Σαν χθες το 1985 το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου κέρδιζε μια δεύτερη συνεχόμενη εκλογική μάχη, σφραγίζοντας το μέλλον της χώρας. Τα διοικητικά πεπραγμένα, όμως,  της γαλαντόμας εκείνης διακυβέρνησης που εκτίναξε το δημόσιο χρέος με πρακτικές τύπου «Τσοβόλα δώσ’τα όλα», μικρότερη σημασία ίσως έχουν ιστορικά, σε σχέση με την εμπέδωση μιας κουλτούρας, που διαχύθηκε στη συνέχεια από το ΠΑΣΟΚ στη ΝΔ και όρισε την πορεία της χώρας προς τη μνημονιακή χρεωκοπία. Η απαγκίστρωση από την κουλτούρα αυτή και τα συμπαραδηλούμενά της θα ορίσει σήμερα και το μέλλον του Κινήματος.

Το μοτίβο γνωστό: Ο σκληρός ημετερισμός, ο αφορισμός της αξιολόγησης, η θυσία – αν όχι η δαιμονοποίηση – της αριστείας στο βωμό των «ίσων ευκαιριών» προς ένα κομμάτι του λαού που έμενε μεταπολεμικά αποκλεισμένο από τη διοίκηση και την λήψη αποφάσεων, χέρι-χέρι με την ασυδοσία και την αργομισθία μιας πλειονοτικής δράκας συνδικαλιστών, που λειτούργησαν με όρους μασονίας, αντιμετωπίζοντας το κράτος ως τσιφλίκι, παγιώθηκαν και χαρακτήρισαν έκτοτε το «βαθύ κράτος» όλων των μετέπειτα ελληνικών κυβερνήσεων.

29 χρόνια μετά, έχοντας ζήσει στο ενδιάμεσο την εξέλιξη του Κινήματος – διαμέσου της τελευταίας διακυβέρνησης Παπανδρέου, των εκσυγχρονιστικών κυβερνήσεων Σημίτη και της ολέθριας διαχείρισης της χώρας από μέρους ΓΑΠ – το ΠΑΣΟΚ του Βαγγέλη (πάλαι ποτέ Ευάγγελου) Βενιζέλου αναζητά την ταυτότητα, που θα του επιτρέψει την επιβίωση στη μεταμνημονιακή εποχή.

Η μεταμφίεση σε Ελιά μπορεί να λειτούργησε προσωρινά, όμως δεν μπορεί, υπό τις παρούσες συνθήκες, να αποτελέσει μακροχρόνια στρατηγική. Κατά πρώτον, η Ελιά συναποτελείται από πολιτικά οχήματα προσώπων που έφυγαν από το ΠΑΣΟΚ – και μετά τον κομματικό επαναπατρισμό Λοβέρδου ελέω ενδεχόμενης υπουργοποίησης, η μεταμφίεση αυτή καταντά σχεδόν κωμική. Κατά δεύτερον, η ελληνική κοινωνία δύσκολα θα ανεχτεί για πολύ ακόμα, να διοικείται από προσωπικότητες συνδεδεμένες με παρελθούσες διακυβερνήσεις, μνημονιακές και προμνημονιακές.

Με τη διαφαινόμενη διάλυση της ΔΗΜΑΡ ante Portas, το ΠΑΣΟΚ βρίσκεται μπροστά σε ένα δίλλημα επιβίωσης. Θα οδεύσει στο δρόμο του «συμπληρώματος» της ριζοσπαστικής αριστεράς, με δικαιολογία τον ρεαλιστικό έλεγχο των επιλογών μιας υποθετικής κυβέρνησης με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ, ή θα μείνει πιστό στην πολιτική των μεταρρυθμίσεων, που του έδωσε το απρόσμενο 8%;  Και, εφόσον κάνει το δεύτερο, μέχρι πότε θα μπορεί να εξακολουθεί υπό την ηγεσία φθαρμένων προσωπικοτήτων;

Ήδη, το παραδοσιακά λαϊκίστικο μέρος του ανθρώπινου δυναμικού του Κινήματος, σε πολιτικό και συνδικαλιστικό επίπεδο, έχει κάνει τη μετάβαση προς την Κουμουνδούρου. Μια πολιτική συνεργασίας με το κόμμα του Αλέξη Τσίπρα, στο όνομα μιας «κεντροαριστερής», ή «σοσιαλιστικής» γενεαλογίας και ρητορικής, πιθανόν να σημάνει και την ληξιαρχική πράξη θανάτου του ΠΑΣΟΚ, ακόμα κι αν του δώσει άλλη μια κυβερνητική περίοδο στα πράγματα – και σε περίπτωση που η οικονομία δεν ανακάμψει μέχρι την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας. Η «φαγοκύτωση» θα προκύψει αναπόφευκτα, εφόσον το εκσυγχρονιστικό ρεύμα αποχωρήσει και το υπόλοιπο κόμμα αφομοιωθεί από τον νέο φορέα του λαϊκισμού και της παροχολογίας.

Με τον ανασχηματισμό επικείμενο και το ΠΑΣΟΚ έτοιμο να βρεθεί με τους τομείς της ανάπτυξης (ΕΣΠΑ), ενδεχομένως των εξωτερικών, της ενέργειας, της αγροτικής ανάπτυξης και μέρους της οικονομίας, μεταξύ άλλων, στα χέρια του, θα μπορούσε κανείς να πει ότι στη Χαριλάου Τρικούπη ξορκίζουν τα φαντάσματα της Ιπποκράτους και προχωρούν ανακάμπτοντας. Στην πραγματικότητα, το κόμμα που λειτούργησε σαν ελληνικό Μπαάθ για δεκαετίες, μάλλον επιστρατεύει τις τελευταίες του εφεδρείες. Η διάθεση (αυτό)θυσίας των παλαιών στελεχών, προς όφελος μιας γενιάς νέων, που αναδείχτηκαν εν μέρει και στις ευρωεκλογές, θα κρίνει τον μετασχηματισμό της «δημοκρατικής παράταξης» σε σύγχρονο, υπεύθυνο κόμμα. Άλλως, ο ήλιος ο πράσινος κινδυνεύει δύσει οριστικά.

Facebook Comments