Συνεχίζεται με αμείωτη ένταση, σταθεροποιείται και ενισχύεται η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, αναφέρει η Alpha Bank στο εβδομαδιαίο Δελτίο Οικονομικών Εξελίξεων.

«Όλα τα στοιχεία δείχνουν προς αυτήν την κατεύθυνση», αναφέρει στην έκθεση της η τράπεζα και προσθέτει: «Καθιστούν δε αίολους τους ισχυρισμούς ότι η ελληνική οικονομία έχει μπει σε παρατεταμένη περίοδο στασιμότητας και ότι απλώς δεν καταρρέει με πάταγο όπως συνέβαινε στα πρώτα χρόνια των Μνημονίων».

Όπως επισημαίνει, στις ήδη υπάρχουσες ενδείξεις ουσιαστικής ανάκαμψης της οικονομίας προστίθενται τώρα και οι ακόλουθες:

Πρώτον, η αξιοσημείωτη αύξηση του όγκου των λιανικών πωλήσεων κατά 7,3% σε ετήσια βάση τον Απρ.2014 και κατά 1,6% σε ετήσια βάση (-1,0% χωρίς καύσιμα και λιπαντικά) στο 1ο 4μηνο.2014, έναντι της πτώσης τους κατά -13,0% στο 1ο 4μηνο.2013 (Βλέπε Διάγραμμα 1). Η εξέλιξη αυτή σηματοδοτεί την εκ νέου θετική αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης και στο 2ο 3μηνο.2014, μετά την μεγαλύτερη του αναμενομένου αύξησή της κατά 0,7% στο 1ο 3μηνο.2014.

Η σταθεροποίηση και η ανάκαμψη της ιδιωτικής κατανάλωσης αποτελούν εξαιρετικά ευνοϊκές εξελίξεις διότι συμβαίνουν παρά το ότι: α) Ο δείκτης όγκου των λιανικών πωλήσεων φαρμακευτικών προϊόντων και καλλυντικών ήταν σημαντικά μειωμένος κατά -7,7% στο 1ο 4μηνο.2014 λόγω της συνεχιζόμενης προσπάθειας μείωσης της σπατάλης και εκλογίκευσης της κατανάλωσης φαρμάκων στη χώρα. β) Ο όγκος των λιανικών πωλήσεων στον κλάδο των επίπλων – ηλεκτρικών ειδών-οικιακού εξοπλισμού συνεχίζει να μειώνεται, κατά -7,0% στο 1ο 4μηνο.2014, λόγω της συνεχιζόμενης μεγάλης πτώσης της οικοδομικής δραστηριότητας στη χώρα έως και τον Απρ.2014 για λόγους που σε μεγάλο βαθμό σχετίζονται με την πολλαπλή φορολογία των ακινήτων κατά το 2013 και με την αναμονή έως την εφαρμογή των νέων σημαντικά μειωμένων φόρων επί των συναλλαγών ακινήτων.

Δεύτερον, η εντυπωσιακή βελτίωση του δείκτη οικονομικού κλίματος (ESI) στη χώρα (που καταρτίζεται από το ΙΟΒΕ και δημοσιεύεται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή) στο 103,7 τον Ιούν.2014, από 99,1 τον Μάιο.2014 και από 89,7 τον Αύγ.2013 (Βλέπε Διάγραμμα 2). Η βελτίωση αυτή προσδιορίζεται: (1) από την αξιοσημείωτη βελτίωση του δείκτη καταναλωτικών προσδοκιών στο -49,8 τον Ιούν.2014, από -52,5 τον Μάιο. 2014 και από -72,2 τον Σεπτ.2013, (2) από την ταχεία ανάκαμψη του δείκτη επιχειρηματικών προσδοκιών στις υπηρεσίες στο +18,4 τον Ιούν.2014, από +6,5 τον Μάιο.2014 και από -9,7 τον Σεπτ.2013, (3) από την είσοδο σε θετικό έδαφος του δείκτη επιχειρηματικών προσδοκιών στο λιανικό εμπόριο, στο +2,5 τον Ιούν.2014, από -7,4 τον Μάιο.2014 και από -22,5 τον Σεπτ.2013 και (4) την είσοδο, επίσης, σε θετικό έδαφος του δείκτη επιχειρηματικών προσδοκιών στη βιομηχανία, στο +1,3 τον Ιούν.2014, από -4,9 τον Μάιο 2014 και από -10,7 τον Αύγ.2013.

