Οι φορολογούμενοι έχουν πληρώσει ακριβά τον εναγκαλισμό της ΔΕΗ με προμηθευτές και συνδικάτα που απαιτούσαν ρόλους συνδιοίκησης.

Κάποτε ήταν το περίφημο «δωράκι» των 500 εκατομμυρίων δραχμών. Θυμίζουμε την ιστορία. Στα μέσα της δεκαετίας του ’80, όταν το ΠΑΣΟΚ είχε αλώσει το δημόσιο τομέα και οι μίζες έμπαιναν στην επίσημη ατζέντα, ο Ανδρέας Παπανδρέου σε μια συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου είχε εκραγεί κατά του τότε διοικητή της ΔΕΗ λέγοντας χαρακτηριστικά: «Είπαμε να πάρει ένα δωράκι, αλλά όχι και 500 εκατομμύρια δραχμές».

Ηταν η εποχή κατά την οποία χτιζόταν η επόμενη φάση της διαπλοκής, η οποία γιγαντώθηκε την περίοδο Σημίτη, όταν ο αναγκαίος εκσυγχρονισμός της οικονομίας έγινα βορά σε συμφέροντα με όχημα τις προγραμματικές συμφωνίες και τις αναθέσεις προμηθειών με σκοτεινές διαδικασίες.

Στα 20 χρόνια που μεσολάβησαν, η ΔΕΗ έμεινε πίσω, λαβωμένη από τα επιχειρηματικά συμφέροντα, παραδομένη στη σκανδαλολογία αλλά και τις διαρκείς απαιτήσεις των συνδικαλιστών για συνδιοίκηση. Ιδια κατάσταση επικρατούσε και στον ΟΤΕ αλλά η είσοδος επενδυτών άλλαξε τα δεδομένα και έβαλε στην άκρη τους προμηθευτές που είχαν τον πρώτο λόγο στη στρατηγική του Οργανισμού. Δυστυχώς, η ΔΕΗ πλήρωσε τον εναγκαλισμό της με το Δημόσιο και τους προμηθευτές, αφού ακόμη και η μετοχοποίηση το 2000 έγινε με στρεβλό τρόπο, χωρίς να προσδίδει στην επιχείρηση τεχνογνωσία ή ακόμη και κεφάλαια.

Αντιθέτως, οι φορολογούμενοι πλήρωσαν ακριβά την επιλογή του τότε υπουργού Ανάπτυξης Ευάγγελου Βενιζέλου να μεταφερθούν στον Κρατικό Προϋπολογισμό τα βάρη του ασφαλιστικού της ΔΕΗ, εν ονόματι της αποκρατικοποίησης.

Μέχρι το 1999 το προσωπικό της ΔΕΗ ασφαλιζόταν στον εργοδότη, δηλαδή η Επιχείρηση είχε την ευθύνη πληρωμής των συντάξεων. Για να προχωρήσει η αλλαγή στο ασφαλιστικό της επιχείρησης παραδόθηκε στην κυβέρνηση αναλογιστική μελέτη μιας βρετανικής εταιρίας συμβούλων, σύμφωνα με την οποία η ΔΕΗ είχε ενσωματώσει στα πάγιά της εισφορές εργαζομένων που υπερέβαιναν τα 8 δισ. Με τη διάταξη Βενιζέλου, την οποία υπερψήφισαν οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ, της Νέας Δημοκρατίας και του Συνασπισμού, υπό τις ευλογίες της ΓΕΝΟΠ, ο Κρατικός Προϋπολογισμός φορτώθηκε σε ετήσια βάση με ποσό που υπερβαίνει το 1 δισεκατομμύριο ευρώ. Υπολογίζεται ότι από το 1999 μέχρι σήμερα το Δημόσιο έχει καταβάλει κεφάλαια άνω των 10 δισεκατομμυρίων ευρώ για τις συντάξεις των εργαζομένων της ΔΕΗ, ενώ μόνο για φέτος θα δοθούν περίπου 700 εκατομμύρια ευρώ.

Ουσιαστικά δηλαδή τα οφέλη για το Δημόσιο από τη μετοχοποίηση της ΔΕΗ ήταν ανύπαρκτα αφού ο Κρατικός Προϋπολογισμός ανέλαβε την ευθύνη καταβολής των συντάξεων ενώ ακόμη και ο υποτιθέμενος «κουμπαράς» των εργαζομένων, ύψους 8 δισεκατομμυρίων, εξανεμίσθηκε σε λιγότερο από 15 χρόνια. Περιττό να σημειώσουμε ότι οι όροι συνταξιοδότησης των εργαζομένων της ΔΕΗ είναι από τους πλέον ευνοϊκούς του ασφαλιστικού συστήματος, τόσο ως προς τα όρια ηλικίας όσο και ως προς τις τελικές αποδοχές, σε σύγκριση με τους ασφαλισμένους στο ΙΚΑ ή στον ΟΑΕΕ.

Δυστυχώς η ΔΕΗ λειτούργησε προς όφελος προμηθευτών και συνδικαλιστών. Οποιαδήποτε επενδυτική προσπάθεια για τον εκσυγχρονισμό του δικτύου Ενέργειας προσέκρουσε σε αλληλοσυγκρουόμενα επιχειρηματικά συμφέροντα. Αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης ήταν η ΔΕΗ να ατροφήσει επενδυτικά, το δίκτυό της να θεωρείται απαρχαιωμένο και η Επιχείρηση να θυμίζει ολοένα και περισσότερο τις τελευταίες ημέρες της κρατικής Ολυμπιακής Αεροπορίας.

Η πώληση του 30% της Επιχείρησης μπορεί να αλλάξει τα δεδομένα στην αγορά Ενέργειας. Η είσοδος ενός ομίλου, που θα πρέπει να ανταγωνισθεί στα ίσα τη ΔΕΗ, μπορεί να ωφελήσει και τη «μεγάλη εταιρία» όχι μόνο γιατί η ΔΕΗ θα εισπράξει το ποσό της πώλησης αλλά και γιατί θα αλλάξουν οι όροι των προμηθειών. Οι υπερτιμολογήσεις και τα κόλπα με τις συμβάσεις παραγωγής ή μεταφοράς Ενέργειας δεν θα περνούν τόσο εύκολα, όταν ένας άλλος όμιλος θα εξασφαλίζει καλύτερους όρους. Μια «καθαρή» απελευθέρωση της αγοράς Ενέργειας μπορεί να ωφελήσει το μέσο καταναλωτή, αρκεί να γίνει με όρους δημόσιου συμφέροντος και όχι στα μέτρα διαπλεκόμενων συμφερόντων…

Facebook Comments