Μέτρα για την ενίσχυση της ζήτησης και την ανάκαμψη στην οικονομία, η οποία εξέρχεται από τη βαθύτερη ύφεση στην ιστορία της, ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός της Ιταλίας, Ματέο Ρέντσι, για τη διετία που λήγει το 2018, οπότε θα πραγματοποιηθεί η επόμενη εκλογική αναμέτρηση για την ηγεσία της χώρας.

Αναφερόμαστε σε περικοπές φόρων 35 δισ. ευρώ, με αφετηρία την κατάργηση της φορολογίας στην πρώτη κατοικία, σύμφωνα με τον προϋπολογισμό που εγκρίθηκε από το υπουργικό συμβούλιο. Θα ακολουθήσει μείωση του φορολογικού συντελεστή των επιχειρήσεων και έπειτα της φορολογίας φυσικών προσώπων.

Ο Ιταλός πρωθυπουργός σχεδιάζει, παράλληλα, να αυξήσει το επιτρεπτό όριο των συναλλαγών σε μετρητά από τα 1.000 ευρώ που ισχύουν από το 2011, επί διακυβέρνησης Μάριο Μόντι, στις 3.000 ευρώ. Επίσης δεν θα τεθεί σε ισχύ η αυτόματη αύξηση του φόρου προστιθέμενης αξίας, όπως συνέβαινε στους προηγούμενους προϋπολογισμούς, με την ανώτατη κλίμακα να παγώνει στο 22%.

Ο κ. Ρέντσι σκοπεύει να εκμεταλλευτεί τη δημοσιονομική ευελιξία που προσφέρουν οι νέοι κανόνες της Ευρωπαϊκής Ενωσης ως προς τους στόχους για το έλλειμμα στον προϋπολογισμό, προκειμένου να προωθήσει τις προαναφερόμενες περικοπές φόρων. Η Κομισιόν αποφάνθηκε πως όταν πρόκειται για την υλοποίηση μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων, οι στόχοι για τη μείωση του ελλείμματος μπορούν να μετριάζονται.

«Τα περισσότερα μέτρα είναι διαρθρωτικά. Η Ιταλία επανέρχεται σε ρυθμούς ανάπτυξης παρά το γεγονός ότι ο υπόλοιπος κόσμος δεν τα πάει τόσο καλά», δήλωσε χθες ο κ. Ρέντσι σε συνέντευξη Τύπου που ακολούθησε την έγκριση του προϋπολογισμού από το υπουργικό συμβούλιο. «Η ανάπτυξη στην Ιταλία θα πρέπει να στηριχθεί με μέτρα και ο μοναδικός τρόπος για να το πετύχουμε, κατά τη δική μας άποψη, είναι να δημιουργήσουμε ένα δημοσιονομικό σοκ», συμπλήρωσε ο ίδιος. Θεωρούμε πως με την κατάργηση του φόρου πρώτης κατοικίας σε μια χώρα που μιλάει μόνο για φόρους είναι ένα σημαντικό βήμα για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης και της αξιοπιστίας, τονίζει στη συνέχεια.

Σύμφωνα με τους νέους κανόνες προϋπολογισμού στην Ε.Ε., οι οποίοι τέθηκαν σε εφαρμογή τον Ιανουάριο, όταν ένα κράτος-μέλος δεν βρίσκεται σε διαδικασία μείωσης υπερβολικού ελλείμματος (EDP) έχει τη δυνατότητα να αποκλίνει από το μονοπάτι της δημοσιονομικής προσαρμογής (ΜΤΟ) έως και 0,5% του ΑΕΠ στα όρια των μεσοπρόθεσμων στόχων, όπως επισημαίνει και ο Πάολο Μανάς, καθηγητής Μακροοικονομικών και Διεθνούς Οικονομικής Πολιτικής στο Πανεπιστήμιο της Μπολόνια, στην επιστημονική ιστοσελίδα Vox. Το δημοσιονομικό έλλειμμα της Ιταλίας διαμορφώθηκε στο 3% του ΑΕΠ στα τέλη του 2014 και εκτιμάται πως θα έχει μειωθεί στο 2,6% τον Δεκέμβριο του 2015. Μέχρι τη λήξη της περιόδου 2016-18, το έλλειμμα εκτιμάται να έχει περιοριστεί στο 2,4% του ΑΕΠ, δηλαδή θα είναι χαμηλότερο από το 3% που είναι το πλαφόν της Κομισιόν, επισημαίνει σχετικό δημοσίευμα του πρακτορείου Bloomberg.

Ο Ιταλός πρωθυπουργός και ο πρόεδρος της Γαλλίας, Φρανσουά Ολάντ, είχαν επιδιώξει αυτήν την ευελιξία από το πακέτο σταθερότητας και ανάπτυξης. Παράλληλα, όμως, η ιταλική κυβέρνηση και ειδικότερα ο υπουργός Οικονομικών, Κάρλο Πάντοαν, δρομολογούν τη μείωση των δημοσίων δαπανών στο 43,2% του ΑΕΠ έως το 2019 από το 46,6% που ισχύει για το τρέχον έτος. Συν τοις άλλοις, η Ρώμη στοχεύει να διαπραγματευθεί ακόμη μεγαλύτερα περιθώρια ως προς τη δημοσιονομική προσαρμογή της λόγω των δαπανών που προκύπτουν από το κόστος της μεταναστευτικής κρίσης στην Ευρώπη. Αναλυτικότερα, ο κ. Ρέντσι ανακοίνωσε πως η μείωση της φορολογίας των επιχειρήσεων θα υλοποιηθεί το 2016 εάν η Ε.Ε. λάβει υπόψη τις δαπάνες που θα επωμισθεί η Ιταλία από τη διαχείριση του μεγάλου κύματος των πολιτικών προσφύγων και μεταναστών στη χώρα.

Μερίδα οικονομικών αναλυτών αμφιβάλλουν για το εάν η Κομισιόν θα επιδείξει την επιθυμητή ευελιξία, αν και το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων αναμένεται να ενισχύσει το ΑΕΠ κατά 0,5% την περίοδο 2016-18. Αδύναμο σημείο της Ιταλίας σε ό,τι αφορά τις διαπραγματεύσεις με τις Βρυξέλλες είναι το υψηλό χρέος της οικονομίας, καθώς αγγίζει το 132,10% του ΑΕΠ. Σε αυτό συνέβαλε, επίσης, το γεγονός ότι η οικονομία βρίσκεται σε ύφεση από τα τέλη του 2011, με τον ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης να ανέρχεται σε θετικό πρόστιμο από το δεύτερο τρίμηνο του 2015.

Facebook Comments