Καιρό πριν, συζητώντας με έναν καλό φίλο, είχα εκφράσει τις ανησυχίες μου, όσον αφορά την κοινωνία και δη την ελληνική η οποία αν μη τι άλλο φθίνει, ηθικά και αξιακά.

Μιλώντας του για την ανησυχία μου αυτή, διερωτήθηκα για το ποιος είναι ο λόγος απαξίωσης της πολιτικής και για ποιο λόγο αποφεύγεται ειδικά από τους νεότερους η ενεργή συμμετοχή τους στα κοινά και στην πολιτική.

Ένα σύστημα που φθίνει, όχι μόνο ηθικά αλλά και διαμέσου της απαξίωσης του – ειδικά από τις νεότερες γενιές – οι οποίες δεν επιθυμούν  να αποδεχθούν την ατομική ευθύνη του καθενός και καλύπτονται πίσω από την αφοριστική λογική του ‘’ όλοι ίδιοι είναι’’.

Ήταν τότε λοιπόν που ως απάντηση στην ερώτηση μου, έλαβα μια από τις γνωστές αλληγορικές του απαντήσεις, την οποία θα μοιραστώ μαζί σας. Πρόκειται για τον  μύθο του βασιλιά και του τρελού νερού. 

Σας παραθέτω τον μύθο όπως αποδίδεται στο βιβλίο «Ευλογημένο Καταφύγιο» του Φώτη Κόντογλου, εκδόσεων Ακρίτας.

‘’ Μια φορά κι έναν καιρό ήτανε ένας σουλτάνος, καλός και δίκαιος και είχε έναν βεζίρη, που ήτανε και αυτός καλός και ήταν κι αστρολόγος.

Μια μέρα ο βεζίρης λέγει του σουλτάνου, πως είδε κάποια σημάδια στον ουρανό πως θα βρέξει στον κόσμο ένα νερό τρελό, και πως όποιος το πιει αυτό το νερό, θα τρελαίνεται. Και πως όλοι οι άνθρωποι που ζούνε στην επικράτειά τους θα πιούνε και θα χάσουνε τα λογικά τους, και δεν θα νιώθουνε πια τίποτα, μήτε τι είναι σωστό και τι είναι ψεύτικο, μήτε τι είναι καλό και τι είναι κακό, μήτε τι είναι νόστιμο και τι άνοστο, μήτε τι είναι δίκαιο και τι άδικο.

Σαν τ’ άκουσε αυτά τα λόγια ο Σουλτάνος γυρίζει και λέγει στον βεζίρη: Αφού θα τρελαθεί όλος ο κόσμος, πρέπει να κοιτάξουμε να μην τρελαθούμε κι εμείς, γιατί αλλιώς πώς θα τους κρίνουμε με δικαιοσύνη; Του λέγει ο βεζίρης πως ο λόγος του είναι σωστός και πως θα έπρεπε να προστάξει να μαζέψουνε από το καλό νερό που πίνανε, και να το φυλάξουμε μέσα στις στέρνες, για να μην πίνουνε από το χαλασμένο και κρίνουμε παλαβά κι άδικα, μα δίκαια, όπως έχουνε χρέος.

Έτσι κι έγινε. Σε λίγον καιρό έβρεξε στ’ αλήθεια, και το νερό ήτανε τρελό νερό, και τρελαθήκανε όλοι οι άνθρωποι, και δεν γνωρίζανε οι καημένοι τι τους γίνεται, και είχανε το ψεύτικο για αληθινό, το κακό για καλό, το άδικο για δίκαιο. Μα ο σουλτάνος κι ο βεζίρης πίνανε από το καλό νερό που είχανε φυλαγμένο, και δεν τρελαθήκανε, αλλά κρίνανε τον κόσμο με δικαιοσύνη.

Μα ο κόσμος τά ‘βλεπε ανάποδα και δεν ήτανε ευχαριστημένος από την κρίση του σουλτάνου και του βεζίρη και φωνάζανε πως τους αδικούνε και κοντεύανε να σηκώσουνε επανάσταση. Μετά από καιρό, σαν είδανε κι αποείδανε, ο σουλτάνος κι ο βεζίρης, χάσανε το κουράγιο τους, και λέγει ο σουλτάνος στο βεζίρη:

«Τούτοι οι φουκαράδες αληθινά χάσανε τα φρένα τους και τα βλέπουνε όλα ανάποδα κι όπως πάμε, μπορεί να μας σκοτώσουν επειδή θέλουμε να τους κρίνουμε με δικαιοσύνη για να ευτυχήσουνε. Το λοιπόν, βεζίρη αφέντη, άιντε να χύσουμε το καλό νερό από τις στέρνες, και να πιάσουμε να πίνουμε κι εμείς από το τρελό νερό, να γίνουμε σαν κι αυτούς και τότε θα μας καταλαβαίνουνε και θα μας αγαπάνε.»

 Έτσι κι έγινε. Ήπιαν και αυτοί από το παλαβό νερό και τρελαθήκανε, και κρίναμε τρελά κι άδικα, κι ο κόσμος απόμεινε ευχαριστημένος και πολυχρονίζανε τον σουλτάνο.’’

Όταν ολοκλήρωσε την εξιστόρηση ο καλός μου φίλος με ρώτησε. Εσύ τι θα επέλεγες; Να γίνεις ο Βασιλιάς των τρελών και να σε πολυχρονίζουν όλοι ή να βγεις “Out of the box” – που λέμε και στην Σύρο – και να γίνεις ο αιρετικός, ο αντιδραστικός, ο στόχος….

