Η Ελληνική Γεωργία βρίσκεται στο επίκεντρο της προσοχής μετά από πολλά χρόνια πλήρους εγκαταλείψεως, όπου το Υπουργείο θεωρούσε ότι η μόνη ουσιαστική αποστολή του ήταν να αποσπά από τους Ευρωπαίους όσο περισσότερα χρήματα γίνεται και να μοιράζει επιδοτήσεις.

Η Ελληνική Γεωργία έχασε ανταγωνιστικότητα και επαφή με την αγορά. Οι πολλοί αγρότες παράγουν, όχι αυτό που μπορούν να πουλήσουν, αλλά αυτό που έχει καλύτερη επιδότηση. Το Υπουργείο είχε χάσει κάθε όραμα για την Γεωργία, πλην αυτού των επιδοτήσεων.

Για ένα σύντομο διάστημα, επί υπουργίας Αθ. Τσαυτάρη, υπήρξε κάποιο όραμα για το μέλλον της γεωργίας με κορύφωση τον νόμο 4235 για την οικοτεχνία, που επιτέλους έδινε την ευκαιρία στους αγρότες να προσδίδουν προστιθέμενη αξία στην πρωτογενή τους παραγωγή, χωρίς να μπλέκουν σε απίθανες γραφειοκρατικές και φορολογικές διαδικασίες. Δυστυχώς, οι πιέσεις από τα γνωστά κυκλώματα οδήγησαν στην απομάκρυνσή του και την αντικατάστασή του.

Ανάγκη Νέου Προσανατολισμού της Ελληνικής Γεωργίας

Η κρίση έχει επιβάλει πολλές αλλαγές στην καθημερινότητα του αγροτικού τομέα. Καθώς το τραπεζικό σύστημα δεν χρηματοδοτεί πια τους προμηθευτές τους, χιλιάδες αγρότες, που είχαν μάθει να παράγουν αγοράζοντας όλες τις προμήθειες επί πιστώσει, είτε έχουν βγει από την αγορά είτε καλλιεργούν πολύ μικρότερες εκτάσεις.

Χαρακτηριστικό της εποχής είναι το παράδειγμα των αγροτών που παράγουν μόνον για τις στρεμματικές επιδοτήσεις. Έτσι σπέρνουν στάρι, χωρίς λιπάσματα και χωρίς ραντίσματα, με στρεμματικές αποδόσεις με την βία 120 kg, το 25% το κανονικού.

Η όλη κατάσταση έχει οδηγηθεί στο να έχουμε μικρούς παραγωγούς που πάνε καλά, ενώ οι μεγαλύτεροι είναι σε δραματική κατάσταση. Πώς συμβαίνει αυτό; Η Ελληνική Γεωργία πάντα χαρακτηριζόταν από έλλειψη κεφαλαίων. Οι μικροί αγρότες πάντα ζούσαν χωρίς πολλές πιστώσεις ή κεφάλαια και άρα εξακολουθούν να τα βγάζουν πέρα όπως πριν ή και καλύτερα. Οι μεσαίοι, όμως, καθώς και οι μεγαλύτεροι, είχαν μεγαλώσει στηριζόμενοι πάνω στις πιστώσεις των προμηθευτών τους ή των τραπεζών. Έτσι, σήμερα που κόπηκαν οι πιστώσεις, βρέθηκαν σε πολύ άσχημη κατάσταση.

Όλα αυτά είναι σημάδια της σημερινής κατάστασης που επιβάλλει την πλήρη αναδιάρθρωση της Ελληνική Γεωργίας. Η ανάπτυξή της μπορεί να γίνει με έναν από τους ακόλουθους τρόπους ή με ένα μίγμα αυτών:

1) Την ανάπτυξη πολύ μεγάλων αγροκτημάτων με ισχυρή κεφαλαιουχική βάση. Αυτά τα αγροκτήματα βασίζονται σε οικονομίες κλίμακος, λόγω των μεγεθών τους, στην προχωρημένη τεχνολογία, αλλά και σε φθηνή εργασία.

