ΓΠΚΒ: Απαραίτητη η τήρηση των μεταρρυθμίσεων – Προσεκτική επιστροφή στις αγορές
«Η εκτέλεση του προϋπολογισμού κατά το πρώτο εξάμηνο του έτους δείχνει μια σχετικά σταθερή υπέρβαση σε σχέση με το προηγούμενο έτος
«Η εκτέλεση του προϋπολογισμού κατά το πρώτο εξάμηνο του έτους δείχνει μια σχετικά σταθερή υπέρβαση σε σχέση με το προηγούμενο έτος
«Η εκτέλεση του προϋπολογισμού κατά το πρώτο εξάμηνο του έτους δείχνει μια σχετικά σταθερή υπέρβαση σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Αυτό δήλωσε σήμερα ο επικεφαλής του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή (ΓΠΚΒ), Φραγκίσκος Κουτεντάκης κατά την παρουσίαση της τριμηνιαίας έκθεσής του.
Με δεδομένο ότι το περσινό αποτέλεσμα ήταν κοντά στο 4% του ΑΕΠ, τα μέχρι τώρα στοιχεία συνηγορούν υπέρ της επίτευξης του στόχου για το 2018. Ωστόσο η υπέρβαση αυτή δεν είναι ιδιαίτερα μεγάλη και η δημοσιονομική πολιτική θα πρέπει να παραμείνει προσεκτική κατά το δεύτερο εξάμηνο του έτους (με δεδομένο μάλιστα ότι ο φετινός στόχος είναι διπλάσιος του περσινού)» σημειώνεται στην έκθεση.
Ο κ. Κουτεντάκης αναγνώρισε ότι θα υπάρξει «πολιτική πίεση» για επεκτατική δημοσιονομική πολιτική και επιβράδυνση του ρυθμού εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων, καλώντας επί της ουσίας την κυβέρνηση να μην υποκύψει στις «σειρήνες», λέγοντας πως κάτι τέτοιο «σίγουρα θα είναι πρόβλημα».
Όσον αφορά τη δημοσιονομική πολιτική στην έκθεση υπενθυμίζεται “ότι οι δημοσιονομικοί στόχοι από φέτος μέχρι και το 2022 είναι διπλάσιοι από τον περσινό στόχο καθώς και ότι οι στόχοι αυτοί ορίζονται σε όρους πρωτογενούς πλεονάσματος και συνεπώς δεν επηρεάζονται από την ελάφρυνση των χρηματοδοτικών αναγκών που εξασφάλισε η απόφαση ρύθμισης του χρέους”.
Στην έκθεση αναλύεται η πορεία αμοιβών και παραγωγικότητας της εργασίας την περίοδο 2010-2017 από την οποία προκύπτει ότι η πτώση των αμοιβών ήταν μεγαλύτερη από την παράλληλη μείωση της παραγωγικότητας. «Η συνέχιση αυτής της πορείας δεν είναι βιώσιμη» είπε ο κ. Κουτεντάκης αφήνοντας να εννοηθεί ότι φτάνει η ώρα κατά την οποία οι αμοιβές θα πρέπει να αυξηθούν.
Αποφεύγοντας να πάρει πολιτική θέση για το ζήτημα της αύξησης του κατώτατου μισθού και εξετάζοντας στενά οικονομικά το όλο θέμα είπε ότι το σωστό θα ήταν οι μισθοί να αυξάνονται όσο και η παραγωγικότητα, αν και πρόσθεσε πως στο όλο ζήτημα «υπάρχει και ένα στοιχείο οικονομικής πολιτικής».
Στο θέμα της περικοπής ή μη των συντάξεων από την 1η Ιανουαρίου 2019, όπως προβλέπεται στο Μνημόνιο, ο κ. Κουτεντάκης κράτησε αποστάσεις ασφαλείας από ένα ζήτημα ιδιαίτερης πολιτικής βαρύτητας. Περιορίστηκε να επαναλάβει ότι δημοσιονομικά η περικοπή των συντάξεων δεν είναι απαραίτητη δεδομένου ότι, στη βάση της συμφωνίας προβλέπεται η ισόποση εφαρμογή αντίμετρων η οποία θα εξουδετέρωνε τις δημοσιονομικές επιπτώσεις των περικοπών στις συντάξεις. Πρόσθεσε όμως ότι προβλέπεται στη συμφωνία και «την εφαρμογή της περικοπής την αντιμετωπίζουμε ως ένα μέτρο το οποίο έχει ψηφιστεί και θα εφαρμοστεί κανονικά».
Το θέμα της εφαρμογής ή μη των προβλεπόμενων περικοπών στις συντάξεις έχει ήδη τροφοδοτήσει έντονο κύκλο εσωτερικής πολιτικής αντιπαράθεσης ενώ έχει σταθεί αφορμή για αυστηρά μηνύματα από τους δανειστές όσον αφορά τη τήρηση των συμφωνηθέντων. «Πολιτικά έχει συμφωνηθεί και έχει νομοθετηθεί και επομένως θα πρέπει να υπάρξει αλλαγή πολιτικής με ότι επιπτώσεις μπορεί να έχει» συμπλήρωσε ο κ. Κουτεντάκης.
Δεν συνιστά μυστικό βέβαια ότι στους κόλπους της κυβέρνησης ζυμώνονται σκέψεις αναφορικά είτε με την αναβολή της εφαρμογής του ψηφισμένου μέτρου, είτε με τη μερική περικοπή των συντάξεων από το επόμενο έτος. Το τοπίο αναμένεται να ξεκαθαρίσει το φθινόπωρο με την κατάρτιση του προϋπολογισμού του 2019 και την έλευση των δανειστών για την πρώτη μεταμνημονιακή παρακολούθηση.
Προσεκτική επιστροφή στις αγορές, ζημιά από το ΔΝΤ
Αναφορικά με την προσπάθεια της κυβέρνησης για επιστροφή στις αγορές, αναφέρθηκε ότι δεν πρέπει να γίνουν βεβιασμένες κινήσεις. “Πρέπει να είναι προσεκτική και καλοσχεδιασμένη η έξοδος” ανέφερε ο κ. Κουτεντάκης. Και τούτο όπως αναφέρεται στην έκθεση “δεδομένων τόσο της ύπαρξης σημαντικού ύψους ταμειακών αποθεματικών ασφαλείας όσο και των κινδύνων επιδείνωσης του επενδυτικού κλίματος σε περίπτωση σχετικά υψηλών επιτοκίων λόγω αναταραχών στις διεθνείς αγορές”.
Facebook Comments