Ήμουνα και εγώ από αυτούς που εξοργίστηκαν με την αποφυλάκιση του τρομοκράτη. Αναρωτήθηκα και εγώ τι άλλο θα δούμε σε αυτή την κατά μη φυσιολογική χώρα. Και στη συνέχεια αναρωτήθηκα τι είναι αυτό που οδηγεί μια σημαντική μερίδα των συνανθρώπων μου να υποστηρίζουν τους κάθε λογής παρανόμους. Τι να έχει φταίξει;

Την απάντηση σε αυτά τα ερωτήματα μου δίνει η υπέρμετρη προβολή παρανόμων και τρομοκρατών με λογική επαναστάτη (επί της ουσίας κοινών δολοφόνων αλλά στο μυαλό αρκετών επαναστάτες) η οποία δημιουργεί μύθους που για ένα μεγάλο ποσοστό της κοινωνίας μας όπως για παράδειγμα όλους αυτούς που ζουν μεμψιμοιρώντας για την άδικη ζωή, αέργους, αρνητές των πάντων που συνήθως λειτουργούν με παρασιτική ιδεολογία ο κάθε τρομοκράτης προσομοιάζει με τον τρόπο σκέψης τους. Για αυτούς δεν είναι τρομοκράτης – είναι ο ήρωας τους. Με την υπέρμετρη προβολή τους από τα μέσα επιτυγχάνουμε τα ακριβώς αντίθετα αποτελέσματα.

Ηρωποιούμε σε πολλούς έναν δολοφόνο (που δεν παύει να είναι πατέρας και σύζυγος), αγγίζουμε ευάιθητες χορδές σε όλους αυτούς που είτε αποτελούν θαυμαστές του, είτε τους εξελίσσουμε σε τέτοιους. Άλλωστε η σχέση της 17 Νοέμβρη και λοιπών τρομοκρατικών οργανώσεων με την Ελληνική Κοινωνία διαχρονικά ήταν καλή άσχετο που σήμερα κανείς δεν θυμάται τίποτα. Απ΄ την δολοφονία του Ρίτσαρντ Γουέλς (CIA) και έπειτα οι ενέργειες τους έβρισκαν σημαντική αποδοχή από εκείνο το κομμάτι της κοινωνίας που αυτοχαρακτηρίζεται ως προοδευτικό.

Δεν είναι τυχαίο άλλωστε που οι περισσότεροι στόχοι προέρχονταν από το συντηρητικό χώρο. Τα μέσα ανέκαθεν προέβαλαν ακόμα και τις στυγνές δολοφονίες ως τρομοκρατικά-επαναστατικά χτυπήματα. Το γεγονός ότι ο συγκεκριμένος χώρος έχει παγιώσει συγκεκριμένα δικαιώματα όπως το άβατο των Εξαρχείων, τη χρήση Πανεπιστημίων ως ορμητηρίων κακουργηματικών πράξεων με πρόσχημα το άσυλο και την σταδιακή αποδυνάμωση της αστυνομίας που επέβαλαν οι εκάστοτε κυβερνήσεις με τον φόβο της αρνητικής προβολής τους από τα μέσα το μόνο που κατάφεραν ήταν να δημιουργήσουν νέους θαυμαστές και ‘επαναστάτες’.

Συμπερασματικά, το πρόβλημα δεν είναι ο νόμος που δεν μπορεί να προβλέπει την κάθε υποπερίπτωση, ούτε η εφαρμογή του διακριτικά υπέρ ή κατά κάποιων, αλλά η υπερπροβολή που δίνεται σε μεμονωμένες περιπτώσεις από τα μέσα τα οποία επιτυγχάνουν τα αντίθετα από τα προσδοκώμενα αποτελέσματα.

Facebook Comments