Ένα μήνα μετά τις ευρωεκλογές, το πολιτικό μπρα-ντε-φερ μεταξύ του Βρετανού Πρωθυπουργού Ντέιβιντ Κάμερον και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τον μελλοντικό Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής έληξε με μια σαφή νίκη του Κοινοβουλίου.

Προτείνοντας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τον Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ – δηλαδή τον υποψήφιο του πλειοψηφήσαντος ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος – για το πιο νευραλγικό αξίωμα στην Ε.Ε., το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της προηγούμενης εβδομάδας έδωσε για πρώτη φορά στους Ευρωπαίους ψηφοφόρους τη δυνατότητα να διαπιστώσουν μιαν άμεση σύνδεση μεταξύ της ψήφου τους και της ηγεσίας της Ένωσης.

Πρόκειται για μια πολύ σημαντική εξέλιξη στον υπερβολικά αργό δημοκρατικό μετασχηματισμό του ευρωπαϊκού πολιτικού συστήματος. Από εδώ και πέρα θα είναι πολύ δύσκολο να διορίζεται Πρόεδρος της Κομισιόν από τους αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων με διακυβερνητικά παζάρια πίσω από κλειστές πόρτες.

Τώρα πια οι Ευρωπαίοι πολίτες θα έχουν την εύλογη προσδοκία ότι η άμεση εκλογή θα παρέχει την απαραίτητη πολιτική ισχύ σε ένα πρόσωπο που δε θα είναι πια ένας «στρογγυλεμένος» και βολικός για τα ισχυρότερα κράτη μέλη της ΕΕ πολιτικός. Η ελπίδα που γεννάται πλέον είναι ότι ο νέος Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής θα χρησιμοποιήσει την πολιτική νομιμοποίηση που αντλεί απευθείας από τη λαϊκή ψήφο προκειμένου να παρουσιάσει ένα πολιτικό πρόγραμμα πενταετίας για να προωθηθεί τολμηρά το ευρωπαϊκό συλλογικό συμφέρον, πέραν και πάνω από τα επιμέρους εθνικά ή κατηγοριακά συμφέροντα που επιβάλλονται με την ωμή δύναμη της ισχύος.

Η πολιτική συμφωνία στην οποία κατέληξαν οι Χριστιανοδημοκράτες, οι Σοσιαλιστές και οι Φιλελεύθεροι στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προβλέπει την υποστήριξη του κ. Γιούνκερ υπό την προϋπόθεση της μεταστροφής της ασκούμενης πολιτικής από μία μονοσήμαντη επιμονή στη «δημοσιονομική προσαρμογή», ουσιαστικά στα προγράμματα λιτότητας και εσωτερικής υποτίμησης εντός της ευρωζώνης, προς μια πολιτική που θα δίνει περισσότερη έμφαση στην ανάπτυξη και την απασχόληση.

Αδιαφιλονίκητος εκπρόσωπος αυτής της ανερχόμενης πολιτικής τάσης είναι ο νέος Ιταλός πρωθυπουργός Ματέο Ρέντσι λόγω του υψηλότατου ποσοστού που απέσπασε στις ευρωεκλογές και της μεγάλης δημοφιλίας της μεταρρυθμιστικής του ατζέντας στην Ιταλία.

Ο κ. Ρέντσι ζήτησε – και έγινε αποδεκτό από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο – να δοθεί μεγαλύτερη ευελιξία στην ερμηνεία των κανόνων δημοσιονομικής πειθαρχίας που περιέχονται στο Δημοσιονομικό Σύμφωνο, καθώς και περισσότερος χρόνος για την επίτευξη των υποχρεωτικών δημοσιονομικών στόχων σε όσα κράτη μέλη αναλαμβάνουν να κάνουν μεταρρυθμίσεις που απελευθερώνουν την προσφορά προϊόντων και υπηρεσιών (supply-side reforms).

Σύμφωνα με το Δημοσιονομικό Σύμφωνο, τα κράτη μέλη έχουν την υποχρέωση να επιτύχουν ισοσκελισμένους ή και πλεονασματικούς προϋπολογισμούς, εξαιρώντας τα εφ’ άπαξ εισπρακτικά μέτρα, τις έκτακτες δημόσιες δαπάνες και το κυκλικό έλλειμμα, αυτό δηλαδή που προκαλείται από την καθοδική διακύμανση του οικονομικού κύκλου.

Ο Ιταλός Πρωθυπουργός κατάφερε να γίνει αποδεκτή μια ερμηνεία, σύμφωνα με την οποία οι εθνικές κυβερνήσεις θα μπορούν να εξασφαλίζουν περισσότερο χρόνο για την επίτευξη της δημοσιονομικής ισορροπίας εφόσον υιοθετούν διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις ικανές να δημιουργήσουν μεσοπρόθεσμα τις προϋποθέσεις για βιώσιμη ανάπτυξη.

Έχω αμφιβολίες αν στη σημερινή συγκυρία αποπληθωριστικών τάσεων, αναιμικής ανάπτυξης, υψηλής δομικής ανεργίας και συνεχιζόμενης απομόχλευσης μια τέτοια ευελιξία θα μπορέσει από μόνη της να βοηθήσει την Ευρώπη να ξεφύγει απ’ τη στασιμότητα μιας «χαμένης δεκαετίας» χωρίς ένα «σοκ ζήτησης». Όμως σίγουρα έγινε ένα σοβαρό πρώτο βήμα στην κάλυψη του δημοκρατικού ελλείμματος της Ένωσης και στην κάμψη μιας ολέθριας μακροοικονομικής ιδεοληψίας.

Facebook Comments