Το roadshow του ελληνικού Χρηματιστηρίου στο Λονδίνο απέδειξε πως οι επενδυτές κοιτούν μεν δεν ακουμπούν δε την Ελλάδα την στιγμή που η Κύπρος, χωρίς τυμπανοκρουσίες και θεατρινισμούς, σχεδόν αθόρυβα, κέρδισε την επενδυτική βαθμίδα από τους οίκους αξιολόγησης, μπήκε στο QE της ΕΚΤ που η ελληνική κυβέρνηση… σνόμπαρε και απέρριψε ακολουθώντας την «καθαρή» έξοδο από το πρόγραμμα, και βγήκε στις αγορές με 10ετές ομόλογο, κάνοντας όλο τον κόσμο να μιλά για αυτήν. Αυτό δείχνει ότι οι αγορές είναι ανοιχτές και «επιβραβεύουν» την επιτυχία, σε αντίθεση με την περίπτωση της Ελλάδας για την οποία παραμένουν ερμητικά κλειστές.

Η απουσία επενδύσεων και οι χαμηλοί ρυθμοί ανάπτυξης κρατούν τα ελληνικά assets μακριά από το ραντάρ των επενδυτών, όπως δείχνουν άλλωστε τόσο η εικόνα του ελληνικού Χρηματιστηρίου όσο και αυτή των ελληνικών ομολόγων, όπου οι αποδόσεις έχουν «παγιωθεί» πάνω από το 4% και πλήττονται από έντονη μεταβλητότητα, απαγορεύοντας» ουσιαστικά την έξοδο της χώρας στις αγορές, με τους επενδυτές να έχουν ξεκάθαρα επιλέξει να απέχουν από την Ελλάδα. Έναν μήνα μετά την έξοδο από τα μνημόνια, το Χ.Α διαπραγματεύεται σε επίπεδα Απρίλιου 2017 ενώ οι τραπεζικές μετοχές έχουν χάσει σχεδόν 50% μέσα σε αυτό το διάστημα και διαπραγματεύονται στο… μισό (τουλάχιστον) από τα επίπεδα της ανακεφαλαιοποίησής τους το 2015.

Η Κύπρος, ωστόσο, η οποία χαρακτηρίστηκε από τον διεθνή Τύπο «ένα παράδειγμα επιτυχημένης διάσωσης» και στηριζόμενη στο ελκυστικό φορολογικό της μοντέλο το οποίο διατήρησε και κατά την περίοδο της κρίσης της παρά τις πιέσεις των δανειστών, βλέπει τις πόρτες των μακροπρόθεσμων funds να της ανοίγονται διάπλατα και την οικονομική ανάπτυξη να εκτοξεύεται στο 4%. Το κυπριακό δημόσιο αξιοποίησε την πολύ σημαντική αναβάθμιση από τη S&P σε «ΒΒΒ-» και στην κατηγορία της «επενδυτικής βαθμίδας» και άντλησε 1,5 δισ. ευρώ από τις αγορές με νέο 10ετές ομόλογο, με τη ζήτηση να αγγίζει τα 5,7 δισ. ευρώ, με 279 επενδυτές να συμμετέχουν στην έκδοση που είναι το μεγαλύτερο ποσό προσφορών που έχει σημειωθεί από την επιστροφή της χώρας στις αγορές τον Ιούνιο του 2014. Το επιτόκιο διαμορφώθηκε στο 2,4% –σε καλύτερα επίπεδα από τις αρχικές εκτιμήσεις για 2,6%– που αποτελεί το χαμηλότερο επιτόκιο των τελευταίων ετών.. Η τελευταία φορά που η Κύπρος είχε προχωρήσει στην έκδοση 10ετούς ομολόγου ήταν στις 27 Οκτωβρίου 2015 (λίγους μήνες πριν βγει από το μνημόνιο) με επιτόκιο 4,25% που ήταν τότε η χαμηλότερη τιμή για 10ετές ομόλογο που είχε πετύχει ποτέ η χώρα, αντλώντας 1 δισ. ευρώ. Σήμερα και δυόμισι χρόνια μετά την έξοδο από το πρόγραμμα την άνοιξη του 2016, το spread των κυπριακών ομολόγων έναντι των γερμανικών διαμορφώνεται στις 150 μονάδες βάσης.

Τα κυπριακά ομόλογα είναι πλέον και πάλι επιλέξιμα στο QE, με τις αγορές από την ΕΚΤ να υπολογίζονται στα 8 δισ. ευρώ. Για την κυβέρνηση του κύριου Τσίπρα, όμως μία τέτοια βοήθεια καθώς και το θετικό σήμα που θα έστελνε στις αγορές, ήταν αδιάφορη και την απέρριψε. Με λίγα λόγια, η (καθαρά) πολιτική του απόφαση για καθαρή έξοδο έτσι ώστε να διασωθεί ο ίδιος, κόστισε την επενδυσιμότητα των ελληνικών ομολόγων. Εάν τα αγοράζε η ΕΚΤ εντός του QE, οι επενδυτές θα τα θεωρούσαν μία πιο ασφαλή επένδυση από ότι τα θεωρούν σήμερα που βρίσκονται στα αζήτητα.