Το διήγημα αυτό δεν μας είναι άγνωστο βέβαια, καθώς πολύ σωστά κάποιοι από εσάς ίσως και να έχετε εντοπίσει κοινά σημεία, με την αλληγορία του σπηλαίου του Πλάτωνα.

Για να εμβαθύνουμε ακόμα περισσότερο, σας μεταφέρω την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου Πλάτων Πολιτεία, Εκδόσεων Πόλις η οποία μας βοηθά απόλυτα να κατανοήσουμε την σημασία της ηθικής, όπως αυτή κωδικοποιείται σε όλες της μορφές διοίκησης.  

“Ο Πλάτων γνωρίζει ότι η κατάσταση που διαμορφώνεται σε ένα κράτος είναι συνάρτηση του ήθους: της αρετής και της δικαιοσύνης πρωτίστως των αρχόντων (αφού τελικά μόνον ατομικά προσδιορισμένοι άνθρωποι άρχουν κι όχι “οι νόμοι” ή “οι ιδέες” ή “ο λαός”) αλλά και της ηθικής ουσίας που θα υπάρχει στους αρχόμενους. “

Συμπερασματικά λοιπόν βλέπουμε ότι, αν κάτι μπορεί να τεθεί ως “προτεινόμενη λύση”, προκειμένου να αποκατασταθεί η δυσπιστία, που διέπει την σχέση ανάμεσα στον πολίτη και το κράτος, όπως αυτό εκπροσωπείται από τους εκάστοτε εκφραστές της λαϊκής βούλησης και κατ επέκταση διοικούντες (εδώ βάλτε τον βασιλιά που αναφέρθηκε στον παραπάνω μύθο), αυτό δεν είναι η εύκολη οδός του να λέει κάποιος ότι το κοινό θέλει να ακούσει, διασφαλίζοντας μια σχέση εμπιστοσύνης βασιζόμενη στην ευκολοπιστία .

Η λύση μάλλον είναι η γενναία απόφαση που θα πρέπει να πάρουν οι “εκφραστές“ αυτοί, να μιλούν και να πράττουν βασιζόμενοι σε ένα ηθικό πλαίσιο το οποίο θα είναι απαράβατο. Έστω και αν αυτό προϋποθέτει να έρθουν σε σύγκρουση με κλειστά μυαλά και ώτα. Με νοοτροπίες άκρως παλαιοκομματικές, που εκπροσωπούν το παλιό, το ξεπερασμένο πολιτικό σύστημα που λειτουργούσε  με ευχολόγια και αφορισμούς, εξυπηρετώντας στην πραγματικότητα αντί του κοινού συμφέροντος, κομματικά, προσωπικά, συντεχνιακά και πελατειακά συμφέροντα.

Τον δρόμο αυτό καλούνται να ακολουθήσουν όλες οι πολιτικές παρατάξεις που επιθυμούν να αυτοαποκαλούνται προοδευτικές . Πλέον, δεν υπάρχουν περιθώρια για μια στρατηγική που δεν θα είναι εθνική. Όχι γιατί τίθεται θέμα πολιτικής ιδεολογίας ή ότι υπάρχει η επιτακτική ανάγκη να επιβληθεί η μία ιδεολογία έναντι της άλλης – η επιβολή άλλωστε καταλύει την δημοκρατία -.

Επιβάλλεται γιατί ο πολίτης θα πρέπει κάποια στιγμή σε αυτήν την χώρα, να καλείται να επιλέγει διαμέσου της δημοκρατικής οδού, την βέλτιστη από τις όσες απόλυτα κοστολογημένες και τεκμηριωμένες πολιτικές προτάσεις διατίθενται και όχι να μεταφέρεται η όποια πολιτική εκστρατεία  στον στίβο του hoax, της δημαγωγίας και τελικά να καταλήγουμε ότι επιλέξαμε να εκλέξουμε αυτόν που νομίζουμε ότι ψεύδεται λιγότερο….

Προσωπικά πιστεύω ότι εάν για κάτι ξεχωρίζει ο πολιτικός φορέας στον οποίο ανήκω είναι η απόφαση που έχει παρθεί από τον Πρόεδρο κ. Μητσοτάκη, να αναγνωρίσει τις όποιες παθογένειες του παρελθόντος και να μην περιοριστεί μόνο στην προσπάθεια να τις εξαλείψει. Να πάει ένα βήμα παρακάτω. Να αποφασίσει ότι θα διαλέξει τον δύσκολο δρόμο, του να κάνει αυτό που ονόμασε Συμφωνία αλήθειας.

Μόνο έτσι μπορεί να οικοδομηθεί ένα κράτος, το οποίο θα έχει ως σημαία το δίκαιο και την ηθική. Που θα αφήσει πίσω του την μάστιγα των επίορκων των κρατικοδίαιτων, της αλόγιστης διασποράς ψευδών ειδήσεων, της κρίσης που όλοι συζητάμε, χωρίς να καταλαβαίνουμε ότι έχει πιο πολύ αξιακό παρά οικονομικό χαρακτήρα. Ένα κράτος που δεν θα υπηρετεί τον πολιτικό αλλά τον πολίτη.

Facebook Comments