2) Την ανάπτυξη μικρότερων αγροκτημάτων, τα οποία, σε συνεργασία μεταξύ τους ή μεμονομένως, παράγουν προϊόντα που μπορούν να ξεπεράσουν τον ανταγωνισμό των μεγάλων παραγωγών. Τέτοια προϊόντα είναι είτε αυτά που δεν προσαρμόζονται εύκολα σε βιομηχανική γεωργία ή προϊόντα με μικρές εξειδικευμένες αγορές (niche markets), που δεν συμφέρουν στους μεγάλους παραγωγούς, είτε προϊόντα για τις τοπικές αγορές.

Γιατί Μικρές Μονάδες;


Οι μεγάλες μονάδες στην Ελλάδα, στην διεθνή πραγματικότητα είναι μεσαίου μεγέθους. Αυτές υποφέρουν ήδη πολύ από τον ανταγωνισμό των εισαγωγών, ενώ μικροί τοπικοί παραγωγοί, ακόμα και στα ίδια είδη, κατορθώνουν να επιβιώνουν.

Ο μικρός παραγωγός τομάτας, με λίγα στρέμματα υπαίθριας και λίγα στρέμματα τούνελ, διαθέτει την παραγωγή του στην λαϊκή, αλλά και στην τοπική αγορά σε ικανοποιητικές τιμές, πχ μεταξύ 0,50 και 1,20€. Ο παραγωγός με αρκετά στρέμματα στην Ιεράπετρα είναι ευχαριστημένος αν πετύχει τιμές γύρω στα 0,30€. Άρα πρέπει να έχει πολύ μεγαλύτερη παραγωγικότητα για να επιβιώσει.

Άλλο παράδειγμα: Οι ροδακινοπαραγωγοί που παράγουν βιομηχανικά ροδάκινα, αντιμετωπίζουν τεράστιο ανταγωνισμό ακόμα και από την Κίνα. Κάποιοι, όμως, ροδακινοπαραγωγοί που έμειναν σε παραδοσιακές αρωματικές ποικιλίες, όπως τα λεμονάτα ή, οι «Μαστοί Αφροδίτης», δεν αντιμετωπίζουν πρόβλημα και πωλούν σε ικανοποιητικές τιμές.

Οι μεγάλες βιομηχανικού τύπου καλλιέργειες, για πολλούς λόγους, δεν ταιριάζουν παρά σε ελάχιστα μέρη στην Ελλάδα. Ο κατακερματισμός των αγροκτημάτων, η δυσκολία των Ελλήνων να συνεταιρισθούν και η χρόνια έλλειψη κεφαλαίων είναι οι βασικοί λόγοι.

Ούτε είναι εύκολο να ελπίζουμε να έρθουν οι μεγάλες πολυεθνικές να παράξουν στην χώρα μας. Υπάρχουν χώρες με πολύ καλύτερα και φθηνότερα εδάφη. Στην Ουκρανία, όπου μαζεύονται εδώ και χρόνια, τα μαύρα εδάφη της έχουν απαράμιλλη παραγωγικότητα, στοιχίζουν μεταξύ 50 και 100€ το στρέμμα για αγορά και οι μισθοί είναι της τάξης των 100-200€ τον μήνα (x 12!). Αν ψάχνουν καλό κλίμα, υπάρχουν χώρες με καλύτερο κλίμα και πολύ φθηνότερες, όπως το Μαρόκο και η Τυνησία.