Δυστυχώς για τον κ. Τσακαλώτο ο οποίος προσπάθησε να πείσει του επενδυτές στο Λονδίνο για το ελληνικό story, η επιτυχία αυτή της Κύπρου συνέβη ακριβώς εκείνες τις ημέρες που η Ελλάδα  είχε κλείσει ραντεβού με τους επενδυτές στη βρετανική πρωτεύουσα.  Αυτό αφόπλισε ουσιαστικά τον Έλληνα υπουργό απέναντι στην επενδυτική κοινότητα με το οικονομικό επιτελείο να μην μπορεί πλέον να ανακοινώσει μία νέα έξοδο της Ελλάδας στις αγορές λόγω του ιδιαιτέρα εύθραυστου και αβέβαιου κλίματος που κυριαρχεί στο εξωτερικό αλλά και λόγω των “εσωτερικών” ανησυχιών όπως οι χαμηλές πτήσεις της ανάπτυξης καθώς και οι φόβοι γύρω από τον τραπεζικό κλάδο.

Στο roadshow άλλωστε, τα στελέχη των τεσσάρων ελληνικών τραπεζών βρέθηκαν αντιμέτωποι με την έντονη επιφυλακτικότητα των funds και δέχθηκαν πιεστικά ερωτήματα, σχετικά με τις προοπτικές της ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας αλλά και την ικανότητα των τραπεζών να ανταποκριθούν στους νέους φιλόδοξους, όπως τους χαρακτήρισαν, στόχους για τα NPEs, τους οποίους θεωρούν ανέφικτους. Τα  ελληνικά ομόλογα τα οποία απέχουν ακόμη χρόνια μακριά (έως και τρία όπως παραδέχτηκε ο Αλέξης Τσίπρας στη ΔΕΘ) από την «επενδυτική βαθμίδα», παραμένουν εξαιρετικά ευαίσθητα στις εξωτερικές εξελίξεις, με τις αναταραχές σε Ιταλία και Τουρκία να μεταδίδονται με μεγάλη ταχύτητα στα ελληνικά spreads το τελευταίο εξάμηνο.

Επιπλέον, αντίθετα με αυτό που θα περίμενε κανείς από μια χώρα που αφήνει πίσω της τα προγράμματα διάσωσης, οι προβλέψεις για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας τα επόμενα χρόνια περιορίζονται σε εξαιρετικά μέτρια επίπεδα με ρυθμούς της τάξης του 2%, ενώ η ανάπτυξη του δευτέρου τριμήνου απογοήτευσε. Η Κύπρος, στο έτος που ακολούθησε την «έξοδό» της, είδε την ανάπτυξη του ΑΕΠ να εκτινάσσεται στα επίπεδα του 4% τα οποία και διατηρεί σήμερα. Όπως προειδοποίησε πριν μερικές ημέρες η Deutsche Bank, η προοπτική θετικής έκπληξης στην ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας είναι περιορισμένη λόγω της απουσίας ισχυρής πιστωτικής ή δημοσιονομικής «ώθησης». «Φαίνεται ιδιαίτερα δύσκολο να σημειωθεί υψηλός ρυθμός ανάπτυξης στην Ελλάδα, ειδικά τη στιγμή που η νομισματική πολιτική αναμένεται να καταστεί λιγότερο υποστηρικτική», τόνισε η τράπεζα.

Από την πλευρά της, η Citi επεσήμανε πως η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας θα παραμείνει υποτονική και μάλιστα θα επιβραδυνθεί μετά το 2018 παρά το τέλος των προγραμμάτων διάσωσης, κυρίως λόγω της συνέχισης της λιτότητας, επιδεινώνοντας έτσι τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους.

Τι κατάφερε λοιπόν η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ; Να είμαστε εκτός μνημονίων, εντός των συνθήκων σκληρής εποπτείας και συνέχισης της λιτότητας, εκτός αγορών, και χωρίς καμία αναπτυξιακή προοπτική. Μοναδικό τους όπλο για να επιπλεύσουν πολιτικά η μη περικοπή των συντάξεων. Αλλά ο όποιος… τσαμπουκάς σε αυτό το μέτωπο δεν φαίνεται ότι θα περάσει.Γι αυτό και ο Τσακαλώτος στο Λονδίνο μίλησε πιο «μαζεμένα» για αυτό το θέμα. Το ΔΝΤ συνέδεσε ξεκάθαρα τη μείωση των συντάξεων με τις αγορές. «Η εφαρμογή τους όχι μόνο θα βελτιώσει τις μακροπρόθεσμες προοπτικές της Ελλάδας, αλλά θα στείλει ένα σαφές μήνυμα στους επενδυτές ότι η κυβέρνηση θα συνεχίσει να ακολουθεί τις μεταρρυθμίσεις». Αυτό (για μένα) σημαίνει και το τέλος των όποιων σεναρίων είχε δημιουργήσει η κυβέρνηση για να κερδίσει μερικές ψήφους και να κλείσει την ψαλίδα με την ΝΔ. Αυτό (για μένα) σημαίνει ότι πάμε σε εκλογές νωρίτερα παρά αργότερα.

Facebook Comments