Τρίτον, μόνο ο δείκτης επιχειρηματικών προσδοκιών στις κατασκευές εξακολουθεί να διατηρείται σε αυξημένο αρνητικό επίπεδο, στο -19,1 τον Ιούν.2014, από -20,3 τον Μάιο.2014, παρά το ότι είναι σημαντικά βελτιωμένος σε σχάση με το καταθλιπτικό -37,1 τον Οκτ.2013. Αυτό το σημαντικά ακόμη αρνητικό επίπεδο του δείκτη οφείλεται στο γεγονός ότι η οικοδομική δραστηριότητα στη χώρα έχει καθυστερήσει σημαντικά να εισέλθει σε περίοδο ανάκαμψης, για τους λόγους που προαναφέρθηκαν, αντίθετα με ότι συνέβη στον τομέα της ιδιωτικής κατανάλωσης. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι επενδύσεις σε κατοικίες κατέγραψαν νέα τεράστια πτώση κατά 42,3% στο 1ο 3μηνο.2014 αφαιρώντας από τον ρυθμό μεταβολής του ΑΕΠ -1,26 π.μ. Ωστόσο, εκτιμάται τώρα ότι ο ρυθμός πτώσης των επενδύσεων αυτών θα επιβραδυνθεί σημαντικά στα επόμενα 3μηνα, με την εκτιμώμενη πτώση τους το 2014 ως σύνολο να περιορίζεται περί το -16,0%. Έτσι, οι επενδύσεις αυτές εκτιμάται ότι θα διαμορφωθούν σε επίπεδα κάτω των € 3,1 δις το 2014 (σε πραγματικές τιμές 2005), έναντι € 26,1 δις το 2007.

Ωστόσο, η εντυπωσιακή βελτίωση του οικονομικού κλίματος και ιδιαίτερα η βελτίωση του δείκτη της καταναλωτικής εμπιστοσύνης αποτελούν ενδείξεις ότι πλησιάζει η ώρα για τη διακοπή της πτωτικής πορείας και για την ανάκαμψη και των συναλλαγών σε ακίνητα γενικά, αλλά και των επενδύσεων σε κατοικίες ειδικότερα. Άλλωστε, αυτό προκύπτει και από την εξέλιξη του όγκου των εκδοθειστών αδειών οικοδομών που ήταν αυξημένος κατά 2,2% στο 4ο 3μηνο.2013, έναντι της τεράστιας πτώσης του κατά -43,5% στο 1ο 3μηνο.2013 και κατά -30,7% στο 2ο 3μηνο.2013 που ουσιαστικά προσδιόρισαν την προαναφερθείσα μεγάλη πτώση των επενδύσεων σε κατοικίες στο 1ο 3μηνο.2014. Επίσης, η πτώση του όγκου των αδειών οικοδομών ήταν στο -17,0% στο 1ο 3μηνο.2014 (κυρίως λόγω της απεργίας των συμβολαιογράφων στους δύο πρώτους μήνες του έτους), αλλά τον Μάρτιο σημειώθηκε αύξηση του όγκου των αδειών οικοδομών κατά 4,02% σε ετήσια βάση.

