H τρέχουσα διόρθωση των μετοχών της Wall Street είναι απίθανο να κλιμακωθεί σε μία πτώση πάνω από 20%, καθώς υπάρχει εμπιστοσύνη στην καλή κατάσταση της αμερικανικής οικονομίας. Αυτό είναι το αφήγημα χρηματιστηριακών αναλυτών και άλλων παρατηρητών της αγοράς, οι οποίοι κοιτάζουν τις περιπτώσεις που ο δείκτης S&P 500 υποχώρησε στο παρελθόν τουλάχιστον 10% και σε ποιες από αυτές διεύρυνε τις απώλειές του σε 20% (bear market).

O S&P εισήλθε σε φάση διόρθωσης την περασμένη Πέμπτη, όταν έκλεισε 10,2% χαμηλότερα από το υψηλό επίπεδο που είχε σημειώσει στις 26 Ιανουαρίου. Οι αμερικανικές μετοχές ανέκαμψαν σημαντικά στις δύο επόμενες συνεδριάσεις (τη χθεσινή και της Παρασκευής), καταγράφοντας τα μεγαλύτερα ποσοστιαία κέρδη δύο ημερών από τον Ιούνιο του 2016 και περιορίζοντας χθες στο 7,6% την πτώση από το υψηλό της 26ης Ιανουαρίου.

Αν και δεν παραβλέπουν την πιθανότητα μίας περαιτέρω πτώσης των μετοχών, αναλυτές της αγοράς ανέφεραν ότι δεν υπάρχουν οι εύθραυστες οικονομικές συνθήκες που κατά κανόνα προμηνύουν μία bear market. “Απλά, δεν βλέπουμε να αρχίζει μία bear market με την οικονομία να είναι τόσο ισχυρή. Σπάνια θα δεις bear markets σε ένα περιβάλλον που δεν είναι υφεσιακό”, δήλωσε ο Ράιαν Ντέτρικ, υψηλόβαθμος αναλυτής της αγοράς στην εταιρεία LPL Financial της Βόρειας Καρολίνας.

Η Goldman Sachs μέτρησε 11 πτώσεις της αγοράς, τουλάχιστον κατά 10%, από το 1976, οι οποίες δεν σημειώθηκαν σε περίοδο ύφεσης. Μόνο μία από αυτές, του 1987, κλιμακώθηκε, με την πτώση να υπερβαίνει το 20%. Μία bear market θα σήμαινε την πτώση του S&P 500 κάτω από τις 2.300 μονάδες, από το σημερινό επίπεδο των περίπου 2.660 μονάδων, “κάτι που η ιστορία δείχνει ότι είναι απίθανο να συμβεί χωρίς ύφεση”, σημείωσαν οι αναλυτές μετοχών της Goldman Sachs σε σημείωμά τους.

Facebook Comments