυξιακό δυναμικό της Ελλάδας ή/και θα επιδεινώσει τις εξωτερικές ανισορροπίες.

Σύμφωνα με την Scope Ratings, αυτά που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε νέα  αναβάθμιση της Ελλάδας είναι: 1) εάν η ανάπτυξη και η δημοσιονομική εξυγίανση έχουν ως αποτέλεσμα ισχυρές και διαρκείς μειώσεις του δείκτη χρέους, 2) εάν οι διαρθρωτικές-οικονομικές και εξωτερικές ανισορροπίες μειωθούν αυξάνοντας περαιτέρω το μεσοπρόθεσμο αναπτυξιακό δυναμικό και ενισχύοντας τη μακροοικονομική βιωσιμότητα, και 3) εάν οι κίνδυνοι του τραπεζικού τομέα μειωθούν περαιτέρω, μέσω της ενίσχυσης της κεφαλαιοποίησης του τραπεζικού συστήματος και της μείωσης του μη εξυπηρετούμενου ιδιωτικού χρέους.

Τα αρνητικά σενάρια για τις αξιολογήσεις και/ή τις προοπτικές Ελλάδας είναι εάν: 1) η τροχιά του δημόσιου χρέους αντιστραφεί ή η δομή του χρέους του ελληνικού χρέους αποδυναμωθεί σημαντικά, 2) οι κίνδυνοι του τραπεζικού τομέα ενταθούν εκ νέου, 3) η μακροοικονομική ανάπτυξη εξασθενήσει και 4) εάν η στήριξη του Ευρωσυστήματος για το ελληνικό χρέος περιοριστεί σημαντικά ή οι ανησυχίες της αγοράς σχετικά με τα χρεωμένα κράτη πυροδοτήσουν την επιδείνωση των συνθηκών δανεισμού.

Τέλος, η Moody’s, που επικεντρώνει και το μεγαλύτερο ενδιαφέρον, έχει σημειώσει πως μία νέα αναβάθμιση της Ελλάδας θα μπορούσε να προκύψει υπό ένα σενάριο συνεχιζόμενων βελτιώσεων στους δείκτες χρηματοοικονομικής ευρωστίας του τραπεζικού συστήματος, συνοδευόμενες από ενδείξεις ταχύτερηw εξάλειψης των NPEs που έχουν περάσει στους servicers. Επίσης, η συνεχιζόμενη υπεραπόδοση των δημοσιονομικών στόχων που οδηγούν σε ταχύτερη μείωση της επιβάρυνσης του δημόσιου χρέους, θα υποστήριζε επίσης μια θετική δράση αξιολόγησης. Επιπλέον, ο οίκος αναγνωρίζει ότι σημαντικές βελτιώσεις σε τομείς όπως η ενίσχυση της αποτελεσματικότητας του δικαστικού συστήματος ή η διαφοροποίηση της οικονομίας είναι απίθανες σύντομα, ωστόσο, τα σημάδια επιτάχυνσης της εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων θα ήταν θετικά πιστωτικά.

Όπως σημειώνει, θα μπορούσαν να προκύψουν πτωτικές πιέσεις στην αξιολόγηση της Ελλάδας εάν η πορεία πολιτικής που παρατηρήθηκε τα τελευταία χρόνια αντιστραφεί ή εάν υπάρξουν ενδείξεις ότι οι προηγούμενες μεταρρυθμίσεις δεν δίνουν την ώθηση στην ανάπτυξη και στα δημοσιονομικά, σε συνδυασμό με μία απότομη επιδείνωση της υγείας του τραπεζικού τομέα.  Μια κλιμάκωση της γεωπολιτικής κατάστασης στην Ευρώπη με τη συμμετοχή του ΝΑΤΟ, αν και δεν είναι το βασικό σενάριο του οίκου, θα οδηγούσε επίσης σε πίεση την αξιολόγηση.

Facebook Comments