Τέταρτον, επιταχύνθηκε ο ρυθμός αύξησης των καταθέσεων των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα, αφού ανήλθαν στα € 162,1 δις τον Μάιο.2014, έναντι € 161,4 δις τον Απρ.2014 και € 160,5 δις τον Φεβρ.2014. Η επιτάχυνση της αυξητικής πορείας των καταθέσεων λαμβάνει χώρα φυσιολογικά, μετά την εντυπωσιακή ενίσχυση της κεφαλαιακής επάρκειας των ελληνικών τραπεζών από τον ιδιωτικό τομέα και μάλιστα από ξένους επενδυτές. Αυτοί οι επενδυτές δείχνουν έμπρακτα, με τις σημαντικές σε όγκο και ποιότητα επενδύσεις τους, την πίστη τους για την ουσιαστική ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας και την αποκατάσταση σε ικανοποιητικά επίπεδα της κερδοφορίας των τραπεζών στα επόμενα έτη. Από την άλλη πλευρά, η επιστροφή των καταθέσεων θέτει τις βάσεις για την αποκατάσταση μιας θετικής ροής αύξησης των πιστώσεων προς τις βιώσιμες επιχειρήσεις (ο αριθμός των οποίων αυξάνει λόγω της ενίσχυσης των προοπτικών ανάκαμψης και ανάπτυξης της οικονομίας) και τα νοικοκυριά της χώρας συμβάλλοντας με αυτό τον τρόπο στην προσδοκώμενη υγιή και διεθνώς ανταγωνιστική ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας. Προς την κατεύθυνση της σταδιακής αύξησης των τραπεζικών δανείων προς τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά συμβάλλουν και η αναχρηματοδότηση ενός μεγάλου μέρους των εντόκων γραμματίων του δημοσίου με εισροές σημαντικών κεφαλαίων από το εξωτερικό –  σε δραστικά μειωμένα επιτόκια για το ελληνικό δημόσιο, καθώς και οι εκδόσεις σημαντικών ποσών επιχειρηματικών ομολογιακών δανείων  από μεγάλες ελληνικές επιχειρήσεις. Αυτές οι εξελίξεις, απελευθερώνουν κεφάλαια στις ελληνικές τράπεζες για σταδιακή αύξηση της χρηματοδότησης του μεγάλου αριθμού των υπολοίπων επιχειρήσεων και νοικοκυριών, των οποίων η ζήτηση για τραπεζικά δάνεια θα αυξηθεί σταδιακά τους επόμενους μήνες, όπως σηματοδοτείται από την εντυπωσιακή βελτίωση της καταναλωτικής και επιχειρηματικής εμπιστοσύνης.  Έτσι, ο ρυθμός μεταβολής της τραπεζικής χρηματοδότησης προς τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά που ήταν ακόμη αρνητικός στο -3,5% σε ετήσια βάση τον Μάιο.2014, από -3,7% τον Απρ.2014 και από -4,1% τoν Μάρτ.2014, αναμένεται να καταστεί θετικός από τις αρχές του 2015, ή, ενδεχομένως, και νωρίτερα. Μάλιστα, ο ρυθμός αυτός θα ήταν ήδη θετικός αν οι μεγάλες ελληνικές επιχειρήσεις δεν προσέφευγαν απευθείας στις διεθνείς αγορές ομολόγων για αναχρηματοδότηση των δανειακών τους υποχρεώσεων σε ευνοϊκό κόστος, κατά ένα μέρος με μείωση των υποχρεώσεών τους προς τις τράπεζες.

Αυτές ακριβώς οι εξελίξεις στο σύνολό τους έρχονται να προστεθούν στην ήδη καταγεγραμμένη εντυπωσιακή άνοδο του τουρισμού στο 1ο 4μηνο.2014, όπου καταγράφεται εντυπωσιακή αύξηση των αφίξεων ξένων τουριστών με όλα τα μέσα κατά 21,1% σε ετήσια βάση και επίσης ακόμη μεγαλύτερη αύξηση των εισπράξεων από τον εξωτερικό τουρισμό κατά 27,8% σε ετήσια βάση. Μάλιστα, η αύξηση των αφίξεων με αεροπλάνο παραμένει στο 20% και κατά το 1ο 5μηνο.2014 (σύμφωνα με τα στοιχεία του ΣΕΤΕ). Επίσης, συνεχίζεται απρόσκοπτα και η αύξηση των ελληνικών εξαγωγών αγαθών και λοιπών υπηρεσιών χωρίς καύσιμα και πλοία στο 1ο 4μηνο.2014 κατά 3,7% έναντι του 1ου 4μήνου.2013 και κατά 37,8% έναντι του 1ου 4μήνου.2010. Τέλος, το 2014 σημειώνεται αξιοσημείωτη αύξηση και των καθαρών εισπράξεων εισοδημάτων από την ποντοπόρο ναυτιλία (εισπράξεις μείον πληρωμές στο εξωτερικό) κατά +24,2% στο 1ο 4μηνο.2014, έναντι της πτώσης τους κατά -16,2% στο 1ο 4μηνο.2013.