Το Βασικό Πρόβλημα της Ελληνικής Γεωργίας: Λίγες Αξιόπιστες Εμπορικές Επιχειρήσεις


Πέρα από την έλλειψη κεφαλαίων, το μεγάλο πρόβλημα της Ελληνικής Γεωργίας είναι η έλλειψη αξιόπιστων και ικανών εμπορικών επιχειρήσεων. Η Ελληνική Πολιτεία ποτέ δεν διευκόλυνε την δημιουργία ικανών διεθνούς επιπέδου εμπορικών επιχειρήσεων για τα αγροτικά μας προϊόντα. Πάντα το θέμα ήταν να διευκολύνονται οι αγρότες να παράγουν και οι αγρότες μας μπορούν να παράγουν, αλλά πού να διαθέτουν τα προϊόντα τους;

Για δεκαετίες, η τυπική εμπορική επιχείρηση ήταν προσωπική και ο τυπικός έμπορος χαμηλής μορφώσεως και αρπακτικό. Εξαιρέσεις υπήρχαν, αλλά δεν προχωράμε με τις εξαιρέσεις. Με τόση αγροτική παραγωγή, πού είναι οι Ελληνικές διεθνούς βεληνεκούς εμπορικές επιχειρήσεις;

Δεν υπήρξαν, τόσο για ιδεολογικούς όσο και γραφειοκρατικούς λόγους. Ο Ανδρέας Παπανδρέου, μόλις είχαμε μπει στην τότε ΕΟΚ είχε διακηρύξει ότι οι εμπορικές επιχειρήσεις ήταν «παρασιτικές». Τα ΜΜΕ πάντοτε έβαλαν εναντίον των εμπορικών επιχειρήσεων, πχ για το άνοιγμα της τιμής ανάμεσα στο χωράφι και το ράφι.

Επίσης, άλλου υπουργείου αρμοδιότητα ήταν η αγροτική παραγωγή και άλλου η εμπορία. Το υπουργείο Γεωργίας κουτσά στραβά έκανε την δουλειά του για την παραγωγή. Το υπουργείο Εμπορίου, όμως, είχε τις εταιρείες εμπορίας αγροτικών προϊόντων πολύ χαμηλά στις προτεραιότητές του. Ο κρατικός μηχανισμός αδυνατούσε να καταλάβει τον εθνικό τους ρόλο: Πάντα ο κρατικός μηχανισμός στήριζε τις εισαγωγές.

Χωρίς καλές και ανταγωνιστικές μεταξύ τους εμπορικές επιχειρήσεις αγροτικών προϊόντων, πού να πουλήσει ο αγρότης; Στον αλήστου μνήμης Τόμπρα; Τι πρέπει να γίνει αμέσως; Χωρίς να αποκλείουμε μεγάλες μονάδες παραγωγής, όπου μπορούν να γίνουν, η Ελληνική Πολιτεία οφείλει:

1. Να καταλάβει ότι η αγροτική παραγωγή δεν μπορεί να πάει μπροστά χωρίς αγροτικές εμπορικές επιχειρήσεις διεθνούς βεληνεκούς.
2. Τα όποια μέτρα για την Γεωργία πρέπει να διευκολύνουν τις εμπορικές επιχειρήσεις και όχι την παραγωγή. Η ζήτηση από τις εμπορικές επιχειρήσεις θα φέρει και την ανάπτυξη της παραγωγής.
3. Να διευκολύνει την παραγωγή τοπικών εξαιρετικών προϊόντων, όχι τόσο μέσω επιδοτήσεων, όσο μέσω ερευνητικών ινστιτούτων, μέσα ή έξω από τα ΑΕΙ, που θα στηρίξουν τους μικρούς αγρότες.
4. Να διευκολύνει τις μικρές ομάδες παραγωγών, σαν ένα πρώτο βήμα για την ίδρυση μεγαλύτερων αγροτικών επιχειρήσεων.
5. Να διευκολύνει την μακροχρόνια χρηματοδότηση των αγροτών από τις τράπεζες, επί τη βάσει ολοκληρωμένων σχεδίων μόνον.
6. Θα πρέπει να εξετασθεί το θέμα ώστε επιχειρήσεις που έχουν αποκλειστικό σκοπό την προώθηση τοπικών προϊόντων μικρών παραγωγών να έχουν φορολογική αντιμετώπιση αντίστοιχη με τους αγρότες.

Facebook Comments