H αυξητική πορεία του μεριδίου των εξαγωγών στο ΑΕΠ θα συνεχιστεί

Αντίθετα με τις ανωτέρω εντυπωσιακές εξελίξεις, και σε σχέση με την πορεία των ελληνικών εξαγωγών, μερικοί αναλυτές φαίνεται να υποστηρίζουν ότι:
α) η ελληνική οικονομία απέτυχε  να γίνει πιο ανταγωνιστική, παρά τις δραστικές μειώσεις μισθών στον ιδιωτικό τομέα και την κατάργηση πολλών εργασιακών ρυθμίσεων και
β) ότι, ως συνέπεια αυτής της αποτυχίας ως προς την ανταγωνιστικότητα, οι ελληνικές εξαγωγές κινούνται πτωτικά.

Σε σχέση με αυτές τις απόψεις, σημειώνονται τα ακόλουθα: Πρώτον, στο 1ο 3μηνο.2014 οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών σε πραγματικές τιμές 2005 ήταν αυξημένες κατά 5,4% σε ετήσια βάση. Επιπλέον, η αυξητική τους πορεία φαίνεται να συνεχίζεται και στο 2ο 3μηνο.2014, αν λάβουμε υπόψη τα στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος που προαναφέρθηκαν, ενώ για το 2014 αναμένεται αύξηση των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών κατά 5,0%, μετά την αύξησή τους κατά 1,8% και το 2013. Επίσης, με την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία αναμένεται σταθερή αύξηση και των καθαρών εσόδων από τη ναυτιλία στα επόμενα έτη, αντιστρέφοντας σε θετική πορεία τον μόνο παράγοντα που ασκούσε πτωτικές πιέσεις στις εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών στα προηγούμενα έτη.

Δεύτερον, θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη το γεγονός ότι η μικρή πτώση των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών σε απόλυτα μεγέθη το 2013 έναντι του 2008 οφείλεται στην πολύ μεγάλη πτώση των εσόδων από τη ναυτιλία, ιδιαίτερα κατά το 2009  αλλά και στα επόμενα έτη, που αντιστάθμισε τη μεγάλη άνοδο των κανονικών εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών στην περίοδο αυτή. Όπως ήδη τονίστηκε στα επόμενα έτη αναμένεται σταδιακή αύξηση των εσόδων και από τη ναυτιλία.

Τρίτον, δεν είναι δυνατή η εξαγωγή συμπερασμάτων για την πορεία του συνόλου των εξαγωγών από τις εξελίξεις σε κάποιο μέρος των εξαγωγών σε ένα μήνα ή σε ένα 6μηνο. Για παράδειγμα, είναι γεγονός ότι τον Απρ.2014 σημειώθηκε πτώση των εξαγωγών αγαθών της χώρας (με πετρελαιοειδή) κατά -20,8% σε ετήσια βάση με βάση τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, αλλά μόνο κατά -3,2% σε ετήσια βάση με βάση τα στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος. Ωστόσο, στον μήνα αυτό έτυχε να συμπίπτει το καθολικό και το ορθόδοξο Πάσχα με αποτέλεσμα την σχετική υπολειτουργία της ελληνικής οικονομίας και των ξένων οικονομιών για περίπου ένα 8ήμερο.

Αυτό μπορεί να επηρέασε αρνητικά τις εξαγωγές. Από την άλλη μεριά, η πτώση των εξαγωγών αγαθών τον Απρ.2014 συνέβη μετά την εντυπωσιακή αύξησή τους κατά 73% τον Απρ.2013 έναντι του Απρ.2009 (στοιχεία ΕΛΣΤΑΤ). Έτσι, τον Απρ.2014 οι εξαγωγές αγαθών, παρά την πτώση τους κατά -20,8% έναντι του Απρ.2013, ήταν κατά 37% υψηλότερες έναντι του Απρ.2009. Επίσης, με βάση τα στοιχεία της ΤτΕλλάδος οι εξαγωγές αγαθών τον Απρ.2014 ήταν κατά +6,5% υψηλότερες από τις αντίστοιχες εξαγωγές τον Απρ.2012. Από τα ανωτέρω προκύπτει το αυτονόητο ότι σε κάποιες περιόδους μπορεί να εμφανιστεί πτώση του συνόλου ή κάποιων κατηγοριών εξαγωγών, αλλά αυτό δεν ανατρέπει αναγκαστικά την ανοδική τους πορεία.

Τέταρτον, αυτό που έχει πραγματικά σημασία είναι το οι ελληνικές εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών αυξήθηκαν από το 20,1% του ΑΕΠ το 2009 (23,7% του ΑΕΠ το 2007), στο 26,9% του ΑΕΠ το 2013 (παρά τη μεγάλη πτώση των εισπράξεων από τη ναυτιλία). Επιπλέον, είναι επίσης κατανοητό ότι η αυξητική πορεία του μεριδίου των εξαγωγών στο ΑΕΠ θα συνεχιστεί για να φτάσει, σύμφωνα με τις ισχύουσες εκτιμήσεις,  στο 28,5% του ΑΕΠ το 2017 και για να υπερβεί το 30% του ΑΕΠ το 2020.

Μάλιστα, ο πιο δυναμικός τομέας στην περαιτέρω σημαντική αύξηση των εισπράξεων από τις εξαγωγές θα είναι κατά πάσα πιθανότητα οι εξαγωγές αγαθών και λοιπών υπηρεσιών, που μετά το 2015 αναμένεται να ενισχυθούν και από την αναμενόμενη προσέλκυση μιας ικανοποιητικής ροής Ξένων Άμεσων Επενδύσεων (ΞΑΕ). Οι κλάδοι αυτοί αναμένεται να σημειώσουν μέσους ρυθμούς αύξησης των εισπράξεων από εξαγωγές υψηλότερους από τους επίσης υψηλούς ρυθμούς αύξησης των εισπράξεων από τον εξωτερικό τουρισμό και από τη ναυτιλία. 

Επιπλέον, η αναμενόμενη στροφή της εγχώριας παραγωγής υπέρ των διεθνώς εμπορεύσιμων προϊόντων θα πραγματοποιηθεί όχι μόνο με την αύξηση των εξαγωγών, αλλά και με υποκατάσταση εισαγωγών, η οποία ήδη είναι σε εξέλιξη τα τελευταία έτη. Πριν την κρίση, είχε εγκαταλειφθεί η εγχώρια παραγωγή αγαθών υπέρ των εισαγωγών, ακόμη και για αγαθά στα οποία η χώρα κατείχε αναμφισβήτητα συγκριτικά πλεονεκτήματα.

Αυτό συνέβαινε διότι η ανταγωνιστικότητα της εγχώριας παραγωγής είχε καταποντιστεί μέσω της πολιτικής του φουσκώματος των εγχώριων μισθολογικών αμοιβών και κάθε είδους παροχών μέσω του ανεξέλεγκτου, και χωρίς αίσθηση εισοδηματικών περιορισμών, δανεισμού της χώρας από το εξωτερικό. Σε αυτό το περιβάλλον οι ελληνικές επιχειρήσεις μετέφεραν τις παραγωγικές τους μονάδες στις γειτονικές χώρες χαμηλού κόστους και τροφοδοτούσαν την εκρηκτικά διογκούμενη (λόγω του δανεισμού από το εξωτερικό) ελληνική αγορά με εισαγωγές

Έτσι, οι εισαγωγές αγαθών της χώρας είχαν φτάσει τα € 63,8 δισ. το 2008, με χρηματοδότησή τους σχεδόν κατά το ήμισυ (€ 29.9 δις) με καθαρή εισροή κεφαλαίων (δανεισμό) από το εξωτερικό. Σήμερα, η ανταγωνιστικότητα των εγχωρίως παραγομένων προϊόντων και η δυνατότητα εκμετάλλευσης των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της χώρας έχουν αποκατασταθεί πλήρως και δίδεται η δυνατότητα επιστροφής των ξενιτεμένων επιχειρήσεων στην Ελλάδα για αύξηση της εγχώριας παραγωγής όχι μόνο για εξαγωγές, αλλά και για υποκατάσταση εισαγωγών

Facebook Comments